Η Ανάσταση, Βεράτι 16ος αιών (Μουσείο Κορυτσάς). |
Στις
ευαγγελικές διηγήσεις δεν αναφέρεται πως έγινε η Ανάσταση του Χριστού. Μόνον ο
Ματθαίος εξιστορώντας το μέγα γεγονός, περιγράφει τον σεισμό, τον άγγελο που
κύλισε τον λίθο του μνήματος, τον τρόμο των στρατιωτών και την αναγγελία της
Αναστάσεως στις μυροφόρες. Ο λόγος εξηγείτε από την Εκκλησία μας στον κανόνας
της Αναστάσεως : «Φυλάξας τὰ σήμαντρα σῷα Χριστέ, ἐξηγέρθης τοῦ τάφου, ὁ τὰς
κλεῖς τῆς Παρθένου μὴ λυμηνάμενος ἐν τῷ τόκῳ σου, καὶ ἀνέῳξας ἡμῖν, Παραδείσου
τὰς πύλας» (ωδή ς΄). Κατά την Ανάσταση του Χριστού, όχι μόνο δεν μετατοπίστηκε
ο λίθος, αλλά και οι σφραγίδες παρέμειναν ανέπαφες. Η ζωή έλαμψε εκ του τάφου, ενώ ο τάφος ήταν ακόμη σφραγισμένος. Ο
Αναστάς Ιησούς, εξήλθε του τάφου όπως ακριβώς θα έμπαινε κατόπιν στο υπερώο,
κεκλεισμένων των θυρών. Αναστήθηκε χωρίς κανένα εξωτερικό δείγμα να πέσει στην
αντίληψη των οφθαλμών αυτόπτου, λέγει ο Πατριάρχης Σέργιος στο έργο του : «Η ανάστασις του Χριστού και η ανάστασις του
Λαζάρου, Μόσχα 1933». Όπως λοιπόν η εκ της Παρθένου γέννηση του Χριστού,
έτσι και η Ανάστασή Του, παραμένει μυστήριο, απρόσιτο σε κάθε ανθρώπινη
προσπάθεια εξιχνίασής του, άρα και περιγραφής του, είτε δια του λόγου, είτε δια
της Αγιογραφικής τέχνης. Γι΄ αυτό λέγει και ο Αναστάσιμος κανόνας του όρθρου :
«Καθαρθῶμεν τὰς αἰσθήσεις, καὶ ὀψόμεθα, τῷ ἀπροσίτῳ φωτὶ τῆς ἀναστάσεως,
Χριστὸν ἐξαστράπτοντα, καί, Χαίρετε, φάσκοντα, τρανῶς ἀκουσόμεθα, ἐπινίκιον
ᾄδοντες», διότι η θέα της Αναστάσεως δεν είναι προσιτή, παρά μόνον στην
πνευματική μας όραση, αφού πρώτα προηγηθεί κάθαρση από τις αμαρτίες μας. Είναι
μια πνευματική κατάσταση που επιτυγχάνεται σπάνια από ολίγους ανθρώπους,
καθαρούς πνευματικά. Πολύ χαρακτηριστικά σημειώνει ο Άγιος Συμεών ο Νέος
Θεολόγος στον 42ο λόγο του ότι : Σε αυτούς που εμφανίστηκε ο Αναστημένος
Χριστός, ήταν ορατός πνευματικά, θεατός με τους πνευματικούς οφθαλμούς. Έτσι
λέγει ο Πατριάρχης της Ρωσίας Σέργιος, αντικαθιστούμε την πνευματική θέα, η
οποία είναι ανέφικτη σε μας τους αμαρτωλούς, με μια αισθητή εικόνα, τολμώντας
να συμπληρώσουμε την ευαγγελική διήγηση με δικές μας ιδέες, παριστάνοντας τον
Αναστημένο Χριστό να εξέρχεται του μνημείου. Έτσι παραμορφώνεται η ευαγγελική
διήγηση και εφόσον ατενίζουμε ακριβώς τη στιγμή της Αναστάσεως, το μυστήριό της
παύει να είναι αντικείμενο της πίστης μας. Κατά συνέπεια, αντί του γεγονότος
της Ανάστασης αυτής καθ΄ εαυτής, αγία μας Εκκλησία προσφέρει δύο εικονογραφικές
παραστάσεις, που αντιστοιχούν στην διδασκαλία της για την Ανάσταση του Κυρίου. Η
πρώτη είναι η «εις άδου κάθοδος του Κυρίου» και η άλλη, οι Μυροφόρες γυναίκες
δίπλα στο κενό μνήμα του Χριστού. Στο σημείωμά μας, θα παραμείνουμε στην πρώτη
εικονογραφική παράσταση, την εις άδου Κάθοδο του Κυρίου μας. Κατ΄ αυτήν, στη βάση
της εικόνας, διακρίνεται σε μαύρο φόντο, ο άδης,
Ο Άδης, ψηφιδωτό, Μονή Δαφνίου (11ος αιών). |
παριστάμενος με τη μορφή πεσμένου
γέροντα, έχοντας όψη σκληρή, ανηλεή, εκδικητική, δεμένος με αλυσίδες στα χέρια
και στα πόδια του, ανάμεσα στους βράχους ενός σπηλαίου της σκοτεινής αβύσσου,
σφαδάζει καταπλακωμένος από τις συντριμμένες πύλες της κολάσεως. Δίπλα του,
πεσμένα σκόρπια τα κλείθρα, τα καρφιά και οι κλειδαριές. Πάνω του, προς το κέντρο
της εικόνας, οι πύλες της κολάσεως καταπατημένες και διαλυμένες υπό του θριαμβευτού
Αναστάντος Κυρίου μας, του νικητού του θανάτου, ο οποίος σηκώνει τον Αδάμ και
την Εύα που φοράει κόκκινο μαφόριο, οι οποίοι γονατιστά τον ατενίζουν ικετευτικά.
Πέριξ αυτών, ο Άβελ, οι Πατριάρχες, οι Προφήτες και όλοι οι Δίκαιοι της Παλαιάς
Διαθήκης που ανέμεναν την έλευσή Του και προετοίμασαν το κήρυγμα του Χριστού
στον άδη. Ξεκάθαρα διακρίνονται τα σημάδια από τα καρφιά στους άχραντους πόδες
του Ιησού να καταπατούν τις πύλες του άδη. Ο Κύριος φορεί χρυσά υπέρλαμπρα ιμάτια,
επί ωοειδούς πλαισίου, σε μερικές παραστάσεις κόκκινου, ενώ σε άλλες λευκού, το
οποίο ομοιάζει με το μισό – σπασμένο περίβλημα αυγού (το αυγό του Πάσχα συμβολίζει
τον τάφο του Κυρίου, το κόκκινο χρώμα το υπέρτιμο αίμα του Χριστού μας με το
οποίο εβάφησαν οι βράχοι του Γολγοθά), αφού Αναστήθηκε ο Κύριος. Άνωθεν δε του
πλαισίου αυτού, προς την κορυφή της εικόνας, το αήττητο τρόπαιο δια του οποίου
καταργήθηκε η δύναμη και η εξουσία του θανάτου, ο ζωηφόρος Σταυρός του Χριστού.
ΠΗΓΕΣ
: ΘΗΕ, τομ. 1, Αθήναι 1962, στ. 617 κ.ε., και τομ. 2, Αθήναι 1963, στ. 415 κ.ε.,
Χρήστου Γ. Γκότση, Ο Μυστικὸς Κόσμος των
Βυζαντινών Εικόνων, τομ. 1, εκδ. Αποστολικὴ Διακονία,Αθήνα 2010, oodegr.com/oode/esxata/anast_eikona1.htm, users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/tributes/pasxa/ermhneia_ths_eikonas_ths_anastasews.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου