"Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς" (Κατά Ιωάννη 8,32).

Πέμπτη 24 Ιουλίου 2014

Ω ΕΙΡΗΝΗ, ΓΛΥΚΟ ΟΝΟΜΑ, ΠΟΥ ΕΥΡΙΣΚΕΣΑΙ ; - ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ


Ειρήνη λοιπόν με τον Θεόν, ειρήνη λοιπόν με τον πλησίον, ειρήνη με τον εαυτό μας δια της γαλήνης της συνειδήσεως. Ω ειρήνη, ω ειρήνη, γλυκύ όνομα, γλυκύτερο πράγμα, πού είσαι ; πού κατοικείς ; πού ευρίσκεσαι ; Εις τα ανάκτορα ; εις τας ακαδημίας ; εις τας φιλοσοφικάς στοάς ; Όχι, εις το σπήλαιον της Βηθλεέμ, το περιστέρι αναπαύεται, εις τας καρδίας των ταπεινών ανθρώπων, των βοσκών, εκείνων οι οποίοι εκτελούν το θέλημα του Θεού. Ειρήνη πολύ τοις αγαπώσι το θέλημα σου. Και επί γης ειρήνη. Αχ, θα μου πείτε, φαντασίες αυτά, θεωρίες ωραίες. Πέραν τούτου ποίαν η πραγματικότης ; Αν ρίξουμε τη στιγμή αυτή ένα βλέμμα πάνω εις τον πλανήτη μας, θα είδωμεν μια πραγματικότητα η οποία μας διαψεύδει. Θα είδωμεν πάνω εις την γη μας ότι η ειρήνη ουδέποτε άλλοτε, η ειρήνη που τόσες φορές ειπώθηκε από τα στόματα μικρών και μεγάλων, αλλά ουδέποτε άλλοτε η ειρήνη έχει απομακρυνθεί από το πρόσωπο της γης. Την ώρα αυτή που χτυπούν χαρμόσυνα οι καμπάνες στην αγαπητή μας πατρίδα, την ώρα αυτή που οι αιθέρες του ουρανού μεταδίδουν στα πλάτη και στα μήκη του αέρος πλην των μονοκρατικων καθεστώτων, το άγγελμα των αγγελμάτων, το μήνυμα το ουράνιο, το θεσπέσιο, την ώρα αυτή υπάρχουν εις τον πλανήτη μας, εστίες πυρός, αι οποίαι εστίες πυρός δύνανται από ώρα σε ώρα να εκραγούν, να γίνουν παγκόσμιοι πόλεμοι οι πυρκαγιές, παγκόσμιοι πόλεμοι, ο Αρμαγεδδών, ο έσχατος πόλεμος της ανθρωπότητας. Μάλιστα. Μη ψευδόμεθα, δυο δυνάμεις έχουν χωρίσει την ανθρωπότητα. Οι δυο υπερδυνάμεις με τεράστια και πρωτοφανή δύναμη. Έχουν φουσκώσει , έχουν ανοίξει τα όρη, οι δυο δυνάμεις αυτές, τα βουνά τα έχουν ανοίξει, εσχημάτισαν τεχνητά σπήλαια, και μέσα στα σπήλαια αυτά έχουν κρύψει βόμβες πυρηνικές τεραστίων δυνάμεων και καταστροφής. Ο ένας εξ αυτών εκαυχήθη και είπε προ ημερών. Τι είπε ; Μόλις πατήσουμε το κουμπί, ένα κουμπί θα πατήσουμε. Τί εγωισμός ! Γολιάθ ! Γολιάθ ! Σιδερόφρακτα υπερήφανα έθνη . Απέθανε ο Μουσολίνι, απέθανε ο Χίτλερ, και νέες κεφάλες χειρότεραι των πρώτων. Τί είπε ; Μόλις πατήσω το δάχτυλο μου λέει ... ...Εν τω εγωισμό και εν τη υπερηφανεία του, μόλις πατήσω ένα κουμπί 70.000.000 άνθρωποι θα είναι νεκροί. Και οι άλλοι απήντησαν, ας τολμήσει. Πόλεμος, μεταξύ των δυο αυτών υπερδυνάμεων, ανταγωνισμός μέγας, για να επικρατήσει η pax ρώσικα, η pax αμερικάνα, κατά το παλαιό σύστημα pax ρομάνα.

Να απελπιστώμεν αδελφοί μου ; Να κλείσουμε με μελαγχολίας τόνον την ομιλία μας ; Όχι αγαπητοί . Όχι. Είμαστε αισιόδοξοι . Αφού αφ΄ης στιγμής εφάνη στον ουρανό το άστρο, το άστρο της Βηθλεέμ, από τότε δέσμαι ελπίδων εμφανίσθησαν εις τον κόσμο. Πιστεύουμε εις το ευαγγέλιο. Πιστεύουμε εις τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν. Πιστεύωμεν ότι ο Χριστός είναι ο άξων, ο παγκόσμιος άξων, ο άθραυστος άξων, και όπως το σύμπαν έχει νοητό άξων, πέριξ του οποίου περιστρέφονται σφαίρες των σφαιρών εκατομμύρια των εκατομμυρίων, ούτω πως υπάρχει εις τον νοητόν κόσμον άξων παγκόσμιος, ο οπαίος είναι το κέντρο της ανθρωπότητας, το Α και το Ω. Πιστεύουμε ότι μια ημέρα θα ανατείλουν ημέρες ειρήνης, παγκοσμίου ειρήνης, και το όραμα το οποίο οραματίζεται η ανθρωπότης ολόκληρος, η νοσταλγία των αιώνων, η προσδοκία των εθνών, η ειρήνη η παγκόσμιος, γλυκύ όνομα, γλυκύτερο πράγμα, θα γίνει μια πραγματικότης. Πιστεύουμε ότι το σίδερο το οποίο σήμερα ξοδεύεται, το ατσάλι το οποίο σήμερα ξοδεύεται για να γίνονται όπλα φονικά, θα ξοδεύεται πλέον για να γίνονται τρακτέρ για να καλλιεργούμε τη γη. Πιστεύουμε εκείνο το οποίο λέγει η προφητεία του προφήτου Ησαίου. Τί λέγει η προφητεία του Ησαίου ; Ένα όραμα, θεσπέσιον όραμα, ότι τι είδε ο Ησαΐας ο προφήτης ; Είδε λέει το αρνί, το αρνί να βοσκά με λύκο. Α ! Απίστευτα πράγματα. είναι ποτέ δυνατό το αρνί να βοσκά με λύκο ; Αδύνατον. Και όμως θα γίνει. Το αρνί θα βοσκήσει με το λύκο. Δηλαδή τα έθνη εκείνα τα αιμοβόρα, τα αιμοδιψή, τα οποία διψούν ως λέαινες, ως ύαινες, να ποιούν το αίμα των συνανθρώπων τους. τα έθνη αυτά τα αιμοβόρα, τα έθνη αυτά τα αιμοδιψή, οι λαοί αυτοί οι λύκοι, και τίγρεις και οι λέοντες, θα γίνουν αρνία. Μυστήριο μέγα, το μυστήριο το οποίο επιτελείται, και τότε αρνί με λύκο θα συμβοσκηθεί. Θα γίνει μια ποίμνη εις ποιμήν. Και τότε πάλιν στους αιθέρας θα ακουστεί το εμβατήριο των αιώνων : «ΔΟΞΑ ΕΝ ΥΨΙΣΤΟΙΣ ΘΕΩ ΚΑΙ ΕΠΙ ΓΗΣ ΕΙΡΗΝΗ ΕΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙΣ ΕΥΔΟΚΙΑ».

Απόσπασμα ομιλίας του μακαριστού π. Αυγουστίνου με τίτλο : «Ο έσχατος πόλεμος της ανθρωπότητας και η αναλαμπή της Ορθοδοξίας».



Τετάρτη 23 Ιουλίου 2014

ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΟΣΜΟ – ΠΡΩΤΟΠΡ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΣΤΑΝΙΛΟΑΕ


Ἐφόσον ὁ Χριστὸς ἔχει ὁλοκληρώσει τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας καὶ συνεχῶς προσφέρει τοὺς καρπούς της γιὰ νὰ φέρει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους μαζὶ στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, οἱ χριστιανοὶ ὡς ὑπηρέτες τοῦ Χριστοῦ ὑποχρεωμένοι νὰ ἀγωνίζονται γιὰ τὴν ἕνωση ὅλων τῶν ἀνθρώπων σ’ αὐτὴν τὴν Βασιλεία τῆς τέλειας ἀγάπης, ἔχουν ἐπίσης ὁρισμένες ὑποχρεώσεις πρὸς ἐκείνους ποὺ δὲν εἶναι χριστιανοί. Στὰ ἀκόλουθα θὰ γίνει μία σύντομη ἀπόπειρα νὰ προβάλουμε τὶς ὑποχρεώσεις αὐτές, ἢ ἀκριβέστερα τὰ κίνητρα ποὺ βρίσκονται πίσω ἀπὸ αὐτές.

Χριστὸς προσέφερε τὴν θυσία του καὶ ἀναστήθηκε ἀπὸ τοὺς νεκροὺς ἔξω ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ κυρίως ἔξω ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα ἐμφανιζόταν μετὰ τὴν ἀνάστασή του. Αὐτὸ ἔγινε γιὰ νὰ ἁγιάσει τοὺς λαοὺς ἐκείνους ποὺ δὲν εἶχαν κανένα εἶδος δεσμοῦ μὲ τὸν Θεὸ τοῦ Νόμου. Στὴν Ἐπιστολὴ πρὸς τοὺς Ἑβραίους διαβάζουμε: «τοίνυν ἐξερχώμεθα πρὸς αὐτὸν ἔξω τῆς παρεμβολῆς τὸν ὀνειδισμὸν αὐτοῦ φέροντες οὐ γὰρ ἔχομεν ᾧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν». ( Ἑβρ. ιγ΄ 13-14). Ἡ ἀναφορὰ γίνεται σαφῶς πρὸς τὴν συνεχὴ ἀνάγκη νὰ ἀφήνουμε πίσω τὸν κόσμο, νὰ ἀνυψωνόμαστε πάνω ἀπὸ τὸν κόσμο γιὰ νὰ μπορέσει ὁ κόσμος νὰ ὁδηγηθεῖ στὴ συνέχεια στὴν αὐτοϋπέρβαση. Τὸ νὰ περιορίζεται ὅμως κανεὶς μέσα σὲ ὁποιαδήποτε κατάσταση ποὺ γίνεται στατικὴ ἀπὸ τὰ περιορισμένα ὅρια τῆς ὑπάρξεως σημαίνει νὰ περιορίζεται μέσα στὸν κόσμο, καὶ οἱ χριστιανοὶ δὲν πρέπει νὰ περιορίζονται οὔτε μέσα στὶς ἐκκλησίες τους σὰν νὰ ἦσαν μένουσες πόλεις, διότι λησμονεῖται ἔτσι ὁ κινητικός τους χαρακτήρας καὶ χάνουν τὸν λόγο ὑπάρξεώς τους ὡς δρόμοι πρὸς τὸν οὐρανό. Οἱ χριστιανοὶ καὶ οἱ χριστιανικὲς Ἐκκλησίες πρέπει πάντα νὰ ἐργάζονται μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων ποὺ παραμένουν ἔξω ἀπὸ αὐτὲς μέσα στὸν κόσμο γιὰ νὰ ὑπερβαίνουν τὸν κόσμο ὡς στατικὴ τάξη, νὰ τὸν ἀνυψώνουν σὲ κατάσταση ἀνώτερη ἀπὸ τὴν δική του. Ὁ Χριστὸς ἔγινε ἄνθρωπος μέσα στὸν κόσμο· δίδαξε καὶ διακόνησε μέσα στὸν κόσμο. Μέσα στὸν κόσμο προσέφερε τὸν ἑαυτόν του θυσία καὶ ἐτάφη. Ἀναστήθηκε ἀπὸ τοὺς νεκροὺς πάλι μέσα στὸν κόσμο· ἔστειλε τοὺς μαθητές του μέσα στὸν κόσμο διδάσκοντάς τους ξένες γλῶσσες μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, καὶ μέσα στὸν κόσμο ἐργάζεται ἀκόμη, ἔστω κι ἂν τὸ ἔργο του ἐκεῖ διεξάγεται τώρα κυρίως μέσῳ τῶν μαθητῶν του, δηλαδὴ μέσῳ τῆς Ἐκκλησίας. Κατὰ τὴν διδασκαλία μας ὁ Χριστὸς εἶναι μέσα στὸν κόσμο ἀλλὰ εἶναι ἐπίσης καὶ στὸν οὐρανό, στέλνοντας τοὺς μαθητές του στὸν κόσμο μὲ τὴν ὑπόσχεση ποὺ ἔδωσε κατὰ τὴν Ἀνάληψή του ὅτι θὰ εἶναι μαζί τους. Στὸ τέλος τῆς ἐπίγειας διακονίας του εἶπε πάλι, «οὐκ ἐρωτῶ ἵνα ἄρῃς αὐτοὺς ἐκ τοῦ κόσμου» ( Ἰωάν. ιζ΄ 15).

Ὁ Χριστὸς εἶναι μέσα στὸν κόσμο ἀλλὰ καὶ στὸν οὐρανό. Ἀνεβαίνουμε πρὸς τὸν ἐπουράνιο Χριστὸ μέσῳ τοῦ ἐπίγειου Χριστοῦ μέσα σἕνα κόσμο πού, ἀκόμη περισσότερο ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, πάντα ἀναζητᾶ νὰ προχωρεῖ πέρα ἀπὸ ὁτιδήποτε συμβαίνει νὰ εἶναι παροῦσα κατάστασή του, πάντα ποθεῖ κάτι καλύτερο, πάντα ἔχει τὴν πεποίθηση ὅτι τὸ status quo δὲν εἶναι κατἀνάγκη ὁριστικὸ καὶ τελικό. Σήμερα ἴσως περισσότερο ἀπὸ ποτὲ ἄλλοτε ὁ Χριστὸς ἑλκύει τὸν κόσμο πρὸς τὸν ἑαυτόν του σὲ μία κατάσταση συνεχοῦς ἀλλαγῆς. Ἀποκαλύπτει τὸν ἑαυτόν του στὸν κόσμο σὲ κάθε νέο σκαλοπάτι τοῦ δρόμου σὲ κάποια νέα προοπτικὴ ἔστω κι ἂν μπορεῖ νὰ παραμένει κάποιος ἄγνωστος γιὰ τὸν κόσμο. Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ πρέπει νὰ προχωροῦμε σ’ αὐτὸν τὸν δρόμο μαζὶ μὲ τὸν κόσμο καὶ νὰ λέμε στὸν κόσμο ποιό εἶναι αὐτὸ τὸ πρόσωπο ποὺ τὸν ἑλκύει. Πρέπει νὰ βοηθοῦμε τὸν κόσμο νὰ θυμᾶται τί σημαίνει ἀληθινὴ πρόοδος, καὶ αὐτὴ εἶναι μία ἰδιαίτερη ὑποχρέωση τῶν Χριστιανῶν σήμερα σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ ἡ πρόοδος τοῦ κόσμου ἔχει γίνει τόσο γρήγορη καὶ γίνεται ὅλο καὶ περισσότερο φανερὸ σὲ ὅλους ὅτι ὁ κόσμος δὲν εἶναι καθόλου «μένουσα πόλη».

ΠΗΓΗ : ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, εκδ. ΤΗΝΟΣ, μετάφρ. Νίκου Τσιρώνη, ΑΘΗΝΑ 1989.


Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟ ΘΕΜΕΛΙΟ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΖΩΗΣ – ΟΣΙΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΟΠΟΒΙΤΣ

Ὁ Σταυρός, τμῆμα ψηφιδωτοῦ, ἀπὸ τὴν κόγχη τοῦ ἱεροῦ
στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀπολλιναρίου στὴ Ραβέννα.
Ἀντίθετα στὴ ζωὴ ἐν Χριστῷ στέκει ἡ ζωὴ χωρὶς τὸ Χριστὸ καὶ ἐνάντια στὸ Χριστό. Αὐτὴ ζοῦν οἱ ἀντίπαλοι τοῦ Χριστοῦ, «οἱ ἐχθροὶ τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ». Μποροῦν καὶ ὑπάρχουν τέτοιοι; Μὰ ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου ἀπὸ τὸ θάνατο, ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἀπὸ τὸ διάβολο, ἀπὸ τὴν κόλαση. Ὁ σταυρὸς εἶναι ἡ «δύναμη τοῦ Θεοῦ» καὶ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτὸ εἶναι καὶ ἀνθρώπινη δύναμη καὶ ἀνθρώπινη δόξα. Ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι θεμέλιο τῆς νέας ζωῆς, τῆς αἰώνιας ζωῆς, θεμέλιο τῶν Ἀποστόλων, θεμέλιο τῶν Μαρτύρων, θεμέλιο τῶν Ὁμολογητῶν, θεμέλιο τοῦ ἀσκητισμοῦ, θεμέλιο τῆς ἁγιοσύνης, μὲ μία λέξη, θεμέλιο ὅλου τοῦ εὐαγγελίου καὶ τῆς πίστης καὶ τῆς ἐλπίδας καὶ τῆς ἀγάπης καὶ τῆς προσευχῆς καὶ τῆς νηστείας καὶ τῆς πραότητας καὶ τῆς ἀνοχῆς καὶ τῆς ταπεινοφροσύνης καὶ τῆς ἀπάθειας καὶ τῆς θεοποίησης. Ναί, εἶναι «ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ», μὲ τὴν ὅποια οἱ ἄνθρωποι νικοῦν ὅλους τοὺς θανάτους, ὅλες τὶς ἁμαρτίες, ὅλα τὰ κακά. Καὶ τὸ ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι ἐνάντιοι στὸ σταυρό, τοῦτο εἶναι πράγματι ἀξιοθρήνητο. Γι’ αὐτὸ ὁ ἅγιος Ἀπόστολος κλαίγοντας μιλάει περὶ τῶν ἐχθρῶν τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ. Καὶ οἱ ἐχθροὶ τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ εἶναι πρωτίστως ἐχθροὶ τοῦ ἑαυτοῦ τους, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων, ἀφοῦ σκοτώνουν τὸν ἑαυτό τους ὄχι μ’ ἕνα θάνατο ἀλλὰ μ’ ἑκατοντάδες, καὶ ρίχνουν τὸν ἑαυτό τους ὄχι σὲ μία κόλαση ἀλλὰ σὲ χιλιάδες. Ὀφθαλμοφανῶς, ἐκεῖνοι εἶναι ἐχθροὶ τῆς ἀθανασίας τους, τοῦ παραδείσου τους, τῆς σωτηρίας τους, τοῦ θεϊκοῦ τους προορισμοῦ, καὶ μ’ αὐτὸ εἶναι ἐχθροὶ καὶ τῆς σωτηρίας ἀλλήλων καὶ τῆς ἀθανασίας ἀλλήλων, ἀφοῦ μποροῦν νὰ τοὺς σκανδαλίσουν καὶ νὰ τοὺς ἀποτρέψουν ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας καὶ νὰ τοὺς σπρώξουν στὸν γκρεμὸ τοῦ πνευματικοῦ θανάτου.

Συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα, οἱ ἐχθροὶ τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ εἶναι πάντα μαθητὲς τοῦ διαβόλου, ἀφοῦ αὐτὸς εἶναι ὁ κύριος ἐχθρὸς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καὶ αὐτὸς παρακινεῖ τοὺς ἀνθρώπους σ’ αὐτὴ τὴν ἔχθρα καὶ μέσῳ τούτου τοὺς σκλαβώνει γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἔτσι τοὺς κρατᾶ στὴ σκλαβιὰ τοῦ θανάτου καὶ τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ κακοῦ. Αὐτός, ὁ «ἀνθρωποκτόνος» (Ἰωάν. η’, 44), μέσῳ τῶν ἐχθρῶν τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ κάνει τὴν ἀπὸ καταβολῆς ἐργασία του, δηλαδὴ μὲ τὶς ἁμαρτίες σκοτώνει τὸν ἕναν ἄνθρωπο μετὰ τὸν ἄλλο. Μόνο τοὺς χριστιανοὺς δὲν μπορεῖ νὰ σκοτώσει, γιατὶ ἀμύνονται σ’ αὐτὸν μὲ τὸ σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, τὸν νικοῦν σ’ ὅλες τὶς μάχες, κι ἔτσι σώζουν τὸν ἑαυτό τους ἀπὸ κάθε ἁμαρτία, ἀπὸ κάθε κακό, ἀπὸ κάθε πειρασμό.

Ὁ Ἀντιόχειος Χρυσόστομος εὐαγγελίζεται: «Τίποτα δὲν εἶναι ἔτσι ἀνάρμοστο καὶ ξένο στὸν χριστιανὸ ἀπὸ τὸ νὰ ἐπιζητεῖ τὴν ἄνεση καὶ τὴν ἀνάπαυση. Τίποτε δὲν εἶναι τόσο ξένο ἀπὸ τὴν προσήλωση σ’ αὐτὴ τὴ ζωή. Ὁ Κύριός σου σταυρώθηκε κι ἐσὺ ἀναζητᾶς τὴν ἄνεση; Ὁ Κύριός σου καρφώθηκε στὸ σταυρὸ κι ἐσὺ ζεῖς στὴν πολυτέλεια; Καὶ ταιριάζουν αὐτὰ σ’ ἕνα γενναῖο στρατιώτη; Γιὰ αὐτὸ λέει ὁ Παῦλος «Πολλοὶ ἔχουν ἀνάρμοστη συμπεριφορά, γιὰ τοὺς ὁποίους πολλὲς φορὲς σᾶς εἶπα καὶ τώρα κλαίγοντας σᾶς λέω! Ἀναφέρομαι στοὺς ἐχθροὺς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ». Τὰ λέει αὐτὰ ἐπειδὴ κάποιοι ὑποκρίνονταν τοὺς χριστιανούς, ζώντας μὲ ἀνέσεις καὶ πολυτέλεια, πράγμα ποὺ εἶναι ἐνάντια στὸ σταυρό, ἐπειδὴ ὁ σταυρὸς εἶναι γνώρισμα τῆς ψυχῆς ποὺ ἀγωνίζεται ἕτοιμη γιὰ τὸ θάνατο καὶ δὲν ψάχνει τὴν ἄνεση. Αὐτοὶ ὅμως συμπεριφέρονται ἀντίθετα. Ἔτσι, ἂν καὶ λένε ὅτι εἶναι τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἐχθροὶ τοῦ σταυροῦ, γιατί, ἐὰν ἀγαποῦσαν τὸ σταυρό, θὰ προσπαθοῦσαν νὰ ζοῦν τὴ ζωὴ τοῦ ἐσταυρωμένου. Δὲν σταυρώθηκε ὁ Κύριός σου; Ἐὰν δὲν μπορεῖς νὰ σταυρωθεῖς μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, μιμήσου Τον μὲ ἄλλο τρόπο· σταύρωσε τὸν ἑαυτό σου, ἔστω καὶ ἂν δὲν σὲ σταυρώσει κανείς· δὲν ἐννοῶ νὰ καταστρέψεις τὸν ἑαυτό σου (μακάρι κάτι τέτοιο νὰ μὴν γίνει, γιατὶ εἶναι ἀσέβεια), ἀλλὰ ὅπως ἔλεγε ὁ Παῦλος: «ὁ κόσμος νεκρώθηκε κι ἐγὼ γι’ αὐτόν».

Ἐὰν ἀγαπᾶς τὸν Κύριό σου, πέθανε ὅπως ἐκεῖνος. Μάθε πόση εἶναι ἡ δύναμη τοῦ σταυροῦ, πόσα κατόρθωσε, πόσα κατορθώνειμάθε ὅτι εἶναι ἡ ἀσφάλεια τῆς ζωῆς. Μέσῳ αὐτοῦ γίνονται τὰ πάντα, διὰ τοῦ σταυροῦ τὸ βάπτισμα (γιὰ νὰ λάβουμε τὴ σφραγίδα), διὰ τοῦ σταυροῦ ἡ χειροτονία. Εἴτε εἴμαστε στοὺς δρόμους, εἴτε στὸ σπίτι, εἴτε ὁπουδήποτε, ὁ σταυρὸς εἶναι μέγα ἀγαθό, ἀνίκητο ὅπλο, ἀκατανίκητη ἀσπίδα, ἀντίπαλος τοῦ διαβόλου. Πότε;

Ὅταν πολεμᾶς τὸ διάβολο κρατώντας τὸ σταυρό σου, ὄχι κάνοντάς τον ἁπλὰ σὰν σημεῖο, ἀλλὰ ὑποφέροντας τὶς συνέπειές του. Γνώριζε πὼς ὁ Χριστὸς ἀποκαλεῖ τὰ πάθη σταυρό, ὅταν λέει: «Ἐὰν κάποιος δὲν σηκώσει τὸν σταυρό του καὶ μὲ ἀκολουθήσει», δηλαδὴ ἐὰν κάποιος δὲν εἶναι ἕτοιμος γιὰ τὸ θάνατο. Αὐτοὶ ποὺ ἀγαποῦν τὴ ζωὴ καὶ τὸ σῶμα τους ὄντας ἐλεεινοί, εἶναι ἐχθροὶ τοῦ σταυροῦ. Καὶ καθένας ποὺ ἀρέσκεται στὶς ἀπολαύσεις καὶ τὴν ἐνταῦθα βεβαιότητα εἶναι ἐχθρὸς τοῦ σταυροῦ».

ΠΗΓΗ : ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ, εκδ. ΕΝ ΠΛΩ.


ΠΩΣ ΝΑ ΚΑΤΑΚΤΗΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ – ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΔΙΟΚΛΕΙΑΣ ΚΑΛΛΙΣΤΟΥ ΓΟΥΕΑΡ


Μόλις κάνουμε μιὰ σοβαρὴ προσπάθεια νὰ προσευχηθοῦμε «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ», ἀμέσως συνειδητοποιοῦμε ἔντονα τὴν ἐσωτερική μας ἀποσύνθεση, τὴν ἔλλειψη τῆς ἑνότητας καὶ ὁλοκλήρωσής μας. Παρόλες τὶς προσπάθειές μας νὰ σταθοῦμε μπρὸς στὸ Θεό, οἱ σκέψεις συνεχίζουν νὰ τρέχουν ἀνήσυχα καὶ ἄσκοπα μέσα στὸ μυαλό μας, ὅπως τὸ βόμβισμα τῆς μύγας ἢ τὸ ἰδιότροπο πήδημα τῶν πιθήκων ἀπὸ κλαδὶ σὲ κλαδί. Ἐνατένιση σημαίνει πρῶτα ἀπ’ ὅλα, νὰ ὑπάρχεις ἐκεῖ ποὺ βρίσκεσαι – νὰ εἶσαι ἐδῶ καὶ τώρα. Ἀλλὰ συνήθως εἴμαστε ἀνίκανοι νὰ σταματήσουμε τὴ σκέψη μας νὰ περιπλανιέται ὅπου τύχει, στὸν τόπο καὶ στὸ χρόνο. Θυμόμαστε τὸ παρελθόν, ἀτενίζουμε τὸ μέλλον, σχεδιάζουμε τί θὰ κάνουμε στὴ συνέχεια· ἄνθρωποι καὶ τόποι ἔρχονται μπρός μας σὲ μιὰ ἀτέλειωτη ἀκολουθία. Δὲν ἔχουμε τὴ δύναμη νὰ αὐτοσυγκεντρωθοῦμε στὸ μέρος ἀκριβῶς ποὺ θά ’πρεπε νὰ βρισκόμαστε – ἐδῶ, στὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ· εἴμαστε ἀνίκανοι νὰ ζήσουμε ὁλοκληρωτικὰ στὴ μόνη στιγμὴ τοῦ χρόνου ποὺ ἀληθινὰ ὑπάρχει – τὸ τώρα, τὸ ἄμεσο παρόν. Αὐτὴ ἡ ἐσωτερικὴ ἀποσύνθεση εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ τραγικὰ ἐπακόλουθα τῆς Πτώσης. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ πετυχαίνουν στὴ ζωή, ἔχει σωστὰ παρατηρηθεῖ, εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ κάνουν μόνο ἕνα πράγμα κάθε φορά. Ἀλλὰ τὸ νὰ κάνεις κάθε πράγμα στὴ σειρά του δὲν εἶναι καθόλου εὔκολο. Ἐνῷ κάτι τέτοιο εἶναι ἀρκετὰ δύσκολο στὴν ἐξωτερικὴ ἐργασία, ἀκόμα δυσκολότερο εἶναι στὴν προσπάθεια τῆς ἐσωτερικῆς προσευχῆς.

Τί πρέπει νὰ γίνει λοιπόν; Πῶς θὰ μάθουμε νὰ ζοῦμε στὸ παρόν, στὴν αἰωνιότητα τοῦ Τώρα; Πῶς μποροῦμε νὰ κατακτήσουμε τὸν Καιρό, τὴν ἀποφασιστικὴ στιγμή, τὴ στιγμὴ τῆς εὐκαιρίας; Εἶναι ἀκριβῶς σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο ποὺ ἡ Προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ μπορεῖ νὰ βοηθήσει. Ἡ ἐπανειλημμένη Ἐπίκληση τοῦ Ὀνόματος μπορεῖ νὰ μᾶς φέρει, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὴ διαίρεση στὴν ἑνότητα, ἀπὸ τὴ διάσπαση καὶ τὴν πολλαπλότητα στὴν ἑνοποίηση. «Γιὰ νὰ σταματήσεις τὸ συνεχῆ συνωστισμὸ τῶν σκέψεών σου», λέγει ὁ ἐπίσκοπος Θεοφάνης, «πρέπει νὰ δέσεις τὴ διάνοιά σου μὲ μία σκέψη ἢ μὲ τὴ σκέψη τοῦ Ἑνὸς μόνο»1.

Οἱ ἀσκητὲς Πατέρες, ἰδιαίτερα ὁ Βαρσανούφιος καὶ o Ἰωάννης, διαχωρίζουν δύο τρόπους γιὰ τὸν πόλεμο τῶν λογισμῶν.

Ἡ πρώτη μέθοδος εἶναι γιὰ τοὺς «δυνατοὺς» ἢ τοὺς «τέλειους». Αὐτοὶ μποροῦν νὰ «ἀντιλέγουν» στοὺς λογισμούς τους, δηλαδὴ νὰ τοὺς ἀντιμετωπίζουν πρόσωπο μὲ πρόσωπο νὰ τοὺς ἕλκουν σὲ κατὰ πρόσωπο ἀναμέτρηση. Ἀλλὰ γιὰ τοὺς περισσότερους ἀπὸ μᾶς μιὰ τέτοια μέθοδος εἶναι πολὺ δύσκολη, καὶ ἴσως πράγματι ὁδηγήσει σὲ οὐσιαστικὴ ζημία. Ἡ ἄμεση ἀναμέτρηση, ἡ προσπάθεια νὰ ἐκριζώσουμε καὶ νὰ ἀποβάλουμε λογισμοὺς μὲ τὴ δύναμη τῆς θέλησής μας, συχνὰ δίνει ἁπλῶς μεγαλύτερη δύναμη στὴ φαντασία μας.

Οἱ φαντασιώσεις μας, βίαια καταπιεσμένες, τείνουν νὰ ἐπιστρέψουν μὲ μεγαλύτερη δύναμη. Ἀντὶ νὰ μαχόμαστε τοὺς λογισμούς μας κατευθείαν καὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ τοὺς ἀποδιώξουμε μὲ μιὰ προσπάθεια τῆς θέλησης, εἶναι σοφότερο νὰ στραφοῦμε καὶ νὰ προσηλώσουμε τὴν προσοχή μας ἀλλοῦ. Ἀπὸ τὸ νὰ ἀτενίζουμε κάτω, μέσα στὴν ταραγμένη φαντασία μας καὶ νὰ συγκεντρωνόμαστε γιὰ νὰ ἐναντιωθοῦμε στὶς σκέψεις μας, καλύτερα θὰ εἶναι νὰ κοιτάξουμε πρὸς τὰ πάνω, πρὸς τὸν Κύριο Ἰησοῦ καὶ νὰ ἐμπιστευθοῦμε τοὺς ἑαυτούς μας στὰ χέρια Του, ἐπικαλούμενοι τὸ Ὄνομά Του· καὶ ἡ χάρη ποὺ ἐνεργεῖ διαμέσου τοῦ Ὀνόματός Του θὰ ὑπερπηδᾶ τοὺς λογισμούς, τοὺς ὁποίους δὲ θὰ μπορούσαμε νὰ ἐξαλείψουμε μὲ τὴ δικιά μας δύναμη.

Ἡ πνευματική μας στρατηγικὴ θὰ πρέπει νὰ εἶναι θετικὴ καὶ ὄχι ἀρνητική: ἀντὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ ἀδειάσουμε τὴ σκέψη μας ἀπὸ ὁτιδήποτε κακό, θὰ εἶναι καλύτερα νὰ τὴ γεμίζουμε μὲ ὅ,τι καλό. «Μὴν ἀντιλέγεις στὶς σκέψεις ποὺ ἔρχονται ἀπ’ τοὺς ἐχθρούς σου» συμβουλεύουν ὁ Βαρσανούφιος καὶ ὁ Ἰωάννης, «γιατὶ αὐτὸ ἀκριβῶς αὐτοὶ θέλουν καὶ δὲ θὰ πάψουν νὰ σὲ ἐνοχλοῦν. Ἀλλὰ γύρισε στὸν Κύριο γιὰ νὰ σὲ βοηθήσει ἐναντίον τους, καταθέτοντας μπροστά Του τὴ δική σου ἀδυναμία· διότι Αὐτὸς εἶναι ἱκανὸς νὰ τοὺς ἐκδιώξει καὶ νὰ τοὺς ἐκμηδενίσει»2.

ΠΗΓΗ : Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ, εκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ.

________________________________________
1. The Art of Prayer, σ. 97.
2. Ἀποκρίσεις, ἐκδ. Σχοινᾶς, (Βόλος 1960), 91.


Η ΠΙΣΤΗ ΩΣ ΑΠΑΝΤΗΣΗ – ΠΡΩΤΟΠΡ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΜΕΜΑΝ

Πεντηκοστή, ψηφιδωτό (Ιερά Μονή Οσίου Λουκά). 
Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε». Αὐτὰ τὰ λόγια δὲν εἰπώθηκαν ἀπὸ ἕναν ἄθεο ἢ ἀπὸ ἕναν παραπαίοντα πιστό, ἀπὸ κάποιον ποὺ ἁπλὰ εἶναι ἀγκιστρωμένος στὶς δραστηριότητές του χωρὶς χρόνο γιὰ ἀνώτερες συζητήσεις. Εἰπώθηκαν ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Ἰωάννη τὸν Θεολόγο ( Ἰωάν. 1:18), πίστη τοῦ ὁποίου, γιὰ σχεδὸν δύο χιλιάδες χρόνια, συνεχίζει νὰ ἐμπνέει ἐκείνους ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὶς Ἐπιστολές του.

«Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε». Ὅμως ἂν ἀληθεύει κάτι τέτοιο, ποιό μπορεῖ νὰ εἶναι τὸ νόημα αὐτῆς τῆς αἰώνιας πίστης; Πρὸς τί, ἢ πρὸς ποιόν αὐτὴ ἀπευθύνεται; Τί μπορεῖ νὰ ἐννοεῖ κάποιος ὅταν χρησιμοποιεῖ αὐτὴ τὴν αἰνιγματικὴ λέξη «Θεός», λέξη ἡ ὁποία, ἀνάμεσα σ’ ὅλες τὶς λέξεις ποὺ ὁ ἄνθρωπος δημιούργησε, εἶναι ἡ πιὸ δύσκολη νὰ ἐξηγηθεῖ λογικά; [...] Κι ἐδῶ γίνεται φανερὸ πὼς τὰ λόγια ποὺ ἔχουμε στὴ διάθεσή μας εἶναι πολὺ φτωχά, ἀνεπαρκῆ καὶ ἀδύναμα νὰ ἐκφράσουν αὐτὸ ποὺ εἶναι τὸ πιὸ οὐσιῶδες, καὶ συνεπῶς τελικὰ ἀνέκφραστο.

Γιατὶ εἶναι ἀπολύτως σαφὲς πὼς οἱ λέξεις «αἴσθημα, αἰσθάνομαι» ἀναφέρονται σὲ τόσες πολλὲς καὶ διάφορες καταστάσεις ὑπάρξεως, σὲ τόσα πολλὰ κινήματα τοῦ νοῦ καὶ σὲ τόσες διαθέσεις, ὥστε εἶναι ἀδύνατον γιὰ τὴν πίστη νὰ οἰκοδομηθεῖ ἢ νὰ τὴν συμπεράνουμε ἀπὸ αὐτὲς καὶ μόνο. Βέβαια ἡ πίστη εἶναι ἕνα αἴσθημα, ἀλλὰ ἕνα αἴσθημα τὸ ὁποῖο διαφέρει ριζικὰ ἀπὸ ὅλα τ’ ἄλλα, καὶ τὸ ὁποῖο συγκριτικὰ εἶναι κατ’ οὐσίαν ξένο πρὸς αὐτά. Γιατὶ ἐκεῖνο ποὺ λέγεται συχνὰ γιὰ τὴ γεύση μπορεῖ ἐπίσης νὰ λεχθεῖ καὶ γιὰ τὰ αἰσθήματα: «Δὲν μπορεῖς νὰ διαφωνήσεις γιὰ τὴ γεύση»· ὁ ἕνας προτιμᾶ αὐτὸ ὁ ἄλλος ἐκεῖνο. Τὸ ἴδιο μπορεῖ νὰ λεχθεῖ καὶ γιὰ τὰ αἰσθήματα: ὁ ἕνας αἰσθάνεται μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ὁ ἄλλος μὲ τὸν ἄλλο. Ἂν ἡ πίστη εἶναι πράγματι κάποιο ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ περαστικὰ αἰσθήματα, ἂν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὶς διακυμάνσεις τῶν αἰσθημάτων μας, τότε πράγματι δὲν μποροῦμε νὰ συζητήσουμε γι’ αὐτήν. [...] Γιατί λοιπὸν αὐτὸ τὸ συναίσθημα κι αὐτὴ ἡ κατάσταση ποὺ ἀποκαλοῦμε πίστη εἶναι τόσο ἀπόλυτα ἐξαιρετικὴ καὶ μοναδική; Αὐτὸ συμβαίνει σαφέστατα γιατὶ ἡ πίστη εἶναι μιὰ ἀνταπόκριση, ἡ ὁποία ὄχι μόνο προϋποθέτει τὴν παρουσία ἐκείνου πρὸς τὸν ὁποῖον ἀνταποκρινόμαστε, ἀλλὰ μαρτυρεῖ καὶ τὴν παρουσία του. Ἡ πίστη εἶναι μιὰ ἀπαντητικὴ κίνηση ὄχι μόνο τῆς ψυχῆς, ἀλλὰ καὶ ὁλοκλήρου τοῦ προσώπου στὴν ὁλότητα τῆς ὑπάρξεώς του. Ξαφνικὰ ἀκούει κάτι, ξαφνικὰ βλέπει κάτι καὶ παραδίδεται σ’ αὐτὸ τὸν ἐρεθισμό. Αὐτὸ στὴ γλώσσα τοῦ χριστιανισμοῦ ἐκφράζεται λέγοντας ὅτι ἡ πίστη ἔρχεται ἀπὸ τὸν Θεό, μέσῳ τῆς πρωτοβουλίας Του, μέσῳ τῆς κλήσεώς Του. Ἀποτελεῖ πάντοτε μιὰ ἀπάντηση σ’ Αὐτόν, ἡ παράδοση ἑνὸς προσώπου σ’ Ἐκεῖνον ποὺ αὐτοπαραδίδεται. Ὅπως ὁ Πασκὰλ εἶπε τόσο ὑπέροχα: «Ὁ Θεὸς μᾶς λέει: Δὲν θὰ μὲ ἀναζητοῦσες ἐκτὸς ἂν δὲν μὲ εἶχες ἤδη βρεῖ». Καὶ ἐπειδὴ ἡ πίστη εἶναι μιὰ ἀνταπόκριση, μιὰ ἀπαντητικὴ κίνηση, παραμένει πάντοτε μιὰ ἀναζήτηση, μιὰ δίψα καὶ ἕνας πόθος. [...]

Πιστεύω γιατὶ ὁ Θεὸς μοῦ ἔδωσε αὐτὴ τὴν πίστη καὶ τὴν δίνει συνεχῶς. Τὴν ἔδωσε ἀκριβῶς ὡς χάρισμα, ὡς δῶρο ποὺ μαρτυρεῖται μέσα μου ἀπὸ ἐκείνη τὴ χαρὰ καὶ ἐκείνη τὴν εἰρήνη ποὺ αἰσθάνομαι καὶ ἡ ὁποία εἶναι τόσο ἀπόλυτα ἄσχετη μὲ ὁτιδήποτε ἄλλο σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο κι αὐτὴ τὴ ζωή.

Ὤ! δὲν τὸ αἰσθάνομαι πάντοτε αὐτό. Στὴν πραγματικότητα, σπανίως τὸ αἰσθάνομαι – μόνο συμπτωματικά, σὲ ἐκεῖνες μόνο τὶς στιγμὲς ὅταν ἡ λέξη Θεὸς παύει νὰ εἶναι ἁπλὰ μιὰ λέξη καὶ γίνεται μιὰ ὑπόγεια θερμὴ πηγὴ ποὺ ἀφήνει νὰ ξεσπάσει ἕνας πίδακας φωτός, ἀγάπης, κάλλους καὶ ζωῆς. «Εἰρήνη καὶ χαρὰ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ» καθὼς εἶπε ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Ρωμ. 14:17) καὶ δὲν ὑπάρχουν ἄλλα λόγια, γιατὶ ὅταν πιστεύεις καὶ ζεῖς διὰ τῆς πίστεως, ἀκόμα καὶ τὰ λόγια γίνονται περιττά, σχεδὸν ἀνίσχυρα.

ΠΗΓΗ : ΠΙΣΤΕΥΩ, εκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ.


ΜΙΑ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΟΝ ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΜΕΝΟ ΚΟΣΜΟ - ΠΡΩΤΟΠΡ. ΙΩΑΝΝΗ ΜΕΓΙΕΝΤΟΡΦ


Ἔχουμε μιὰ ἀποστολὴ στὸν ἐκκοσμικευμένο κόσμο, μιὰ ἀποστολὴ σ’ ἐκείνους ποὺ δὲν βλέπουν τὸν Λόγο οὔτε μέσα στὴν δημιουργία, οὔτε μέσα στὴν Ἐνσάρκωση. Ἀλλὰ ὁ δυναμισμός, ἡ δύναμη, τὸ νόημα τῆς ἀποστολῆς μας μπορεῖ νὰ ἀποκαλυφθεῖ μόνο στὴν ἀνεξαρτησία μας ἀπὸ τὰ κοσμικὰ γεγονότα καὶ στὴ δύναμή μας νὰ τὰ ὑ π ε ρ β ο ῦ μ ε. «Ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος», εἶπε ὁ Μ. Ἀθανάσιος, ὄχι γιὰ νὰ ἐξαφανισθεῖ ὡς Θεός, ἀλλὰ «γιὰ νὰ γίνει ὁ ἄνθρωπος Θεός». Τὸ χριστιανικὸ εὐαγγέλιο, τὸ «καλὸ ἄγγελμα» συνίσταται σ’ αὐτό, καὶ μόνο σ’ αὐτό.

Αὐτὴ θεολογία τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, ὡς Λόγου, ἰδιαίτερα ὑπὸ τὸ φῶς τῆς Ἐνσαρκώσεως, ἔχει σπουδαῖες πρακτικὲς συνέπειες γιὰ τὴν χριστιανικὴ ἱεραποστολὴ καὶ τὴν ζωὴ τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. Ἂν Λόγος εἶναι Δημιουργός, τὸ νόημα καὶ τὸ πρότυπο σ ύ ν ο λ η ς τῆς κτίσεως, τὸ Σῶμα Του, Ἐκκλησία ἀναγκαστικὰ ἀναλαμβάνει μιὰ συνὑπευθυνότητα, μποροῦμε μάλιστα νὰ ποῦμε μιὰ συνδημιουργία, στὸν κόσμο ὡς ὅλον. Πραγματικὰ αὐτὴ εἶναι ἡ οὐσιαστικὴ ἔκφραση τῆς καθολικότητας τῆς Ἐκκλησίας, τῆς συμμετοχῆς της στὸ σύνολο τῆς δημιουργίας, γιατὶ ὁ ἴδιος ὁ Δημιουργὸς εἶναι ἡ κεφαλή της.

Πρῶτα ἀπ’ ὅλα ἡ χριστιανικὴ εὐθύνη εἶναι μιὰ εὐθύνη πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Σὲ μιὰ ὁμιλία του γιὰ τὴν Παρθένο Μαρία, στὴν Ὀξφόρδη, ὁ C. S. Lewis εἶπε κάποτε: «Δὲν εἶναι μικρὸ πράγμα νὰ ζῆς σὲ μιὰ κοινωνία δυνάμει θεῶν καὶ θεαινῶν, νὰ θυμᾶσαι ὅτι καὶ τὸ πιὸ τιποτένιο, ὅπως καὶ τὸ πιὸ ἐνδιαφέρον πρόσωπο στὸ ὁποῖο μιλᾶς, μπορεῖ κάποια μέρα νὰ γίνει ἕνα πλάσμα ποὺ ἂν τὸ ἔβλεπες τώρα ὅπως θὰ εἶναι στὴν αἰωνιότητα, θά ‘χες ἕναν ἰσχυρὸ πειρασμὸ νὰ τὸ λατρέψεις ἢ ἀντίστροφα θά ’νοιωθες φρίκη καὶ φθορὰ τέτοια ποὺ τώρα, ἂν τὴν συναντᾶς καθόλου, αὐτὸ συμβαίνει μόνο στοὺς ἐφιάλτες.

Σ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ἡμέρας, σὲ κάποιο βαθμό, βοηθᾶμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο στὸν δρόμο του πρὸς ἕναν ἀπὸ τοὺς δύο αὐτοὺς προορισμούς. Ὅλες οἱ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων σχέσεις, ὅλες οἱ φιλίες, ὅλες οἱ ἀγάπες, ὅλα τὰ παιγνίδια, κάθε εἴδους πολιτικὴ καὶ κοινωνικὴ δραστηριότητα πρέπει νὰ γίνονται στὴν προοπτικὴ τῶν ἐξαιρετικῶν δυνατοτήτων τους καὶ μὲ τὸν σεβασμὸ ποὺ τοὺς ἁρμόζει».

χριστιανικὴ εὐθύνη δὲν περιορίζεται στὰ «πνευματικὰ ζητήματα», στὴν ἔννοια τῆς «ὀρθῆς πίστεως», νοουμένης σὰν ἕνα σύνολο ἐννοιῶν ποὺ γίνονται ἀντιληπτὲς μόνο ἀπὸ τὴν διάνοια. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δὲν μεταδίδεται μόνο μὲ ἀνθρώπινες λέξεις εἶναι μετάδοση τῆς ἴδιας της ζωῆς. Αὐτὴ εἶναι ἡ αἰτία ποὺ ἡ Ἐκκλησία, σ’ ὅλες τὶς ἐποχές, γνώριζε πῶς νὰ «διαδίδει τὸν λόγο» μὲ τὴν ἁ γ ι ό τ η τ α τῶν μελῶν της, μὲ τὴν ποίηση, μὲ τὶς ε ἰ κ ό ν ε ς, μὲ τὴν μ ο υ σ ι κ ή, μ’ ἄλλα λόγια φανερώνοντας τὴν ἁ ρ μ ο ν ί α, τὴν τ ά ξ η, τὴν ἀλήθεια τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ.

Ἐδῶ θὰ κάνω μιὰ πρόταση: ἐκεῖνο ποὺ χρειάζεται περισσότερο ἀπὁτιδήποτε ἄλλο σήμερα γιὰ νὰ ἀκουσθεῖ ἀπτοὺς συγχρόνους μας καὶ πάλι τὸ χριστιανικὸ μήνυμα, εἶναι ἀνάκτηση αὐτῆς τῆς αἴσθησης τῆς ἁρμονίας καὶ ὀμορφιᾶς. Καὶ ἀνάκτηση αὐτὴ εἶναι δυνατὴ μόνο στὴ βάση μιᾶς ἀνανεωμένης συλλήψεως τοῦ Λ ό γ ο υ, ὡς Δημιουργοῦ καὶ Λυτρωτῆ μαζί. Ποτὲ οἱ χριστιανοὶ δὲν διαπράττουν μεγαλύτερο πνευματικὸ ἔγκλημα ἀπὸ ὅταν ἀποδέχονται τὸν δυαλισμὸ χάρης καὶ φύσης, ἱεροῦ καὶ κοσμικοῦ, ὅταν πιστεύουν στὴν ὕπαρξη μιᾶς α τ ό ν ο μ η ς φυσικῆς σφαίρας, ποὺ μπορεῖ νὰ ἔχει τὴν δική της ὡραιότητα (διαφορετικὴ ἀπὸ τὴν «θρησκευτική»), τὴν δική της ἁρμονία (δημιουργημένη ἀπτὸ Θεό, ἀλλὰ κατὰ κάποιο τρόπο ἀνεξάρτητη ἀπὸ τὸν Χριστό). Εἶναι καιρὸς ν’ ἀρχίσουμε νὰ βεβαιώνουμε καὶ νὰ κηρύσσουμε ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ὁ δημιουργὸς τῆς ὀμορφιᾶς καὶ ὅτι τίποτε δημιουργημένο δὲν νομιμοποιεῖται νὰ «ἐκκοσμικευθεῖ». Ὅπως εἶπε ὁ Ντοστογιέφσκυ, ἡ ὀμορφιὰ ποὺ δημιούργησε ὁ Θεὸς εἶναι ἐκείνη ποὺ θὰ σώσει τὸν κόσμο.

Ὅλοι ξέρουμε, παραδείγματος χάριν, πὼς διαμέσου τῶν αἰώνων Ἐκκλησία χρησιμοποίησε τὴν ὕλη, τὴν μουσικὴ καὶ τὶς εἰκόνες, γιὰ νὰ φανερώσει τὴν παρουσία τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ στὴν Λειτουργία. Πώς, μὲ τὶς τελετὲς τοῦ καθαγιασμοῦ καὶ τῆς εὐλογίας, διεκήρυξε τὴν πίστη της στὴν οἰκουμενικότητά της, ποὺ συμπεριλαμβάνει τὸ σύνολο τῆς κοσμικῆς πραγματικότητας. Τίποτε ἀπὸ τὴν «παλαιὰ κτίση» δὲν μπορεῖ ν’ ἀφεθεῖ ἔξω ἀπὸ τὴν «καινή».

Τοῦτο ὅμως δὲν σημαίνει ὅτι κ ά θ ε πολιτιστικὴ μορφὴ συμβάλλει στὴν φανέρωση τῆς «καινῆς κτίσεως» ὅτι κάθε μορφὴ τέχνης ἔχει τὴν δύναμη τῆς Ρωμανικῆς, τῆς Γοτθικῆς τῆς Βυζαντινῆς τέχνης νὰ ἀντικατοπτρίσει τὸ μυστήριο τῆς Ἐνσαρκώσεως. Τὸ δράμα μιᾶς ἐκκοσμικευμένης κοινωνίας, ποὺ ἀποκλείει τὸν λ ό γ ο τῆς δημιουργίας καὶ κτίζει τὶς μορφές της πάνω στὴν βάση τῆς ἀντίδρασης καὶ τῶν διαθέσεων τῆς «αὐτόνομης» ἀνθρωπότητας, ἔχει βαθύνει πολὺ στὸν κόσμο μας σήμερα.

Μιὰ διαδικασία ἐπιλογῆς, καθαρισμοῦ καὶ ἀπολύτρωσης, ὅμοια μἐκείνη ποὺ ἐφάρμοσαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ἀνέλαβαν τὸ γιγαντιαῖο ἔργο νὰ μεταστρέψουν τὸν Ἑλληνορωμαϊκὸ κόσμο στὸ Χριστό, βρίσκεται πάλι σήμερα μπροστά μας. Βέβαια τὸ ἔργο μας εἶναι πολὺ πιὸ δύσκολο, γιατὶ ὁ κόσμος ποὺ βλέπουμε εἶναι ἕνας μετα-χριστιανικὸς κόσμος· κάνει πὼς γνωρίζει τὶς χριστιανικὲς ἀλήθειες καὶ πὼς τὶς ἀπορρίπτει συνειδητά. Ὁ Χριστιανισμὸς ἔχει τραγικὰ χάσει τὴν νεωτεριστικότητά του μυρίζει ἀντιδραστικὸ παρελθόν. Μιὰ ἁπλὴ ἐπαναστροφὴ στὴν ἀρχαία λειτουργία, στὴν ἀρχαία τέχνη, στὴν ἀρχαία μουσικὴ εἶναι ἑπομένως καὶ ἀνεπαρκὴς καθεαυτήν, ἀλλὰ καὶ μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει σὲ ἀκόμα μεγαλύτερο συμβιβασμὸ τὴν χριστιανικὴ μαρτυρία ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι πάντα νέα καὶ δημιουργική.

Προσωπικὰ πιστεύω ὅτι ὁ ἀρχαιολογικὸς συντηρητισμός, μιὰ «ἐπιστροφὴ» στὸ παρελθόν, εἶναι συχνὰ καλύτερη ἀπὸ τοὺς κακοὺς αὐτοσχεδιασμούς. Ἀλλά, ἂν ὁ Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς εἶχε βέβαια δίκιο ὅταν καθόριζε τὸν «λόγο τοῦ εἶναι» ὡς μιὰ κίνηση, θὰ πρέπει μὲ τὴ σειρά μας ἐμεῖς ν’ ἀναγνωρίσουμε ὅτι ἡ χριστιανικὴ ἀποστολὴ ἀπαιτεῖ νέες μορφές, νέους τρόπους συμπεριλήψεως τοῦ συνόλου τῆς σημερινῆς ἀνθρωπότητας, τοῦ σημερινοῦ κόσμου, μέσα στὸ πεδίο της. Τέτοιες ὅμως μορφὲς δὲν μποροῦν νὰ εἰσαχθοῦν ἁπλὰ ἀπὸ τὸν πεσμένο κόσμο, δίχως κριτική πρέπει νὰ προσαρμοσθοῦν στὸ ἀμετάλλαχτο περιεχόμενο τοῦ χριστιανικοῦ Εὐαγγελίου καὶ νὰ φανερώσουν τὸ περιεχόμενο αὐτὸ κατὰ ἕνα τρόπο ποὺ θὰ ἦταν συνεπὴς μὲ τὴν ἁγία παράδοση τῆς ἀρχαίας καθολικῆς Ἐκκλησίας. Ἡ αὐθεντικὴ χριστιανικὴ δημιουργικότητα ἀπαιτεῖ αὐτὴ τὴν προσπάθεια ἐπιλογῆς, διακρίσεως καὶ τόλμης στὴν ἀποδοχὴ νέων πραγμάτων.

Πολλοὶ θὰ ποῦν: ὅλ’ αὐτὰ εἶναι οὐτοπικά. Οἱ μέρες ἑνὸς χριστιανικοῦ πολιτισμοῦ ἔχουν περάσει. Ἡ ἐποχή μας θὰ παραμείνει κοσμικὴ καὶ οἱ χριστιανοὶ ἔχουν μόνο δύο ἐναλλακτικὲς λύσεις: ἢ νὰ ἀφομοιωθοῦν στὸν κόσμο ὅπως εἶναι, ἀναγνωρίζοντας τὶς κοσμικὲς ἀρχὲς μιᾶς κοσμικῆς ψευδο-θεολογίας, ἢ ν’ ἀποσυρθοῦν σὲ μιὰ σεκταρικὴ ἀπομόνωση, μὲ τὶς ρομαντικὲς ἀναμνήσεις τῆς περασμένης χριστιανικῆς δόξας. Καμμία ἀπ’ τὶς δύο αὐτὲς λύσεις δὲν εἶναι δεκτή. Ἡ ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας μπορεῖ νὰ μὴ δεῖ ποτὲ ἕνα πραγματικὰ «χριστιανικὸ πολιτισμὸ» νὰ ὑλοποιεῖται καὶ νὰ ἐπιτυγχάνει ὁλοκληρωτικά. Στὴν πραγματικότητα εἶναι σίγουρα λάθος νὰ πιστεύουμε ὅτι ὁ Μεσαίωνας, Ἀνατολικὸς ἢ Δυτικός, εἶχε κι αὐτὸς πετύχει ὁλοκληρωτικά. Ὁ Χριστιανισμὸς ποτὲ δὲν ὑπῆρξε καὶ οὔτε θὰ πρέπει νὰ γίνει μιὰ οὐτοπία.

Ἐμεῖς οἱ χριστιανοὶ δὲν προσδοκοῦμε ἕνα «εὐτυχισμένο τέλος» στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας. ἴδιος Κύριος σίγουρα δὲν κατεχόταν ἀπὸ αἰσιοδοξία, ὅταν μιλοῦσε γιὰ αἰῶνες ἀκόμα καὶ χιλιετίες ποὺ θὰ προηγοῦνταν τῆς Παρουσίας του. Ἔτσι οὔτε κι ἐμεῖς εἴμαστε αἰσιόδοξοι μὲ τὴν κοσμικὴ ἔννοια.

Ὡστόσο κανένας χριστιανὸς δὲν μπορεῖ ποτὲ νἀπαρνηθεῖ τὴν ἑνότητα δημιουργίας καὶ σωτηρίας· τὴν ἑνότητα τοῦ Λόγου «διοὗ τὰ πάντα ἐγένετο» καὶ τοῦ ἐνσαρκωμένου Λόγου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ «πάλιν ἐρχομένου κρίναι ζῶντας καὶ νεκρούς». Ὅλη ἡ δημιουργία τοῦ ἀνήκει, ὅπως κι ἐμεῖς. Δὲν θὰ παραδοθοῦμε!

ΠΗΓΗ : Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΩΤΗΡΑΣ ΣΗΜΕΡΑ, εκδ. ΣΥΝΑΞΗ.