"Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς" (Κατά Ιωάννη 8,32).

Δευτέρα 29 Απριλίου 2013

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ




«Τ γίᾳ κα μεγλ Δευτρ, μνεαν ποιομεθα το μακαρου ωσφ το Παγκλου, κα τς π το Κυρου καταραθεσης κα ξηρανθεσης Συκς».

Η σημερινή ημέρα είναι αφιερωμένη από την Αγία Εκκλησία μας στη μνήμη του Ιωσήφ του Πάγκαλου ο οποίος πουλήθηκε από τα αδέλφια του και στη ξηρανθείσα συκιά. Είναι γνωστή σε όλους η ιστορία του υιού του Πατριάρχη Ιακώβ, Ιωσήφ, ο οποίος φθονήθηκε από τα αδέλφια του, έπαθε πολλά και απετέλεσε για την ανεξικακία και τη πραότητά του τύπος και προεικόνιση στη Παλαιά Διαθήκη του Χριστού. Η ανάμνηση του θαύματος της συκιάς που ξήρανε ο Κύριος, συμβολίζει τον Ιουδαϊκό λαό – αλλά και τον κάθε άνθρωπο - ο οποίος παρά τις αμέτρητες ευεργεσίες του Θεού δεν έδωσε πνευματικούς καρπούς αρετής και μετάνοιας.



Από τα ιδιόμελα Απόστιχα του Όρθρου : 

χος πλ. δ'
«Τς ξηρανθεσης συκς δι τν καρπαν, τ πιτμιον φοβηθντες δελφο, καρπος ξους τς μετανοας, προσξωμεν Χριστ, τ παρχοντι μν τ μγα λεος».

Ο Οίκος της ημέρας : 

«Ἐπ τ δυρμ νν προσθσωμεν δυρμν, κα κχωμεν δκρυα, μετ το ακβ συγκοπτμενοι, ωσφ τν οδιμον κα σφρονα, τν δουλωθντα μν τ σματι, τν ψυχν δ δολωτον συντηροντα, κα Αγπτου παντς κυριεσαντα. Θες γρ παρχει τος δολοις ατο, στφος φθαρτον».

Κυριακή 28 Απριλίου 2013

«ΙΔΟΥ ΑΝΑΒΑΙΝΟΜΕΝ ΕΙΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ»…


χος α'

ρχμενος Κριος, πρς τ κοσιον Πθος, τος ποστλοις λεγεν ν τ δ. δο ναβανομεν ες εροσλυμα, κα παραδοθσεται Υἱὸς το νθρπου, καθς γγραπται περ ατο. Δετε ον κα μες, κεκαθαρμναις διανοαις, συμπορευθμεν ατ, κα συσταυρωθμεν, κα νεκρωθμεν δι' ατν, τας το βου δονας, να κα συζσωμεν ατ, κα κοσωμεν βοντος ατο, οκτι ες τν πγειον ερουσαλμ, δι τ παθεν· λλ ναβανω πρς τν Πατρ μου, κα Πατρα μν, κα Θεν μου, κα Θεν μν, κα συνανυψ μς ες τν νω ερουσαλμ, ν τ Βασιλείᾳ τν ορανν.

Παράσταση της Άνω Ιερουσαλήμ



Οι φωτογραφίες προ δεκαετίας περίπου από την Αγία Γη. 

Σάββατο 27 Απριλίου 2013

Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ ΠΡΟΟΙΜΙΟ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ


Απολυτίκιο Ήχος α'
«Την κοινήν Ανάστασιν προ του σου Πάθους πιστούμενος, εκ νεκρών ήγειρας τον Λάζαρον, Χριστέ ο Θεός. όθεν και ημείς ως οι παίδες, τα της νίκης σύμβολα φέροντες, Σοι τω νικητή του Θανάτου βοώμεν. Ωσαννά εν τοις υψίστοις, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου».

ΑΠΟΔΟΣΗ : Για να βεβαιώσεις ότι κι εμείς όλοι θα αναστηθούμε κατά τη δεύτερη παρουσία Σου, προτού πάθεις και πεθάνεις, ανέστησες από τους νεκρούς τον Λάζαρο, Χριστέ, ο Θεός μας. Γι' αυτό κι εμείς οι χριστιανοί, όπως τα παιδιά των Εβραίων, που κρατούσαν στα χέρια κλάδους από φοίνικες σαν σύμβολα της νίκης, ψάλλουμε σ' Εσένα, που νίκησες τον θάνατο: Ευλογημένος Συ, που κατοικείς στους ουρανούς. Δοξασμένος να είσαι Συ, που έρχεσαι απεσταλμένος από τον Κύριο και Θεό, για να σώσεις τον κόσμο.


Μετά την Ανάστασή του ο Λάζαρος εγκατέλειψε την Αγία Γη και βρέθηκε στη Λάρνακα της Κύπρου, όπου τον συνάντησαν οι Απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας και τον χειροτόνησαν επίσκοπο. Ο αγαπημένος φίλος του Χριστού έζησε 30 χρόνια  μετά την Ανάστασή του κατά τον Αγιο Κωνσταντίας Επιφάνειο («ν παραδόσεσιν ερομεν τι τριάκοντα τν ταν τότε Λάζαρος τε γήγερται, μετ δ τ ναστναι ατόν, λλα τριάκοντα ζησε, κα οτω πρς Κύριον ξεδήμησε κοιμηθείς», κατά τη διάρκεια των οποίων γέλασε μόνον μια φορά, διότι βίωσε τη πίκρα του θανάτου, όταν πρόσεξε μια γυναίκα να κλέβει ένα πήλινο δοχείο, μονολογώντας : «Το ένα χώμα (η γυναίκα) κλέβει τ' άλλο (τη τσούκα)». Ως τη δεύτερη κοίμησή του στις 16 του Οκτώβρη – σύμφωνα με μαρτυρία Κώδικα - αρχιεράτευσε στη Λάρνακα (Κίτιο) επί 18 περίπου έτη. 




Δευτέρα 8 Απριλίου 2013

ΑΡΧΙΜ. ΜΑΞΙΜΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ Ι.Μ. ΑΓΙΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΤΟΥ ΕΝ ΟΛΥΜΠΩ – Η ΕΓΚΥΡΟΤΗΣ ΤΩΝ «ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ» ΠΑΠΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΩΝ – ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΣTΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ «ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ, ΓΕΝΕΣΗ – ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ – ΔΙΑΨΕΥΣΕΙΣ» 20 ΕΩΣ 24 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2004



Κατ’ ρχήν θέλω νά εχαριστήσω τήν ργανωτική πιτροπή γιατί μο μπιστεύθηκε τήν διαπραγμάτευση το θέματος: « γκυρότης τν ‘‘Μυστηρίων’’ τν Παπικν καί Προτεσταντν». Εναι να θέμα πού δέν μπορε νά ξαντληθ στά ρια μις περιορισμένης εσηγήσεως τν εκοσι λεπτν. Θά προσπαθήσω μως νά πισημάνω τά κυριότερα σημεα τς πατερικς παραδόσεως, στε νά φανον, φ’ νός μέν θεολογική ριμότητα καί σύνεση τν γίων Πατέρων, φ’ τέρου δέ διάκριση καί πνευματική εελιξία πού εχαν κατά τήν ξάσκηση τς ποιμαντικς τους ποστολς, γιά τό καλό τν μπιστευμένων σ’ ατούς ψυχν καί λου το σώματος τς κκλησίας. Μέ δρές γραμμές θά παρουσιαστ συνδυασμός τς αστηρότητος τς κριβείας, στε νά ποφύγουν τίς λλοιώσεις στήν πίστη, μέ τά φιλάνθρωπα καί συγκαταβατικά περιθώρια τς οκονομίας, χρησιμοποιντας «τρόπους ελογους» γιά νά γλυτώσουν ψυχές πό τόν λεθρο. Θά δοθον σαφες νδείξεις καί παραδείγματα τν τρόπων χρήσεως τς κριβείας «ν ος δε» καί τς οκονομίας «ν ος νδείκνυται».
Εθύς ξ ρχς θέλω νά τονίσω τι τό σχύον κριτήριο τς κκλησίας εναι, τι σέ θέματα πίστεως «οκονομία ο χωρε». φαρμόζεται δ κρίβεια μέ αστηρή τήρηση τόσο τς οσίας, σο καί το γράμματος μις σαφς κφρασμένης καί διατυπωμένης καί θεσμοθετημένης λήθειας, σ’ ,τι φορ τήν ρθή πίστη καί τήν ρθή πράξη τς κκλησίας. χουμε αστηρές διατυπώσεις τόσο τν πατέρων σο καί τν Συνόδων μέ ρους καί κανόνας. Χαρακτηρίζονται «κάθαρτοι», «ντίπαλοι Χριστο», «ερόσυλοι καί μαρτωλοί, «ντικείμενοι καί ντίχριστοι», «νεκροί», «χθροί τς ληθείας», «πλάνοι καί φαλοι», «τρεβλοί», «μεμιασμένη κοινωνία», «ρίζα πικρίας», «θεοι», κ.λπ. πειδή κκλησιαστικη διδασκαλία εναι προϊόν μις καθαρς γιοπνευματικς ζως, κάθε πόκλιση παράβαση, σων θεσπίστηκαν ς λήθειες τς πίστεως, νά θεωρεται ς σέβεια καί σχάτη προδοσία πρός τόν διο τόν Θεό. Σταχιολογ λάχιστες ρήσεις πατερικές:
- γιος Ελόγιος λεξανδρείας λέγει: «Ε τις τν δοκούντων τος θεοφόροις πατράσι σαλεύει τι... παράβασις καί προδοσία δόγματος καί περί τό θεον σέβεια».
- γιος Γρηγόριος θεολόγος κφράζεται ς ξς: «μες (σέ θέματα πίστεως)... οτε προστιθέναι τι, οτε μήν φαιρεν... παντελς διεγνώκαμεν καθ’ ντινα ον δεδυνήμεθα λόγον». Ατό θά ταν φάρματο, νεπίτρεπτο καί θέμιτο.
- γιος Κύριλλος λεξανδρείας ναφέρει τι τό «κριβές» τό «λίαν κριβές» πρέπει νά ποσώζεται μέ κάθε μέσο.
- δέ γιος Μρκος Εγενικός λέγει: «ο συγχωρεται συγκατάβασις ες τά τς πίστεως».
Θά δομε τώρα ποιά εναι τά πλαίσια μέσα στά ποα κινεται κρίβεια σ’ τι φορ τά Μυστήρια τς κκλησίας.
Κατ’ ρχήν θά πρέπει νά τονισθ τι εναι νάγκη νά ξεχωρίσουμε τά Μυστήρια πού τελονται μέσα στήν ρθόδοξη κκλησία π’ κενα πού τελονται κτός. Δέν μπορομε νά θεωρομε σόκυρα τά μυστήρια πού τελονται σέ «κκλησίες» πού δέν χουν τήν δια πίστη μέ τήν ρθόδοξη κκλησία καί νά τά κατατάσσουμε στήν δια μοίρα μέ τά ρθόδοξα. κρίβεια δ εναι μιά σωστή ρχή γιά νά μς βοηθήση στήν περαιτέρω διερεύνηση το θέματος.
Τά Μυστήρια στήν κκλησία μας εναι ο θυρίδες το Θεο μέσα πό τίς ποες εσέρχονται στόν νθρωπο ο όρατες θεες νέργειες το Θεο. Συνεργε χάρις το Θεο καί νώνεται μέ τό ασθητό καί ρατό καί πτό μέρος το Μυστηρίου, γιά τόν γιασμό το νθρώπου καί λης τς κτίσεως. Δέν μπορον δέ νά εναι ατά πού στήν οσία τους εναι, άν δέν εναι νταγμένα μέσα στήν πίστη καί διδασκαλία τς κκλησίας˙ δέν μπορον νά φέρουν τήν σφραγίδα τς γνησιότητος καί γκυρότητος καί νά εναι ποτελεσματικά γιά τόν γιασμό καί τή σωτηρία το νθρώπου, παρά μόνον ταν θά χουν τά ατά στοιχεα φερεγγυότητος, κύρους καί γνησιότητος, πού κφράζει ρθοδοξία στούς κόλπους τς ποίας τελεσιουργονται. Εναι παραίτητη πομένως ρθή πίστη γιά νά νεργήσουν τά Μυστήρια.
γιος Νικόδημος κάνει κτενέστατα σχόλια, στηριζόμενος στούς ξς κανόνες: 1) στόν μστ΄ (46ο) τν γίων ποστόλων, 2) στόν ζ΄ (7ο) τς Β΄ Οκουμενικς Συνόδου, καί 3) στόν ϟε΄ (95ο) τς Στ΄ Οκουμενικς Συνόδου.
46ος ποστολικός κανών λέγει πί λέξει τά ξς: «πίσκοπον Πρεσβύτερον αρετικν δεξαμένους βάπτισμα θυσίαν, καθαιρεσθαι προστάσσομεν, τίς γάρ συμφώνησις Χριστο πρός Βελίαρ; τίς μερίς πιστ μετά πίστου;».
Δέν μπορε νά εναι ληθινόν τό βάπτισμα τν αρετικν καί σχισματικν, σχολιάζει γιος Νικόδημος, ναφερόμενος στήν Σύνοδο τν 84άρων πισκόπων, τήν πό τόν πίσκοπον Καρχηδόνος Κυπριανόν, ποία ξέδωσε κανόνες ναλόγους πρός τόν παραπάνω ποστολικόν, γιατί δέν πάρχουν πολλά βαπτίσματα.
κανών ατός λέγει τά ξς: «Μηδένα βαπτίζεσθαι δύνασθαι ξω τς Καθολικς κκλησίας, νός ντος Βαπτίσματος καί ν μόν τ Καθολικ κκλησί πάρχοντος... Δοκιμάζειν γάρ στι τό τν αρετικν καί σχισματικν βάπτισμα τό συνευδοκεν τος π’ κείνων βεβαπτισμένοις. Ο γάρ δύναται ν μέρει περισχύειν˙ ε δυνήθη βαπτίσαι, σχυσε καί γιον Πνεμα δοναι˙ ε οκ δυνήθη, τι ξω ν, Πνεμα γιον οκ χει, ο δύναται τόν ρχόμενον βαπτίσαι νός ντος βαπτίσματος καί νός ντος γίου Πνεύματος καί μις κκλησίας πό το Χριστο το Κυρίου μν. Τά π’ ατν γινόμενα ψευδ καί κενά πάρχοντα πάντα στιν δόκιμα... καί διά τοτο μες ο σύν Κυρί ντες καί νότητα Κυρίου τηροντες, καί κατά τήν τάξιν ατο χορηγούμενοι τήν ερατείαν ατο ν τ κκλησί λειτουργοντες, σα ο ντικείμενοι ατ, τουτέστιν πολέμιοι καί ντίχριστοι ποιοσιν, ποδοκιμάσαι καί ποποισαι καί πορρίψαι καί ς βέβηλα χειν φείλομεν...».
Σύμφωνα μέ τό ποστολικό ρητό «Ες Κύριος, μία Πίστις, ν Βάπτισμα», ο αρετικοί, φ’ σον δέν εναι μέσα στήν ληθινή πίστη τς Καθολικς ρθοδόξου κκλησίας, δέν μπορον νά χουν ληθινό Βάπτισμα. ν εναι ληθινό τό Βάπτισμα καί τν αρετικν καί σχισματικν, ληθινό καί τν ρθοδόξων, τότε δέν θά χωμεν ν Βάπτισμα, καθώς Παλος βο, λλά δύο, «περ τοπώτατον». Ατς τς Συνόδου τόν κανόνα «πεσφράγισε» καί Στ΄ Οκουμενική, μέ τόν β΄ κανόνα της, πότε, περί ο λόγος κανών, πό κανών τοπικς γίνεται κανών Οκουμενικς Συνόδου.
λλά καί Φιρμιλιανός, πού χρημάτισε ξαρχος στήν Σύνοδο το κονίου καί τόν ποον Μ. Βασίλειος στόν α΄ κανόνα τόν νομάζει «δικόν» του, ς πίσκοπος Καισαρείας κυρώνει καί πορρίπτει τό βάπτισμα τν αρετικν. «Δέν εναι δυνατόν», λέγει, «νά σχυρισθ νά πιστεύση κανείς τι μόνον πίκλησις τν τριν νομάτων τς γ. Τριάδος εναι ρκετή πρός φεσιν τν πλημμελημάτων καί πρός τόν γιασμόν το Βαπτίσματος», ν πρτα καί κενος πού βαπτίζει δέν εναι ρθόδοξος. Συμφωνε μέ τήν γνώμη ατή καί Μ. Βασίλειος, τούς κανόνες το ποίου «πεσφράγισεν» Στ΄ Οκουμενική Σύνοδος: «πώλεσαν», λέγει, «τήν χάριν το γίου Πνεύματος ο αρετικοι καί σχισματικοί καί διεκόπη μετάδοσις ατς πό τήν στιγμή πού πεμακρύνθησαν πό τήν κκλησίαν. Μεταβιβασθέντες δέ στήν τάξη τν λαϊκν, οτε χάρισμα πνευματικόν χουν, οτε νά βαπτίζουν νά χειροτονον χουν ξουσίαν, καί ο ξ ατν βαπτιζόμενοι πρέπει νά ξαναβαπτίζονται μέ τό ληθινόν τς Καθολικς κκλησίας Βάπτισμα». Καί ν μέ τόν α΄ κανόνα του ποδέχεται τήν γνώμην ρισμένων πατέρων τς Μικρς σίας, πού κατ’ οκονομίαν δέχονται τό βάπτισμα τν σχισματικν, μέ τόν 47ον κανόνα του ναφέρει τι «κενος, σέ ντίθεση μέ τούς παραπάνω πατέρας, λους τούς βαπτίζει».
Τήν δια γνώμη χει καί Μ. θανάσιος, το ποίου καί ατο τούς λόγους «πεσφράγισεν» Στ΄ Οκουμενική Σύνοδος. Στόν τρίτο λόγο του Κατά ρειανν, λέγει τά ξς: «Ο ρειανοί κινδυνεύουν καί ες τό πλήρωμα το Μυστηρίου, δηλαδή το Βαπτίσματος. Διότι ν τελείωσις το Βαπτίσματος δίδεται μέ τήν πίκληση το Πατρός καί το Υο, ο δέ ρειανοί δέν θεωρον Πατέρα ληθινόν, μέ τό νά ρνονται τόν ξ ατο μοιον τς οσίας Υόν ληθινόν καί ναπλάττοντες μέ τήν φαντασία τους λλον κ μή ντων κτιζόμενον, πς τό τελούμενον βάπτισμα δέν εναι τελείως νωφελές καί μάταιον;». Φαίνεται μέν κατά προσποίηση τι εναι Βάπτισμα, λλά στήν οσία δέν παρέχει καμμία βοήθεια στήν πίστη καί τήν εσέβεια.
πίσης γιος Γρηγόριος θεολόγος, πευθυνόμενος πρός τούς ρειανούς καί Μακεδονιανούς, τούς θεωρε κατηχουμένους: «άν κόμη χωλαίνης», λέγει, «καί δέν καταδέχεσαι τό τέλειον τς Θεότητος το Υο καί το Πνεύματος, ζήτησε λλον νά σέ βαπτίση μλλον επεν νά σέ πνίξη ν τ βαπτίσματι, πειδή γώ δέν χω δειαν νά χωρίζω τήν Θεότητα το Υο καί το Πνεύματος πό τήν Θεότητα το Πατρός καί νά σέ καταστήσω νεκρόν... πειδή ποια πό τίς τρες ποστάσεις καταβιβάσης πό τό ξίωμα τς Θεότητος, λην τήν γία Τριάδα καταβιβάζεις πό ατό καί τόν αυτόν σου στερες πό τήν τελείωση το Βαπτίσματος». παραίτητος λοιπόν ρος γιά τήν τελείωση το Βαπτίσματος ρθή πίστη.
μοίως καί ο λλοι Πατέρες κατά τόν διο τρόπο διδάσκουν τι «οδείς αρετικός παρέχει γιασμόν διά τν μυστηρίων» καί «τό τν δυσεβν βάπτισμα οχ γιάζει».
Κάθε τι πού φέρεται ς Μυστήριο ξω πό τά παραπάνω κλησιαστικά ρια, δέν ναγνωρίζεται ς Μυστήριο ναφερόμενο στή σωτηρία. Κατ’ κρίβειαν τά μόνα ληθ καί γκυρα Μυστήρια εναι τά ρθόδοξα γιατί ρθόδοξη κκλησία εναι Μία, γία, Καθολική καί ποστολική κκλησία.
Ατό φορ χι μόνο τό Βάπτισμα, ς πρτο Μυστήριο ντάξεως το χριστιανο στήν κκλησία, λλά καί λα τά Μυστήρια τς κκλησίας. ν λυθε τό Μυστήριο το Βαπτίσματος λα παίρνουν τήν κανονική τους σειρά. Ο Πατέρες πως θά δομε εναι αστηροί στήν ξ ντικειμένου ναγνώριση τν μυστηρίων τν τεροδόξων, τν παλαιν καί τν νεωτέρων. ντιμετωπίζουν, στόσο, μέ διαφορετικό τρόπο κάποιες περιπτώσεις νάγκης περιστασιακές περιπτώσεις μεταστροφς τν τεροδόξων στήν ρθοδοξία. Ατές τίς περιπτώσεις τίς ποδέχεται κκλησία μέ τό πνεμα τς οκονομίας, ποία, κατά ναν λακωνικώτατο προσδιορισμό το γ. ναστασίου το Σινατου, ρίζεται ς ξς: «οκονομία στιν κούσιος μεγέθους συγκατάβασις πρός σωτηρίαν τινν πιτελουμένη». πιτρέπει στήν κκλησία, χωρίς νά χάνεται πό τόν σταθερό δρόμο τς «κριβείας», νά παναφέρει σ’ ατήν μέ τήν «οκονομία» τούς περιπλανωμένους. Μόνον ταν προσδιορισθ γιά τήν ρθοδοξία τό «κατ’ κρίβειαν» μπορε νά κατανοηθ τό «κατ’ οκονομίαν». Νά γνωρίζουν πίσης ατό καί ο οκονομούμενοι, τι συνειδητά γίνεται προσωρινά παρέκκλιση πό τήν κρίβεια, γιά νά οκονομηθον πρός καιρόν.
πάρχουν πολλές ναφορές τν Πατέρων στό θέμα τς οκονομίας. ν τίς συγκρίνει κανείς μέ τήν φαρμογή στήν πράξη πολλν συγχρόνων γετν τς κκλησίας θά παρατηρήση τι ο σύγχρονοι δέν «διοικονομον το νομοθέτου τό πρόσταγμα», λλά σαφς τό παραβαίνουν χωρίς νά φελον τούς οκονομουμένους. Τρανταχτό παράδειγμα τό κοινό κείμενο πού ξεδόθη στήν διάσκεψη το Μπαλαμάντ, τόν ούλιο το 1993, που πιχειρεται πλήρης κοινωνία τν ρθοδόξων καί τς λατινικς κκλησίας δι’ μοιβαίας ναγνωρίσεως τς ερωσύνης καί τν λοιπν Μυστηρίων, χωρίς νά ρθον ο δογματικές καί κκλησιολογικές διαφορές. Εναι πρώτη φορά πού ο ρθόδοξοι παραδέχονται πισήμως τήν θεωρίαν τν κλάδων.
7ος κανών τς Β΄ Οκουμενικς Συνόδου καί 95ος τς Στ΄ δέν πέβαλαν σέ λους τούς αρετικούς τό Βάπτισμα σύμφωνα μέ τόν παραπάνω ποστολικό κανόνα καί τούς κανόνας τν λοιπν Πατέρων πού ναφέρθηκαν, ν καί δια Στ΄ Οκουμενική Σύνοδος στόν β΄ κανόνα της, τούς δέχθη. λλων αρετικν δέχθησαν τό Βάπτισμα καί λλων χι.
Νά ναφέρουμε χαρακτηριστικά τήν ρήση το Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Νικολάου το Α΄ το Μυστικο, ποος κφράζει τήν συμφωνία τν Πατέρων μέ ρεαλιστικό τρόπο. Λέγει: «Οκονομία μέν σωτηριώδης στι συγκατάβασις, σώζουσα τόν μαρτηκότα, χερα βοηθείας ρέγουσα καί νιστσα το πτώματος τόν πεσόντα, οχί τ πτώματι πιτρέπουσα κεσθαι, μλλον δέ πρός λεηνόν βάραθρον συνωθοσα˙ οκονομία στι μίμησις τς θείας φιλανθρωπίας, ρπάζουσα το καθ’ μν ρυομένου θηρός τόν μέλλοντα τ κείνου λέθρ καταπίνεσθαι στόματι».
δ φαίνεται νά πάρχει μιά ντίθεση σέ τι φορ τήν κρίβεια ν σχέσει μέ τήν οκονομία. ν διδάσκουν τήν κρίβεια φαίνεται τι τήν γκαταλείπουν ποδεχόμενοι τήν οκονομία. Ο Πατέρες προβληματίζονται κυρίως γιά τό Βάπτισμα. δη στήν ρθόδοξη κκλησία χουμε πολλούς τρόπους Βαπτίσματος. κατ’ οκονομίαν ποδοχή το βαπτίσματος ρισμένων αρετικν κ μέρους τς κκλησίας, δέν ταν σέ τελεία παρέκλιση πό τήν κρίβεια. Στόχο εχε τήν εσοδο τν οκονομουμένων στήν κατ’ κρίβειαν ζωή τς κκλησίας.
Γιά νά γεφυρώσει ατή τήν διαφορά γιος Νικόδημος καί νά λύση τήν πορία, σέ σους δέν μπορον νά ντιληφθον ρθόδοξα τήν διακυβέρνηση τς κκλησίας, ναφέρει τά ξς:
Στήν κκλησία φυλάττωνται δύο εδη κυβερνήσεως καί διορθώσεως τν σφαλμάτων. Τό να νομάζεται κρίβεια, τό δέ λλο νομάζεται οκονομία καί συγκατάβαση. Μέ ατά τά δύο ο το Πνεύματος οκονόμοι κυβερνον τήν σωτηρία τν ψυχν, πότε μέ τό να, πότε μέ τό λλο. Ο γιοι πόστολοι καί ο προμνημονευθέντες γιοι, φήρμοσαν τήν κρίβεια καί πέβαλαν τελείως τό βάπτισμα τν αρετικν. Ο δέ δύο Σύνοδοι μετεχειρίσθησαν τήν οκονομία. λλων δέχθησαν τό βάπτισμα (ρειανν καί Μακεδονιανν), λλων δέ χι (Ενομιανν κ.λπ.). Οκονόμησαν τσι τά πράγματα, πρτον, πειδή κατά τήν ποχή τς Β΄ Οκουμενικς Συνόδου κμαζαν ο ρειανοί καί Μακεδονιανοί, ο ποοι χι μόνον σαν κατά τό πλθος πολλοί, λλά εχαν καί μεγάλες δυνάμεις κοντά στούς βασιλες καί ρχοντας καί τήν Σύγκλητον. Μέ ατόν τόν τρόπο πίστευαν τι θά τούς λκυαν στήν ρθοδοξία καί θά τούς διώρθωναν εκολώτερα˙ καί δεύτερον, ντελήφθησαν ο Πατέρες τι μέ τήν οκονομία δέν θά τούς ρέθιζαν, οτε θά τούς ξαγρίωναν ναντίον τς κκλησίας, στε νά γίνη μεγαλύτερο κακό. πως λέγει χαρακτηριστικά: «οκονομήσαντες τούς λόγους ατν ν κρίσει ο θεοι Πατέρες, συγκατέβησαν νά δεχθον τό βάπτισμα ατν».
ξ ατίας ατς τς συγκαταβάσεως Στ΄ Οκουμενική Σύνοδος λθε σέ ντίθεση καί μέ τόν αυτό της καί μέ τήν Β΄ Οκουμενική. Μέ τόν αυτό της λθε σέ ντίθεση γιατί μέ τόν β΄ κανόνα της δέχθη τούς ποστολικούς κανόνες, τούς κανόνες τς Καρχηδόνος καί τν λλων Πατέρων, ν μέ τόν 95ον δέν πέβαλλε λων τν αρετικν τό βάπτισμα. Μέ τήν Β΄ Οκουμενική δέ, διότι δέχθη τήν κρίβεια τν ποστολικν κανόνων καί τν λοιπν Πατέρων, ν κενοι δέχθησαν τό βάπτισμα ρισμένων αρετικν. Μέ ατόν τόν τρόπο φησαν νά ννοήσουμε τι στήν κκλησία σχύουν καί τά δύο καί κρίβεια καί κατά τάς περιστάσεις οκονομία. Τό κύριον μως καί κατ’ ξοχήν σχύον στοιχεον στήν ρθόδοξη θεολογία καί πράξη εναι κρίβεια. Ατή ποτελε τήν κκλησιολογική καί μυστηριολογική βάση τς δομς τς κκλησίας. οκονομία εναι μιά παράλληλη ρχή στή ζωή τς κκλησίας πού δίνει διέξοδο σέ μερικές περιπτώσεις, χωρίς νά παραμερίζωνται ατά πού σχύουν κατ’ κρίβειαν σ’ ατήν.
Δεύτερος λόγος πού συγκατένευσαν ο Πατέρες, τούς μέν ρειανούς καί Μακεδονιανούς νά τούς δεχθον χωρίς ναβαπτισμό, τούς δέ Ενομιανούς καί Σαβελιανούς, πού εναι σοδύναμοι στίς αρετικές δοξασίες, νά τούς ναβαπτίσουν, εναι τό γεγονός τι ο μέν πρτοι «φύλαττον παράλλακτον καί τό εδος καί τήν λην το Βαπτίσματος τν ρθοδόξων» καί βαπτίζοντο κατά τόν τπον τς Καθολικς κκλησίας, τουλάχιστον πρό τς συγκλήσεως τς Β΄ Οκουμενικς Συνόδου, ο δέ δεύτεροι, τν ποίων τό βάπτισμα δέν δέχθησαν, παραχάραξαν τήν τελετή το Βαπτίσματος καί διέφθειραν ετε τόν τρόπον το εδους, δηλαδή τν πικλήσεων, ετε τήν χρήση τς λης, δηλαδή τν καταδύσεων καί ναδύσεων, βαπτιζόμενοι μέ μία μόνον κατάδυση. Γεγονός εναι τι δεύτερος τοτος λόγος τς φαρμογς τς οκονομίας δέν εναι σχυρός. σχυρότερος εναι πρτος λόγος πού ναφέρθηκε.
Κάνοντας γιος Νικόδημος λη ατή τήν στορικοεκκλησιαστική ναφορά, χωρίς νά τήν θεωρ περιττή, τήν προβάλλει ς ναγκαιότατη γιά λους τούς καιρούς, κυρίως μως στήν σύγχρονη ποχή που γίνεται μεγάλη λογοτριβή καί προκαλε μεγάλη μφισβήτηση τό τν Λατίνων βάπτισμα, ς καί ποδοχή το μικτο γάμου, μερικές φορές καί το κοινο ποτηρίου. τριβή δέν γίνεται μόνον μεταξύ μν τν ρθοδόξων καί τν Λατίνων, λλά καί μεταξύ μν καί τν Μονοφυσιτν καί ντιχαλκηδονίων λλά καί τν φίλων ατν ρθοδόξων.
Δέν διστάζη δέ νά τοποθετηθ ξ ρχς εθέως τι, σύμφωνα μέ ατά πού επώθηκαν, τό βάπτισμα τν Λατίνων, ς καί ποιοδήποτε βάπτισμα αρετικν, εναι ψευδώνυμο βάπτισμα. Γι’ ατό οτε μέ τόν λόγο τς κριβείας γίνεται δεκτό, οτε μέ τόν λόγο τς οκονομίας.
Μέ τόν λόγο τς κριβείας δέν γίνεται δεκτό, πρτον, γιατί εναι αρετικοί. Τό τι εναι αρετικοί δέν χωράει καμμιά μφισβήτηση. Παραπέμπει στόν γιώτατο Πατριάρχη εροσολύμων Δοσίθεο, τόν νομαζόμενον παπομάστιγα, ποος ποδεικνύει τίς αρετικές κακοδοξίες τν Λατίνων. ς πίσης καί στόν γιο Μρκο τόν πίσκοπο φέσου τόν Εγενικό, ποος παρρησία λέγει τά ξς: «μες δι’ οδέν λλον πεσχίσθημεν τν Λατίνων λλ’ τι εσιν, ο μόνον σχισματικοί, λλά καί αρετικοί». λλά καί τό γεγονός τι τόσους αἰῶνες πστρεφόμαστε τούς Λατίνους ς αρετικούς, καθώς καί τούς ρειανούς καί Σαβελλιανούς καί τούς πνευματομάχους καί τούς Μακεδονιανούς. φ’ σον λοιπόν εναι αρετικοί, χι μόνον δέν μπορομε, π’ οδενί λόγ νά νωθομε μαζί τους, λλά καί ς πωλέσαντες τήν νεργόν Χάριν το γίου Πνεύματος, τούς θεωρομε οσιαστικά βάπτιστους.
Δεύτερον, δέν γίνεται δεκτό οτε μέ τόν λόγο τς οκονομίας, πειδή δέν φυλάττουν τίς τρες καταδύσεις στόν βαπτιζόμενο, πως ρθόδοξος κκλησία παρέλαβε πό τούς ποστόλους καί Πατέρας. Καινοτομήσαντες πρτοι τό ποστολικόν Βάπτισμα ρίχνουν μέ μία δέσμη τριχν στό μέτωπο το βρέφους λίγες ρανίδες δατος. «ν τρισί γάρ καταδύσεσι καί σαρίθμοις τας πικλήσεσι τό Μυστήριον το Βαπτίσματος τελειοται, να καί το θανάτου τύπος ξεικονισθ καί τ παραδόσει τς θεογνωσίας τάς ψυχάς φωτισθμεν ο βαπτιζόμενοι», μαρτυρε Μ. Βασίλειος.
φ’ σον, λοιπόν, σύμφωνα μέ τά παραπάνω, ο Λατίνοι δέν μπορον νά τελειώσουν ς αρετικοί καί παραχαράκτες τό ν Βάπτισμα τς κκλησίας, πειδή πώλεσαν τήν τελεταρχική Χάρη, στω κι ν προφέρουν τίς τρες πικλήσεις τς γίας Τριάδος, γιος φιστ τήν προσοχή σ’ κείνους πού δέχονται τό ράντισμα τν Λατίνων. χουν καθκον νά στοχασθον τί θά ποκριθον στήν αθεντία το ποστολικο κανόνος καί τν λοιπν Πατέρων πού διδάσκουν τά ντίθετα. Προβάλλουν, λέγει, ο δεφένσορες ατοί το Λατινικο ψευδοβαπτίσματος, τι κκλησία μας συνήθισε νά τούς δέχεται κατά τήν πιστροφή τους μέ γιο Μρο. Καί ατό κόμη ν γίνεται φανερώνει καθαρά τι συμβαίνει πειδή εναι αρετικοί. Πολύ περισσότερο ατό σχύει γιά λες τίς παραφυάδες τν Προτεσταντν καί μαρτύρων το Γιεχωβ.
Οτε, μως, μπορε κκλησία σήμερα νά μεταχειρισθ τήν Οκονομία τς Β΄ καί Στ΄ Οκουμενικς Συνόδου. Διότι ο θεοι Πατέρες πού φήρμοσαν τήν οκονομία, παραμερίζοντας προσωρινά τούς ποστολικούς κανόνας μέ τήν λπίδα τς πιστροφς των, πέτυχον το σκοπο τούτου. Καί μέ τήν οκονομία ατή αρετικοί γιναν μερώτεροι καί πέστρεψαν στήν εσέβεια καί σέ λίγους χρόνους τελείως ξέλιπον μειναν πολλοί λίγοι.
Δέχεται γιος Νικόδημος τι καλς ο πρό μν Πατέρες οκονόμησαν καί ποδέχθησαν μέ Θεο Μρο τούς Λατίνους τς ποχς κείνης, διότι παπισμός τότε κμαζε καί κατεχε λες τίς δυνάμεις τν Βασιλείων τς Ερώπης, τό δέ δικό μας Βασίλειο πνεε τά λοίσθια. ταν τότε νάγκη νά γίνη ατή οκονομία, γιά νά μή ξεγείρη πάπας τά λατινικά γένη ναντίον τν νατολικν, στε νά αχμαλωτίζουν καί νά φονεύουν καί μύρια λλα κακά καί δεινά νά πράττουν. Τώρα μως πού λύσσα το παπισμο δέν σχύει καί Θεία Πρόνοια κατέβαλε τήν πηρμένην φρύν τν παπικν, τί χρειάζεται πλέον οκονομία; οκονομία χει μέτρα καί ρια, καί δέν εναι παντοτινή καί όριστη. Τήν στιγμήν μάλιστα πού στόν παπισμό συνεχίζει νά πάρχει νυποχώρητη καί σατανική πιμονή στήν αρεση.
γιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας ναφέρει τά ξς: « κατ’ οκονομίαν λοιπόν ποιν τι, οχ ς πλς καλόν τοτο ποιε, λλ’ ς πρός καιρόν χρειδες». Εναι κακή οκονομία, λέγει γιος Νικόδημος, ατή πού οτε τούς Λατίνους μπορομε νά πιστρέψωμε, λλά καί μες γινόμεθα παραβάται τν ερν κανόνων, δεχόμενοι τό ψευδοβάπτισμα τν αρετικν. «Οκονομητέον γάρ νθα μή παρανομητέον», λέγει γιος ωάννης Χρυσόστομος.
ως του φαρμοσθ οκονομία, πάντως, ο νατολικοί βάπτιζον τούς Δυτικούς, καθώς μαρτυρε ν Λατεραν τς Ρώμης τοπική Σύνοδος το 1215. Καθώς πίσης τι δέν λειτουργοσαν σέ ναούς πού πρότερον λειτούργησαν ο Λατίνοι, ν πρτα δέν τελοσαν γιασμό.
Τς οκονομίας λοιπόν παρελθούσης, κρίβεια καί τήρηση τν κανόνων τς κκλησίας παίρνουν τήν φυσική τους θέση.
Περαίνοντας τήν μικρή εσήγηση ατή θέλω νά πογραμισθ μέ τρες κουβέντες τό ξς: πειδή ρθόδοξος κκλησία εναι μόνη ποστολική καί Καθολική κκλησία καί ταμειοχος τς Χάριτος τς γίας Τριάδος, ο ποιμένες της πρέπει νά δείχνουν τήν πνευματική τους εαισθησία: νά εναι σταθεροί καί νυποχώρητοι στήν κρίβεια πού διασφαλίζει τήν ποστολικότητα καί τόν πλοτο τς Πεντηκοστς καί εέλικτοι καί διακριτικοί στήν ποιμαντική τους διακυβέρνηση, στε νά υοθετον, ν χρειασθ, τήν συγκατάβαση χωρίς νά ποκλίνουν πό τά παραδεδομένα, «κμιμούμενοί πως τούς Πατέρας μν».-