Ονομάσθηκε
έτσι καθότι τα Τίμια Δώρα καθαγιάζονται κατά τη Θεία Λειτουργία της
προηγούμενης Κυριακής και παρατίθενται στην Αγία Τράπεζα μόνο για την Θεία
Κοινωνία. Τελείται μόνο κατά τις νηστίσιμες ημέρες της Αγίας και Μεγάλης
Τεσσαρακοστής. Η όλη ακολουθία είναι μια προπαρασκευή για τη Θεία Κοινωνία. Ο
49ος κανόνας της εν Λαοδικεία Συνόδου, απαγορεύει ρητώς τη τέλεση
τέλειας Λειτουργίας, κατά τις νηστίσιμες ημέρες της Μ. Τεσσαρακοστής, κατά τις
οποίες απαγορεύονταν να εορτάζονται οι μνήμες των Μαρτύρων και των Αγίων, οι
οποίες μετατίθονταν το Σάββατο ή την Κυριακή. Ακόμη, Ο 52 κανόνας της 6ης
Οικουμενικής Συνόδου διακελεύει τα ακόλουθα : «Εν πάσαις ταις της αγίας
Τεσσαρακοστής των νηστειών ημέραις, παρεκτός Σαββάτου και Κυριακής και της
αγίας του Ευαγγελισμού ημέρας, γινέσθω η των προηγιασμένων ιερά Λειτουργία».
Έτσι, η ανάγκη να κοινωνούν οι χριστιανοί και κατά τις ημέρες της νηστείας της
Σαρακοστής, οδήγησε στην συγγραφή της Θείας Λειτουργίας των Προηγιασμένων Δώρων.
Ο συγγραφέας της αρχαίας τούτης λειτουργίας είναι άγνωστος. Ορισμένοι θεωρούν ότι
ίσως είναι Γρηγόριος ο Διάλογος, γι΄ αυτό και μνημονεύεται το όνομά του στην
απόλυση. Άλλοι πάλι, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανός. Ο τελευταίος,
φαίνεται ότι διέταξε τον συνδυασμό της με την ακολουθία του Εσπερινού. Στην
αρχαιότητα της εν λόγω Λειτουργίας, πλην των ανωτέρω, συνηγορεί και ο
Χερουβικός ύμνος «Νυν αι δυνάμεις», ο οποίος εισήχθηκε πολύ πριν την 6η
Οικουμενική Σύνοδο. Τα κυριότερα μέρη της είναι η Προσκομιδή και η Κοινωνία. Κατά
τον Εσπερινό παραθέτουν οι λειτουργοί τα Προηγιασμένα Δώρα στην πρόθεση,
προκειμένου να προσκομισθούν στην Αγία Τράπεζα. Η Προσκομιδή, τελείται κυρίως
κατά τον χερουβικό ύμνο. Ο Εσπερινός τελείται ως το «Κύριε εκέκραξα» με τη συνήθη τάξη. Μόνη διαφορά ότι αναγινώσκονται
οι ωδές των αναβαθμών αντί άλλου καθίσματος του Ψαλτηρίου. Τότε παρατίθενται
στην τράπεζα της Προθέσεως τα Προηγιασμένα Δώρα. Μετά την είσοδο και τα
αναγνώσματα, ο λειτουργός κρατώντας λαμπάδα και θυμιατό, θυμιάζει και σφραγίζει
σταυροειδώς την Αγία Τράπεζα εκφωνώντας : «Σοφία. Φως Χριστού Φαίνει πάσι»,
και ακολούθως σφραγίζει με τον ίδιο τρόπο και τον λαό. Μετά από αυτά, ψάλλεται
το «Κατευθυνθήτω
η προσευχή μου» με γονυκλισίες. Ακολουθούν οι εκτενείς και από της
Τετάρτης της Μεσονηστίμου (Γ΄ εβδομάς) εβδομάδος, λέγονται και άλλα διακονικά
υπέρ των προς το Βάπτισμα προσερχομένων Κατηχουμένων, το οποίο μας υπενθυμίζει
την αρχαία συνήθεια. Αντί χερουβικού ύμνου ψάλλεται το : «Νῦν αἱ Δυνάμεις τῶν οὐρανῶν σὺν
ἡμῖν ἀοράτως λατρεύουσιν. Ἰδοὺ γὰρ εἰσπορεύεται ὁ Βασιλεὺς τῆς δόξης. Ἰδοὺ θυσία μυστική, τετελειωμένη, δορυφορεῖται. Πίστει
καὶ πόθῳ προσέλθωμεν, ἵνα μέτοχοι ζωῆς αἰωνίου γενώμεθα. Ἀλληλούϊα», ο οποίος εισήχθηκε στη Λειτουργία το 612. Η Μεγάλη
είσοδος γίνεται μετά το : «Ἰδοὺ γὰρ εἰσπορεύεται ὁ Βασιλεὺς τῆς
δόξης», σιωπηλώς και χωρίς μνημόνευση, αφού τα Τίμια Δώρα είναι
προηγιασμένα. Οι δε ευλαβείς χριστιανοί γονατιστοί δέονται του Αγίου Θεού. Ακολουθούν
τα πληρωτικά, η Κυριακή Προσευχή, και μετά την εκφώνηση : «Πρόσχωμεν, τα Προηγιασμένα Άγια
τοις Αγίοις», όπου ο ιερεύς με καλυμμένη την κεφαλή υπό του αέρος, άπτεται
του Ζωοποιού Άρτου μετ΄ ευλαβείας και φόβου πολλού, και εν συνεχεία μετά το : «Εἷς
Ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός. Ἀμήν», ψάλλεται αντί Κοινωνικού ο αρχαιότατος ύμνος :
«Γεύσασθε
καὶ ἴδετε, ὅτι χρηστὸς ὁ Κύριος, Ἀλληλούϊα». Εν συνεχεία ακολουθεί η Κλάσις
και η Κοινωνία, και αντί του : «Είδομεν
το φως το αληθινόν», ψάλλεται το : «Εὐλογήσω τὸν Κύριον ἐν παντὶ καιρῷ διὰ
παντὸς ἡ αἴνεσις αὐτοῦ ἐν τῷ στόματί μου. Ἄρτον οὐράνιον, καὶ ποτήριον ζωῆς
γεύσασθε καὶ ἴδετε ὅτι χρηστὸς ὁ Κύριος. Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα»,
στίχοι του 33ου ψαλμού, ενώ όλος ο ύμνος (μαζί με τον 144ο)
αναγινώσκεται κατά τη διάρκεια της διανομής του αντίδωρου προ της απόλυσης.
ΠΗΓΗ : ΠΡΩΤ. Π. ΡΟΜΠΟΤΟΥ, ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ, ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ 1884, σσ. 60-63.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου