"Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς" (Κατά Ιωάννη 8,32).

Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2018

ΟΠΤΑΣΙΑ ΩΦΕΛΙΜΟΣ ΜΟΝΑΧΟΥ ΤΙΝΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ Γ΄


Και στο μεν δεξιό μέρος αυτής της πύλης, ήταν ιστορημένος ο Κύριος, καθήμενος επί θρόνου, εις δε το αριστερό μέρος η Κυρία ημών Θεοτόκος καθήμενη επί θρόνου. Στην σάλα ευρίσκονταν ένα αναρίθμητο πλήθος, ανθρώπων ντυμένων όλων με όμοια καλογερική στολή, κόκκινη σαν το αίμα, οι οποίοι έλαμπαν ως αστραπή, κρατούσαν στα χέρια τους Σταυρό και κλαδιά και η ωραιότης και το κάλλος τους ήταν επίσης ανεκδιήγητα. Μας πλησίασαν για να μας προϋπαντήσουν, μας δέχθηκαν με πολύ χαρά και είπαν στον μοναχό με γλυκύτατη φωνή : «Αδελφέ, έως πότε θα σε περιμένουμε, και δεν βιάζεις τον εαυτό σου ;» Κατόπιν στον οδηγό του Άγιο Γεώργιο : «Αδελφέ Γεώργιε να τον πήρες υπό την εξουσία σου ; Λοιπόν πότε θα μας τον φέρεις ;» Και ο άγιος απήντησε :  «όταν γίνει το θέλημα του Κυρίου».

Τότε πήραν αυτοί τον μοναχό από τα χέρια, και κρατώντας τα του έδειξαν μεγάλη αγάπη. Ύστερα στάθηκαν με ευλάβεια μπροστά στην Κυρία Θεοτόκο ο οδηγός και οι λοιποί μαζί με τον μοναχό, άρχισαν να ψάλλουν το «Άξιον εστίν ως αληθώς». Κατόπιν, πήρε τον μοναχό ο άγιος Γεώργιος και αφού έκαμαν 3 φορές τον Σταυρό τους, προσκύνησαν την αγία εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Το ίδιο έκαμαν και οι λοιποί άγιοι, λέγοντας στον αδελφό : «αυτά που βλέπεις, για σένα γίνονται, για να αισθανθείς για όσα βλέπεις και ακούς, ότι είναι ενέργεια της ευσπλαχνίας του Θεού και όχι φαντάσματα δαιμόνων. Αφού παραμέρισαν για λίγο οι άγιοι, έμεινε εκεί μόνο ο άγιος Γεώργιος και ο αδελφός, και τότε ξαφνικά άνοιξε η πύλη από μόνης της και ξεχύθηκε έξω άμετρο φως, το οποίο περικύκλωσε όλους και όλα. Τότε, αφού στάθηκε ο μοναχός μπροστά στη πύλη, παρατηρούσε εσωτερικά με μεγάλη έκπληξη αρκετή ώρα, και άκουσε στη ψυχή του μια γλυκύτατη φωνή να λέει : «Μεγάλη είναι η ευσπλαχνία σου Κύριε στους υιούς των ανθρώπων».

(…) Είδε Ναό παμμέγιστο, με ακατανόητο σχέδιο και η ευπρέπεια της ωραιότητάς του ανεκδιήγητη. Στο μέσο του Ναού ήταν θρόνος υψηλός και ένδοξος, ο οποίος φαινόταν σαν καιόμενοι άνθρακες και έλαμπε όπως ο ήλιος. Στον θρόνο κάθονταν ο Βασιλεύς της δόξης, και γύρω του στέκονταν άνθρωποι, πολλοί στον αριθμό, και αρκετοί εξ αυτών ήσαν νέοι και ντυμένοι με στρατιωτική στολή. Η ηλικία του Βασιλέως ήταν όπως φαίνεται ιστορημένος στην εικόνα, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. (…) Από δε το φως που έβγαινε από το πρόσωπο του Βασιλέως σαν να έλαμπαν χίλιες χιλιάδες και μύριες μυριάδες ήλιοι, και έλαμπε όλος ο Ναός υπερβολικότατα, μαζί με τους Δικαίους και τους Αγίους, οι οποίοι έμοιαζαν με τον ίδιο τον Βασιλέα της δόξης. (…).

Ο μοναχός στάθηκε για λίγο έξω της πύλης και θωρούσε με έκπληξη το μεγαλείο και τη δόξα εκείνη, βλέπει τον οδηγό άγιο Γεώργιο να εισέρχεται στον Ναό για να προσκυνήσει τη δόξα του Βασιλέως, και αφού επιστρέψει να πάρει μαζί τον μοναχό που δεν ακολουθούσε, ακούει τον Βασιλιά να λέγει : «Γεώργιε, άφησε αυτόν έξω, διότι δεν είναι άξιος να εισέλθει, αφού δεν έχει ένδυμα Γάμου». Τότε ο μεν αδελφός που άκουσε την απόφαση αυτή του Κυρίου, έμεινε έξω φοβούμενος μήπως ο Κύριος τον καταδικάσει, αλλά πάλι ενθαρρύνεται από την αγάπη, που είχε προς τον Βασιλιά ο οδηγός του άγιος Γεώργιος. Αμέσως μόλις μπήκε μέσα ο άγιος Γεώργιος, τα τάγματα των Αγίων τον τίμησαν με μεγαλοπρέπεια ως άρχοντα του Βασιλέως της δόξης, αλλά και ο Πανάγαθος Βασιλέας τον τίμησε πάρα πολύ, διότι μόλις τον πλησίασε ο άγιος, σηκώθηκε από το θρόνο του ο Βασιλεύς, τον δέχθηκε με μεγάλη χαρά και τον ασπάσθηκε, ενώ στην συνέχεια κάθισε στον θρόνο της δόξης. Ο άγιος Γεώργιος έβαλε τρεις μετάνοιες και προσκύνησε με ευλάβεια τον Βασιλέα Χριστό, του οποίου αφού ασπάστηκε τους άχραντους πόδες, στάθηκε ταπεινά μπροστά του και είπε : «Κύριε, θυμήσου το αίμα που έχυσες πάνω στον Σταυρό, για την σωτηρία των αμαρτωλών και συγχώρησε αυτή την ψυχή, και οδήγησε αυτήν εις οδό σωτηρίας. άβυσσος είναι Κύριε, το πέλαγος της ευσπλαχνίας σου, και δεν έχεις ανάγκη από τα έργα του.

Τότε αποκρίνεται ο Βασιλεύς και του λέγει : «Γεώργιε, γνωρίζεις καλά την αγάπη που έδειξα σ’ αυτόν, καθώς και την χάρη που του έδωσα, φανέρωσα σε αυτόν τα απόκρυφα μυστήρια της δικής μου ειλικρινούς αγάπης, (…) αυτός δε έχοντας στην ψυχή του την αγάπη μου, την καταφρόνησε και προτίμησε την αμέλεια και προσπάθεια του κόσμου και όχι εμένα, και γι’ αυτό δεν είναι άξιος συγχωρήσεως.

Και πάλι για δεύτερη φορά απεκρίθηκε ο άγιος Γεώργιος λέγοντας : «Ναι, Κύριε, αν τον κρίνεις με την δικαιοσύνη Σου είναι άξιος τιμωρίας, αλλά Σε παρακαλώ συγχώρεσέ τον, και ας υπερπερισσεύσει η χάρις και η άπειρη ευσπλαχνία σου σ’ αυτόν. Και αφού γονάτισε μπροστά στα άχραντα πόδια του Βασιλέως Χριστού, ο άγιος Γεώργιος με μεγάλη ταπείνωση είπε : «Κύριε ενθυμήσου το αίμα μου που έχυσα για την αγάπη σου και χάρισέ μου αυτή την ψυχή. Ναί ! Κύριε, συγχώρησε αυτόν, σε παρακαλώ, και αξίωσέν τον να πιεί το ποτήριο το οποίο επιθυμούσε πάντα».

 (Συνεχίζεται)

ΠΗΓΗ : «ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ», έτος 26ο, 1961, σσ. 111 κ.ε.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου