"Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς" (Κατά Ιωάννη 8,32).

Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016

Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ - ΠΑΝΤΕΛΗ Β. ΠΑΣΧΟΥ


Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου εἶν’ ἕνα θαῦμα, ποὺ μόνον ὁ πολὺ πνευματικός, δηλαδὴ ὁ πολὺ πιστὸς ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ τὸ νιώσει. Γι’ αὐτὸ κι ὅταν ἀκοῦμε ἢ μιλοῦμε γι’ αὐτὸ τὸ θέμα, πρέπει νὰ παρακαλοῦμε τὸ Θεὸ νὰ μᾶς φωτίζει τὴν καρδιὰ καὶ τὴ διάνοια ἢ νὰ λέμε: «φώτισόν μου τὸ σκότος», ὅπως ἔλεγε στὴ συχνὴ προσευχή του ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, γιὰ νὰ νιώθουμε τί μέγα Μυστήριον εἶναι ὁ Εὐαγγελισμός, καὶ πόσο μεγάλη σημασία ἔχει γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς τοῦ κάθε χριστιανοῦ. Καὶ εἶναι μέγα θαῦμα καὶ Μυστήριο, γιατὶ ποτὲ δὲν ἀκούστηκε, οὔτε ἔγινε, οὔτε θὰ ξαναγίνει: μιὰ Παρθένος-Μητέρα, καὶ μιὰ Παρθένος, μὲ φύση καὶ σάρκα ἀνθρώπινη, Μητέρα τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ!

Τὰ γεγονότα εἶναι γνωστὰ ἀπὸ τὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο. Σὰν ἔφτασε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, κι ἀποφάσισε ὁ Θεὸς νὰ στείλει τὸν Μονογενῆ του, νὰ σαρκωθεῖ καὶ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν ὄλεθρο καὶ τὴ φθορὰ τῆς ἁμαρτίας, ἔστειλε τὸν Ἀρχάγγελό του Γαβριὴλ νὰ χαιρετήσει τὴν Ἀειπάρθενη, μνηστευμένη τότε μὲ τὸν Ἰωσήφ, σὲ μιὰ πολίχνη τῆς Γαλιλαίας, τὴ Ναζαρέτ: «Χαῖρε, Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί»! Καὶ μαζὶ μὲ τὸν ἀρχαγγελικὸν αὐτὸ ἀσπασμό, ἀκούγει ἡ Παρθένος καὶ τὸ χαρμόσυνο καὶ σωτήριον ἄγγελμα: «Μὴ φοβοῦ Μαριάμ εὗρες γὰρ χάριν παρὰ τῷ Θεῷ. Καὶ ἰδοὺ συλλήψῃ ἐν γαστρὶ καὶ τέξῃ υἱόν, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν. Οὗτος ἔσται μέγας καὶ υἱὸς ὑψίστου κληθήσεται». Μ’ αὐτοὺς τοὺς λόγους τοῦ Ἀγγέλου, ἡ Παρθένος ἐταράχθη. Καὶ ρωτάει μὲ ἀπορία τὸν Ἄγγελο Κυρίου: «Πῶς ἔσται τοῦτο, ἐπεὶ ἄνδρα οὐ γινώσκω»; Μὰ ὅταν ἀκούει ἀπ’ τὸν Ἄγγελο, «Πνεῦμα ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ καὶ δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι διὸ καὶ τὸ γεννώμενον ἐκ σοῦ ἅγιον, κληθήσεται Υἱὸς Θεοῦ», ἡ Παναγία σκύβει τὸ κεφάλι της καὶ δέχεται μὲ ταπείνωση τὸ θεῖο πρόσταγμα: «Εἶπε δὲ Μαριάμ ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου».

Δὲν φέρνει καμμιὰ ἀντίρρηση στὰ λόγια τοῦ Ἀγγέλου. Εἶπε μὲ πολλὴν εὐλάβεια τὴν ἀπορία της, κ’ ἔλαβε ἀπ’ τὸν Ἄγγελο τὴν ἀπάντηση, πὼς ἡ σύλληψη τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ στὴν πάναγνη σάρκα τῆς Παρθένου, θὰ γίνει μὲ ὑπερφυσικὸ τρόπο, μὲ τὴν παντοδύναμη χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Κι ἀπὸ κείνη τὴ στιγμή, εὐθὺς ὁ θεῖος Λόγος σωματώθηκε μέσα στὴν ἄχραντη κοιλία της, ὅπου «ἐπῆλθε πρῶτα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον καὶ ηὐπρέπισε θεοπρεπῶς τὸ θεοδόχον ἐκεῖνο σκήνωμα».

Ποιός ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ συλλάβει τὸ ἄπειρο βάθος τοῦ Μυστηρίου τοῦ Εὐαγγελισμοῦ; Ὁ θεῖος Λόγος, γίνεται ἐκεῖνο ποὺ δὲν ἦταν, δηλαδὴ ἄνθρωπος καὶ γινόμενος ἄνθρωπος, μένει πάλι κ’ ἐκεῖνο ποὺ ἦταν, δηλ. Θεός. Ἀλλὰ καὶ ἡ Παναγία ἔγινε ἐκεῖνο ποὺ δὲν ἦταν, δηλαδὴ Μητέρα, καὶ ἔμεινε κ’ ἐκεῖνο ποὺ ἦταν πρῶτα, δηλαδὴ Παρθένος! Μυστήρια, ποὺ ἂν δὲν πιστεύει ὁ ἄνθρωπος στὴν ἀγάπη καὶ στὴν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ, ὅσο καὶ νὰ παιδέψει τὸ μυαλό του δὲν πρόκειται ποτὲ νὰ τὰ κατανοήσει.

Ἂν ὅμως οἱ ἄνθρωποι τοῦ ὀρθοῦ λόγου, δὲν ἠμποροῦν νὰ εἰσχωρήσουν στὸ Μυστήριο καὶ τὸ θαῦμα μὲ τὸ μυαλό τους, οἱ ἄνθρωποι τῆς πίστεως αἰσθάνονται, μὲ τὶς πνευματικὲς αἰσθήσεις τους καὶ τὴ χριστιανικὴ καρδιά τους, τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ νὰ βάζει μιὰ γέφυρα μεταξὺ τῶν Οὐρανῶν καὶ τῆς γῆς, γιὰ ν’ ἀνεβοῦν κοντά του. Ἀπ’ αὐτὴ τὴ θεία γέφυρα κατέβηκε κοντά μας ὁ Χριστός, κι ἀπὸ τὴν ἴδια γέφυρα, μπορεῖ ὁ κάθε πιστός, μὲ τὶς πρεσβεῖες καὶ τὶς ἱκεσίες της πρὸς τὸν Υἱόν της καὶ Θεόν, νὰ περάσει ἀπὸ τὴ χώρα τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν βασάνων, στὴ χώρα τοῦ Παραδείσου τῆς τρυφῆς. Κ’ ἔχει τόση δύναμη ἡ μεσιτεία της, ὥστε κάποιος ἅγιος, χρησιμοποιώντας τὴν ὑπερβολή, βέβαια, νὰ τὴν ὀνομάζει «μετὰ Θεὸν Θεόν»!

Διαβᾶστε λίγες γραμμὲς ἀπὸ ἕνα λόγο  τοῦ Ἐπισκόπου Καλαβρύτων καὶ ἱεροκήρυκα τοῦ δούλου Γένους Ἠλία Μηνιάτη, εἰς τὸν Εὐαγγελισμὸν τῆς Θεοτόκου.

«Σιμὰ εἰς τὴν χάριν νὰ εἶναι Παρθένος καὶ Μήτηρ Θεοῦ, ὁποὺ ἔλαβεν ἡ Θεόνυμφος Δέσποινα, ἔχει καὶ τοῦτο: νὰ εἶναι μήτηρ τῶν χριστιανῶν. Κάθεται ἐκ δεξιῶν τῆς θείας μεγαλειότητος, ἡ Βασίλισσα τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, καθὼς τὴν εἶδεν ὁ Προφήτης: «Παρέστη ἡ βασίλισσα ἐκ δεξιῶν σου, ἐν ἱματισμῷ παγχρύσῳ, περιβεβλημένη, πεποικιλμένη». Μήτηρ ἀναμέσον Θεοῦ, τὸν ὁποῖον ἔχει υἱὸν φυσικόν, διὰ τὴν γέννησιν, καὶ ἀναμέσον τῶν χριστιανῶν, τοὺς ὁποίους ἔχει ὁμοίως υἱούς, διὰ τὴν υἱοθεσίαν.

Ὅταν μεσιτεύῃ πρὸς τὸν Θεὸν διὰ τοὺς χριστιανούς, αὐτὴ μεσιτεύει πρὸς τὸν Υἱὸν της διὰ τοὺς υἱούς της. Λοιπόν, αὐτὴ παρακαλεῖ τὸν Θεὸν μὲ τόσην παρρησίαν, ὅσην πρέπει νὰ ἔχῃ ἡ Μήτηρ πρὸς τὸν Υἱόν. Καὶ παρακαλεῖ διὰ τοὺς χριστιανοὺς μὲ τόσην ἀγάπην, ὅσην πρέπει νὰ ἔχωσιν οἱ υἱοὶ ἀπὸ τὴν Μητέρα.

Ἀλλὰ ἡ παρρησία, ἀλλὰ ἡ ἀγάπη τοιαύτης Μητρός, εἶναι ἄπειρος. Τί δύνεται ποτὲ νὰ ζητήσῃ καὶ νὰ μὴ λάβῃ ἀπὸ τοιοῦτον Υἱόν; Τί δυνάμεθα ἡμεῖς νὰ ζητήσωμεν καὶ νὰ μὴ λάβωμεν, ἀπὸ τοιαύτην Μητέρα; 'Ορφανοί, ξένοι, αἰχμάλωτοι, ἄρρωστοι, τεθλιμμένοι, ἁμαρτωλοί, μὴ λυπεῖσθε ἐσεῖς ἔχετε Μητέρα: τὴν Μητέρα τοῦ Θεοῦ».

Ἡ Ὀρθοδοξία τιμᾶ τὴν Παναγία. Ὅμως, ἀπ’ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους λαοὺς οἱ Ἕλληνες αἰσθάνονται τὴν Παναγία πιὸ κοντά τους, καὶ τὴν γιορτάζουν μὲ χαρὰ ἢ μὲ πόνο, μὲ ἀγάπη πολλὴ καὶ μὲ τὸ «χαροποιὸν πένθος», ἀνάλογα μὲ τὴ γιορτή της.

Στὴ γιορτὴ τῆς Παναγίας, ὅλα γιορτάζουν ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα: οἱ ἄγγελοι ποὺ χτυποῦν ἀοράτως τὶς χαρμόσυνες καμπάνες, ὁ ἀγέρας ποὺ παίρνει τὸ ἄρωμα ἀπ’ τὸ «Χρυσοῦν θυμιατήριον» καὶ τὸ σκορπίζει ὁλοῦθε τὰ χωριὰ καὶ οἱ πολιτεῖες, ποὺ γεμίζουν αὐτὲς τὶς ἡμέρες κάθε Παρασκευὴ τὶς ἑλληνικὲς ἐκκλησίες γιὰ ν’ ἀκούσουν τοὺς Χαιρετισμούς τὰ βουνά, οἱ θάλασσες καὶ τὰ νησιά, ποὺ εἶναι ὅλα κατάσπαρτα ἀπὸ πανέμορφα ξωκκλήσια, ἀφιερωμένα στὴ χάρη της – ὅλα τὰ κτίσματα γιορτάζουνε κι ἀγάλλονται μαζὶ μὲ τοὺς χριστιανούς, ποὺ δέονται καὶ παρακαλοῦν τὴν Παναγία, νὰ σκέπει καὶ νὰ φυλάγει: τοὺς ναυτικούς, ποὺ ταξιδεύουν στὶς ἄγριες θάλασσες, τοὺς ξενιτεμένους, ποὺ βρίσκονται σὲ μακρινοὺς τόπους, τοὺς ἁμαρτωλούς, ποὺ πορεύονται τὴν κακιὰ στράτα, τοὺς ἀρρώστους, ποὺ βρέχουν τὸ στρῶμα τους μὲ καυτερὰ καὶ πονεμένα δάκρυα, ὅλους τέλος τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ τὴ θεία καὶ κραταιὰ προστασία της.

ΠΗΓΗ : Ἔρως Ὀρθοδοξίας, ἐκδ. Ἀστήρ.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου