Ἦταν Φθινόπωρο τοῦ 1962 στή Ρώμη, ὅταν μετά ἀπό τηλεγραφική πρόσκληση τοῦ Μανόλη
Χατζηδάκη, ξεκίνησα γιά το μοναστῆρι τοῦ Σινᾶ, προκειμένου να ἐργαστῶ στήν ἀποκατάσταση
τῶν εἰκόνων του.
Τό βράδυ τῆς 1ης Νοεμβρίου ἔφτασα στό Κάιρο. Στό ἀεροδρόμιο συναντήθηκα μέ
τόν τότε Γραμματέα τῆς Μονῆς Γρηγόριο πού μέ ὁδήγησε σε χῶρο πού διέθετε ἡ Μονή
στήν πόλη. Το μεσημέρι τῆς ἄλλης μέρας καί τήν ὥρα τοῦ μεσημεριανοῦ φαγητοῦ
γνώρισα τον Παΐσιο πού ἐπρόκειτο ἐπίσης νά μετακινηθεῖ πρός τό Σινά.
Ἦταν ἐξαιρετικά ἀδύνατος, λιγόφαγος καί ἔμενε συνήθως ἀμίλητος. Ἕνας ἐπίμονος
βῆχας μαρτυροῦσε πρόβλημα ὑγείας. Ἐρχόταν ἀπό την Ἤπειρο ἀπό τήν ὁποία
κατάγομαι καί ἐγώ και ἄν θυμᾶμαι καλά, ἦταν ἡ Ἤπειρος, στήν ὁποία ἀναφερθήκαμε
κατά τήν πρώτη προσπάθεια ἐπικοινωνίας μας.
Περιμένοντας νά διευθετηθεῖ ἡ μετακίνηση καί τῶν δύο μας στή Μονή, μείναμε
στό Κάιρο μία περίπου ἑβδομάδα. Αὐτές τίς μέρες εἶχα τήν εὐκαιρία νά διαπιστώσω
ὅτι ὁ Παΐσιος ἀπέφευγε συστηματικά τό φαγητό πού μᾶς πρόσφεραν, καί ὅταν ἔτρωγε
ἦταν γιατί αἰσθανόταν ὅτι ἔπρεπε νά ὑπακούει. Ἀπό τότε καί ὅσο τόν ἔζησα ἀργότερα
στό μοναστῆρι κατάλαβα ὅτι ἀνάμεσα στίς μοναστικές ἀρετές του ἦταν καί ἡ
συνειδητή ὑπακοή πού τόν χαρακτήριζε ἐπίσης.
Τέλος, ὅταν τακτοποιήθηκαν τά σχετικά μέ τήν ἀναχώρησή μας, ἀργά το μεσημέρι
αὐτῆς τῆς μέρας φορτώσαμε τίς ἀποσκευές καί ξεκινήσαμε. Θυμᾶμαι τόν Παΐσιο στή
διαδρομή μας μέχρι το Σουέζ. Ἐκεῖ τόσο ἐγώ, ὅσο καί ἕνας συνεπιβάτης ψωνίσαμε
κάποια πράγματα καί κυρίως κάποια τρόφιμα. Στή μικρή αὐτή παραμονή μας στό
Σουέζ, πού λειτούργησε καί ὡς μικρή ἀνάπαυλα τοῦ ταξιδιοῦ, χρειάστηκε νά φᾶμε κάτι
ἀπό αὐτά. Στήν πρόσκλησή μας να συμμετάσχει σ’ αὐτό καί ὁ Παΐσιος δεν βρήκαμε
καμιά ἀνταπόκριση. Ὁ ἴδιος περιορίστηκε ἁπλά νά ξεδιψάσει βρέχοντας τά χείλη
του μέ τόν ἐλάχιστο χυμό ἀπό μικρό αἰγυπτιακό λεμόνι πού ἔφερε μαζί του καί πού
ἀποτελοῦσε και τή μόνη προμήθειά του ἀπό τρόφιμα.
Διανυκτερεύσαμε ἐκεῖνο τό βράδυ στο Φαρᾶν καί τό ἑπόμενο πρωί ξεκινήσαμε
γιά τό Σινά. Φθάσαμε ἐκεῖ, ἀργά το μεσημέρι. Ὁ Παΐσιος ὁδηγήθηκε γρήγορα στό
κελλί του καί ἐγώ ἔμεινα μέ τό συνάδελφο Τάσο Μαργαριτώφ πού μέ περίμενε νά
συνεργαστοῦμε στό πρόγραμμα συντήρησης τῶν εἰκόνων.
Γρήγορα μάθαμε ὅτι ὁ Παΐσιος μπαίνοντας στό κελλί του ἀπομάκρυνε το στρῶμα ἀπό
τό κρεββάτι του και ἔβγαλε τήν ἠλεκτρική λάμπα πού φώτιζε τόν χῶρο του.
Ἡ λιτότητα, τό ἀσκητικό ἦθος, ἡ ἀθωότητα τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ ἀπόλυτη ἀφοσίωση
στό θεῖο δέν ἄργησαν νά φανοῦν ἐκεῖ. Παρά τά παραπάνω, φρόντιζε παράλληλα καί
σιωπηλά νά συμμετέχει στίς κοινοβιακές ὑποχρεώσεις του καί γρήγορα ἀποτέλεσε
χρήσιμο και ἀποτελεσματικό μέλος τῆς Μονῆς.
Γρήγορα ἐπίσης, ἔγιναν γνωστές και ἄλλες ἱκανότητες καί γνώσεις του, ὅπως ἡ
ἐπιτηδειότητά του στήν ἐπεξεργασία καί τίς ἐφαρμογές τοῦ ξύλου. Τό τελευταῖο
μας ἔδωσε καί τήν ἰδέα νά ζητήσουμε ἀπό τή Μονή νά μᾶς βοηθήσει ὁ νέος μοναχός.
Εἴκοσι ἕνα χρόνια μετά ἀπό ἐκείνη τή βιωματική συνεργασία μας στό Σινά τόν βρῆκα
να μονάζει στό Ἅγιον Ὅρος. Καθώς μέ καλωσόριζε ἐκεῖνο τό πρωί στό περιβόλι του,
μέ τή λιτή του φράση –καλῶς τον Σταῦρο– εἶχα τήν αἴσθηση ὅτι ὁ Παΐσιος ἦταν αὐτός
καί ὁ ἴδιος ὅπως τον γνώρισα ἐκεῖνες τίς μέρες στό Σινά.
Ὅμως λίγο ἀργότερα, ὅταν καθισμένοι κάτω ἀπό τή σκιά τοῦ δέντρου ἄκουσα νά
μοῦ μιλάει, χωρίς ποτές να ἀκούει τίποτα ἀπό αὐτά τοῦ κόσμου πού ἄθελα ἔφερνα
μαζί μου, κατάλαβα ὅτι ἐκεῖνος εἶχε φύγει πιά μακριά,ἴσως πολύ κοντά πρός τόν
Θεό, πού τόσο πολύ καί μέ τόν τρόπο του ἀγάπησε.
Σημ. Ὁ Σταῦρος Μπαλτογιάννης
γεννήθηκε τό 1929 στήν Πεδινή Ἰωαννίνων. Σπούδασε στήν Ἀνώτατη Σχολή Καλῶν Τεχνῶν
στό ἐργαστήριο τοῦ Γιάννη Μόραλη (1950-1955) και στήν Accademia di Belle Arti.
Παράλληλα σπούδασε ζωγραφική καί ἀποκατάσταση ἀρχαιοτήτων στό Instituto Centrale del Restauro τῆς Ρώμης (1958-1962).
Συνδέθηκε μέ τήν Κύπρο, ἀφοῦ τό 1965 τό Τμῆμα Ἀρχαιοτήτων τοῦ ἀνέθεσε τή
συντήρηση τῶν τοιχογραφιῶν τοῦ 12ου αἰῶνα τοῦ βυζαντινοῦ ναοῦ τῆς Παναγίας στό
τουρκοκρατούμενο σήμερα Τρίκωμο, πού ὑπάγεται στή δικαιοδοσία τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς
Κύπρου. Ὁ Σταῦρος Μπαλτογιάννης γνώρισε τόν Ἅγιο Παΐσιο τό 1962 κατά τή
μετάβασή του στή μονή τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης στό Σινά ὅπου ἐργάστηκε στή
συντήρηση τῶν ἀξιόλογων εἰκόνων τῆς μονῆς. Χαρακτηριστική εἶναι ἡ συνοδευτική
φωτογραφία, στήν ὁποία ὁ νεαρός στήν ἡλικία τότε Ἅγιος Παΐσιος βοηθᾶ τόν Σταῦρο
Μπαλτογιάννη στή συντήρηση εἰκόνων. Παρατίθεται στή συνέχεια σχετική μαρτυρία
τοῦ Σταύρου Μπαλτογιάννη ἀπό κείμενο πού συνέγραψε ὁ ἴδιος τόν Μάρτιο τοῦ 2001
(Σημείωση Χριστόδουλου Χατζηχριστοδούλου).
ΠΗΓΗ : «ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ»,
ΙΕΡΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗ ΚΥΠΡΟΥ, Τευχ. 41, ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2018, σελ. 416 κ.ε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου