"Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς" (Κατά Ιωάννη 8,32).
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΡΟΝΤΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΡΟΝΤΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 6 Ιουλίου 2021

ΕΙΔΑΝ ΤΟΝ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟ ΠΑΤΕΡΑ ΒΗΣΣΑΡΙΩΝΑ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΕΤΑΙ ΓΟΝΑΤΙΣΤΟΣ ΣΤΟΝ ΑΕΡΑ, ΛΟΥΣΜΕΝΟ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΦΩΣ

 

Κάποιες μέρες του 1980, ο πατήρ Βησσαρίων της Μονής Αγάθωνος βρέθηκε για λόγους ποιμαντικούς στο χωριό Κάτω Τιθορέα της Φθιώτιδος και φιλοξενήθηκε στο σπίτι της οικογένειας Ευαγγέλου και Ζωής Κωνσταντίνου.


Το δεύτερο βράδυ της φιλοξενίας σηκώθηκε η κυρία Ζωή γύρω στα μεσάνυκτα για κάποια ανάγκη της. Βγαίνοντας στον διάδρομο, παρατήρησε ότι από το δωμάτιο όπου αναπαυόταν ο πατήρ Βησσαρίων, έβγαινε φως.


Το σπίτι ήταν παλαιάς κατασκευής, με πόρτες στα υπνοδωμάτια, στις οποίες υπήρχαν μικρά τζαμάκια, που τα κάλυπταν ομορφοκεντημένα κουρτινάκια. Κάποιο λοιπόν απ΄ αυτά ήταν τραβηγμένο και η νοικοκυρά του σπιτιού είδε να εξέρχεται ένα παράδοξο φως. Πλησίασε ασυναίσθητα και κοίταξε μέσα. Μαρμάρωσε από την έκπληξη!!! Είδε τον πατέρα Βησσαρίωνα γονατιστό, σε στάση προσευχής, αλλά στον αέρα! Ένα μέτρο πάνω από το έδαφος και λουσμένο μέσα σε φως!...


Όταν συνήλθε από την έκπληξη και τον θαυμασμό, πήγε και ξύπνησε τον άνδρα της, σκεπτόμενη ότι, όταν του διηγείτο τί είδε, δεν θα την πίστευε και θα την έλεγε "ονειροπαρμένη".


Ξύπνησε λοιπόν ο άνδρας της, ο κυρ-Βαγγέλης, σηκώθηκε και ακολούθησε την κυρία Ζωή μπροστά στο τζαμάκι της εσώπορτας και αντίκρυσε κι αυτός την ίδια αξιοθαύμαστη εικόνα : τον πατέρα Βησσαρίωνα λουσμένο μέσα σε ολόλαμπρο ωραιότατο πάλλευκο Φως, να προσεύχεται γονατιστός στον αέρα!


Όταν από την έκπληξη και τον θαυμασμό συνήλθαν, ο κυρ-Βαγγέλης σταυροκοπήθηκε πολλές φορές και είπε στη γυναίκα του :

-Δεν θα το πούμε σε κανέναν, μέχρι που να πεθάνει ο παππούλης!

(Αυτό το γεγονός μου το διηγήθηκε η ανηψιά του κυρ-Βαγγέλη και της κυρίας Ζωής Κωνσταντίνου, την 1-6-2006).


ΠΗΓΗ : ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ Κ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ, Η "ΕΥΧΗ" ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ. ΠΕΙΡΑΙΑΣ 2007,  σσ. 43-44.


Δευτέρα 21 Ιουνίου 2021

ΕΒΛΕΠΑ ΚΑΙ ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΦΩΣ, ΤΟ ΠΑΝΑΓΙΟ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΩ ΠΝΕΥΜΑ - ΜΑΚΑΡΙΣΤΗ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΓΑΛΑΚΤΙΑ

 

Έβλεπα και το τρίτο Φως, το Πανάγιο και Ζωοποιό Πνεύμα, να συνέχει την Εκκλησία, να προχέεται στις καρδιές από τα ωμοφόρια των επισκόπων και τα επιτραχήλια των ιερέων, και να σκηνώνει επαρκώς, μέσα στα δάκρυα της προσευχής και τους στεναγμούς της μετανοίας. Ήρθε, έλεγε, την ημέρα της Πεντηκοστής, αλλά δεν έφυγε. Κινείται στον κόσμο με μεγάλο κρότο, "ως ήχος φερομένης βιαίας πνοής", αλλά δεν το ακούει κανείς, μόνο όσοι έχουν ενεργοποιήσει τον κρυφό μηχανισμό της καρδιάς".


ΠΗΓΗ : ΑΡΧΙΜ. ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΦΡΑΓΚΑΚΗ, ΜΟΝΑΧΗ ΓΑΛΑΚΤΙΑ: Η ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ, ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΛΟΓΟΣ, ΕΚΔ. ΑΓΑΘΟΣ ΛΟΓΟΣ, ΑΘΗΝΑ 2021, σ. 21.



Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2021

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΓΕΡΩΝ π. ΝΕΟΦΥΤΟΣ ΣΚΑΡΚΑΛΑΣ (1917 - 2005) - Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΚΟΖΑΝΗΣ - ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ

 


Είχα την ιδιαίτερη ευλογία να τον συναντήσω, να λάβω τις πολύτιμες συμβουλές του και να αναπαυθώ επ΄ ολίγον στο πετραχήλι του. Την ευχή του να έχουμε.

 

Ἀπό τά πολλά θαυμαστά σημεῖα πού ἐτέλεσε ὁ γέροντας μέ τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ, ἀναφέρουμε ὀλίγα ἀντιπροσωπευτικά: Ἄγνωστη στόν γέροντα κυρία τόν εἶδε σέ ὄνειρο, κατά τό ὁποῖ ο τῆς εἶπε: «ἄντε Κ. σέ περιμένω». Ἐν τῷ μεταξύ εὑρέθη ἔγκυος χωρίς νά τό ἐπιθυμῇ. Εἶχε πόλεμο καί ἀπό τόν σύζυγό της καί ἀπό τά παιδιά της. Βρισκόταν σέ πολύ δύσκολη θέσι, ἐπειδή δέν γνώριζε τί νά κάνῃ. Συμβουλεύθηκε μία γειτόνισσα, πού εἶχε τόν γέροντα πνευματικό. Ἔτσι βρέθηκε ἔξω ἀπό τήν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ του. Ὁ γέροντας, προτοῦ προλάβῃ αὐτή νά τοῦ ἀναφέρῃ τίποτα, τῆς εἶπε: «Ἄν σκέφτεσαι νά κάνῃς ἔκτρωσι, νά μή μπῇς στό σπίτι μου». Τότε ξέσπασε σέ κλάματα, καθώς διεπίστωσε ὅτι αὐτός ἦταν ὁ παππούλης πού πρό ὀλίγου καιροῦ εἶχε ὁρα ματισθῆ. Ὁ γέροντας τήν συμβούλευσε, τήν παρηγόρησε καί τήν ἐνίσχυσε στόν ἀγώνα της. Ἀπόκτησε ἕνα χαριτωμένο ἀγόρι, πού τελικά ὅλοι τό ἀγάπησαν πολύ.

 

Ἡ κ. Ἀ. ἀναφέρει: Τήν πρώτη φορά πού πῆγα νά ἐξομολογηθῶ στόν γέροντα, χωρίς νά μέ γνωρίζῃ καί χωρίς οὔτε ἐγώ νά τόν γνωρίζω, ἄρχισε νά μοῦ λέγῃ: «Θυμᾶσαι, παιδί μου, ὅταν κάναμε αὐτό; θυμᾶσαι τό ἄλλο;» Καί κατ᾿ αὐτόν τόν τρόπο μοῦ ἀνέφερε ὅλες τίς ἁμαρτίες πού εἶχα κάνει ἀπό τήν μικρή μου ἡλικί α. Ἐγώ ἔλεγα: «Ναί γέρον τα» καί ἔκλαιγα. Ἦταν σάν νά εἴχαμε ζήσει ὅλη τήν ζωή μαζί. Ἤξερε τά πάντα γιά μένα. Μετά μοῦ λέγει: «Ξέρεις νά διαβάζῃς;» Τοῦ ἀπαντῶ: «Ναί γέροντα». «Πάνω στό τραπέζι εἶναι ἕνα βιβλίο. Πάρ᾿ το. Ἄνοιξε στήν τάδε σελίδα καί διάβασε. Αὐτός θά εἶναι ὁ κανόνας σου γιά τρία χρόνια».

 

Μᾶς ἔλεγε νά μαγειρεύουμε ἀπό τό Σάββατο γιά τήν Κυριακή. Ἐγώ ὅμως δέν ἔκανα ὑπακοή. Μία Κυριακή μετά τήν Λειτουργία, ἐνῶ ὁ γέροντας μᾶς μιλοῦσε, ἐγώ σκεφτόμουν τί φαγητό θά μαγειρέψω. Τότε ὁ γέροντας ἀπευθυνόμενος πρός ἐμέ να μοῦ λέγει: «Τί πράσσα καί σπανάκια σκέφτεσαι; Δέν σοῦ εἶπα νά μαγειρεύῃς ἀπό τό Σάββατο;».

 

Ὁ κ. Γ. Γ. προσθέτει: Ὁ Ἀ. ἀναχωροῦσε ἀπό τήν ζωή. Ὅμως ἡ προσευχή τοῦ γέροντα δέν τόν ἄφησε νά φύγῃ. Ἀκόμη ἀντηχεῖ στ᾿ αὐτιά μου ἡ προσευχή του: « Ἀνάστησον τόν δοῦλον σου Ἀ., Κύριε, διότι ἔχει ὑποχρεώσεις καί μικρά παιδιά».

 

Στίς 22 Ὀκτωβρίου τοῦ 1997 ὁ γέροντας ταξίδευε μέ τά ἐγγόνια του στό Ἅγιον Ὄρος. Ἡ θάλασσα εἶχε μεγάλη τρικυμία. Σηκώνεται τότε ὁ γέροντας καί λέγει: «Σιώπα, πεφίμωσο» καί ἀμέσως ἔγινε γαλήνη μεγάλη. Ὅσοι ἦσαν στό πλοῖο φώναζαν: «Μπράβο, γέροντα». Τό πλοῖο λεγόταν «Ἄξιον ἐστί». Μεγάλη εὐλογία γιά τήν Κοζάνη ὁ γέροντας.

 

Ἡ κ. Π. Μ.: Πολλές φορές ὅταν ἀρρώσταιναν τά παιδιά μας τοῦ τηλεφωνοῦσα. Τοῦ ἔλεγα: «Γέροντα, ὁ μικρός μου ἔχει πυρετό δύο μέρες καί δέν κατεβαίνει μέ τά φάρμακα». Μοῦ ἔλεγε: «Βράσε λίγο χαμομήλι καί δῶσ᾿ του». Σέ λίγη ὥρα τό παιδί γινόταν καλά. Βέβαια δέν ἦταν τό χαμομῆλι πού τό γιάτρευε, ἀλλά ἡ εὐχή τοῦ γέροντα.

 

ΠΗΓΗ : "Ο ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ", ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΟΣΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ, ΠΕΡΙΟΔΟΣ Β΄, ΕΤ. 2006, ΑΡΙΘΜ. 31, σσ. 113 - 115.


Δευτέρα 3 Αυγούστου 2020

ΟΤΑΝ ΕΝΑΣ ΜΑΣΟΝΟΣ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΕ ΝΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙ ΤΟΝ ΟΣΙΟ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΝ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗ


Άλλη φορά πάλι μας έλεγε :  
- Πηγαίναμε μερικοί ιερείς να επισκεφτούμε τον πατέρα Εφραίμ στα Κατουνάκια. Στο δρόμο συναντάμε και έναν άλλο ιερέα.
- Πού πάτε αδελφοί ;
- Στα Κατουνάκια, στον γέροντα Εφραίμ.
- Και εγώ εκεί πηγαίνω.
Προχωράμε όλοι μαζί κουβεντιάζοντας. Κάποτε φτάνουμε. Βγαίνει ο γέροντας στην πόρτα. Αγριεύει και βάζει τις φωνές.
- Αυτός τί θέλει μαζί σας ; Δεν είναι ιερέας, είναι μασόνος. Έξω από δω. Ελάτε μόνο οι άλλοι μέσα.
Πράγματι μπήκαμε οι άλλοι, κουβεντιάσαμε και σε λίγο πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Στην στροφή του δρόμου μας περίμενε ο ψευτοϊερέας. Αλήθεια, μας λέει, δεν είμαι ιερέας, είμαι μασόνος, όπως είπε ο γέροντας, έβαλα το ράσο για να μπορέσω να εισχωρήσω παντού και να τα δω όλα, αλλά δεν φανταζόμουν ότι υπάρχουν πράγματι εδώ τόσοι άγιοι γέροντες με τόση φώτιση.

ΠΗΓΗ : Σταχυολογήματα από την θαυμαστή ζωή του π. Ευαγγέλου Χαλκίδη, Εφημέριου Αγ. Βασιλείου Λαγκαδά, Εκδ.: "Ορθόδοξος Κυψέλη", Θεσσαλονίκη, σ. 18.


Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2019

Αντί για σουβλάκια, μουσακά και μπακλαβάδες, εκείνος κάλεσε σε αγρυπνίες και νηστείες (στην Αμερική του Γέροντα Εφραίμ)*

Οι μακαριστοί Γέροντες Εφραίμ και Αιμιλιανός.
Εμείς οι ιερείς και οι αρχιερείς στην Αμερική για 70 χρόνια περίπου προσπαθούσαμε να φέρουμε τον κόσμο στις εκκλησίες κάνοντας φεστιβάλ. Δηλαδή διοργανώναμε γιορτές και πανηγύρια και προσφέραμε ποτά, φαγητά, χαρά, διασκέδαση και άλλα παρόμοια. Είχαμε ξεχάσει την προσευχή το κομποσχοίνι την εξομολόγηση τη νηστεία, την άσκηση, την παράδοση της Εκκλησίας μας.

Το σπουδαιότερο, δεν αφήναμε να δημιουργηθούν μοναστικά κέντρα. Τα θεωρούσαμε ότι δεν χρειάζονται και ότι δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα στην Εκκλησία μας. Και ήρθε ένα μικροσκοπικό ανθρωπάκι χωρίς κοσμικές σπουδές, χωρίς πτυχία θεολογίας, χωρίς να έχει ρηξικέλευθες και καινοτόμους ιδέες, όπως πιστεύαμε ότι έχουμε εμείς και μας θύμισε την παράδοσή μας. Δεν πούλησε σουβλάκια, γύρο, μουσακά, μπακλαβάδες και τα άλλα φαγητά της ελληνικής κουζίνας, αλλά πούλησε, ή μάλλον προσέφερε δωρεάν, τον ξεχασμένο Χριστό της Ορθοδοξίας.

Δεν κάλεσε σε χορούς και διασκεδάσεις, αλλά σε αγρυπνίες και νηστείες. Και ο κόσμος, φωτισμένος από το Θεό, τον πλαισίωσε και τον περιτριγύρισε και τον ενίσχυσε. Η κοσμοσυρροή που παρατηρείται είναι άνευ προηγουμένου. Η Αμερική που προσπαθούσε να ξεφύγει από την καταναλωτική κοινωνία, την αφθονία και τον κόρο των υλικών αγαθών, με κινήματα όπως των hippies και τη στροφή προς τις ανατολικές θρησκείες, άρχισε να ανακαλύπτει τον γνήσιο και αρχέγονο χριστιανισμό της Ορθοδοξίας μας.

Ο π. Εφραίμ ήρθε και έκανε μία μεγάλη σκάλα από τη γη στον ουρανό. Μας έδωσε την δυνατότητα εδώ στην Αμερική ν’ ανεβαίνουμε πάνω στον ουρανό με τα μέσα της ορθοδόξου παραδόσεως. Το μοναστήρι, του Αγίου Αντωνίου εδώ στην Αριζόνα, κτίσθηκε με σημεία που έδειξε ο Θεός. Όταν ήρθε ο Γέροντας στην περιοχή μας και έψαχνε για μέρος που θα έκτιζε τη νέα μονή, ενώ προσπαθούσε να πάει αλλού, έχασε το δρόμο του και ήρθε εδώ.

Έμεινε κατενθουσιασμένος. Αμέσως πήγαμε σε κτηματομεσίτη της περιοχής για να δούμε τι μπορούσαμε να αγοράσουμε. Όταν φθάσαμε στο μέρος που κτίσθηκε το μοναστήρι αργότερα, ενώ μιλούσαμε με τον κτηματομεσίτη, ακούσαμε να χτυπάνε καμπάνες όπως χτυπάνε οι καμπάνες της Φιλοθέου. Ο Γέροντας είπε τότε: «εδώ θα το κτίσουμε». Το είπα στον αείμνηστο Αντώνιο, επίσκοπο του Σαν Φρανσίσκο, στον οποίο υπαγόμαστε και κείνος είπε μέσα του «Κεφαλλονίτικη φάρσα», διότι είμαι από την Κεφαλλονιά.

Μετά δύο χρόνια όμως, ενώ πηγαίναμε στο μοναστήρι και σταματήσαμε λίγο πριν φθάσουμε να φορέσουμε τα ράσα μας, γιατί φορούσαμε λαϊκά ρούχα όπως συνηθίζουμε εδώ στην Αμερική, άκουσε τις καμπάνες και ο δεσπότης. Είχε δώσει εντολή στον ηγούμενο να μην κάνουν επίσημη υποδοχή, γι’ αυτό όταν φθάσαμε τον μάλωσε. Εκείνος όμως απάντησε ότι δεν χτύπησαν τις καμπάνες και ότι οι πατέρες είναι στα κελλιά. Τότε ο δεσπότης κατάλαβε τι συνέβη και μου εξομολογήθηκε τι είχε σκεφθεί όταν του ανακοίνωσα τι είχε συμβεί σε μας.

Ο επίσκοπος Αντώνιος, όταν γνώρισε τον π. Εφραίμ και το έργο του, μου είπε: «ο Εφραίμ θα γεμίσει την Αμερική με μοναστήρια. Πόσο τυχεροί είμαστε, που έχουμε γνωρίσει και περπατάμε και μιλάμε και ευλογούμεθα από ένα ζωντανό άγιο».

π. Αντώνιος Μοσχονάς,
(συνταξιούχος εφημέριος στο Tucson, από τους βασικούς συνεργάτες και συμπαραστάτες του Γέροντα Εφραίμ...).

(Το παραθέτω όπως μου το έστειλαν προς οικοδομή).


Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2018

Η τελευταία μάχη με τον διάβολο του Γέροντος Νείλου του Αγιοφαραγγίτου - Αρχιμ. Αντωνίου Φραγκάκη, Ιεροκήρυκος Ι.Μ. Γορτύνης και Αρκαδίας


 Ήταν μεσημέρι Μεγάλης Τρίτης 2016.

Φευγαλέα λόγω της εργασιακής πληρότητας που επέβαλλαν οι ρυθμοί των Άγιων ημερών, επισκεφθήκαμε στο κρεβάτι του πόνου τον παλαίμαχο αγωνιστή της ερήμου Γέροντα Νείλο (Θεόδωρο) τον Αγιοφαραγγίτη.
Τον βρήκαμε καταπονημένο σωματικά, σχεδόν ξέπνοο, εξουθενωμένο από την βαριά και επίπονη νόσο που ταλαιπώρησε το αραχνώδες χοϊκό του περίβλημα αλλά ωρίμασε απόλυτα την γενναία του και εν-Χριστωμένη ψυχή.

Παρά την σωματική ταλαιπωρία ήταν θαλερότατος ψυχικά, σε μάχιμη ετοιμότητα και με την συνήθη υψιπετούσα καρδιά και πνευματική ακμαιότητα.

H άνεση που μας χορηγούσε ο στενότατος πνευματικός σύνδεσμος που είχε αναπτυχθεί ανάμεσά μας τώρα και αρκετά χρόνια, έδινε για μια άλλη φορά την δυνατότητα να ρουφήξουμε κάτι από το νέκταρ της ερήμου, τώρα που κατασταλαγμένο και συνολικό ξεχυνόταν από τον κρατήρα της άσκησης και του πόνου, στην περίλαμπρη δεξαμενή της αιωνιότητας.

Κάποια στιγμή παρατήρησα ότι ο Γέροντας ολοπόρφυρος στο πρόσωπο και με κάποια εναγώνια επιμονή, έφτυνε μέσα από την μάσκα του οξυγόνου και κάτι ψιθύριζε.

H μεταξύ μας αγάπη μου έδωσε την άνεση του ερωτήματος:

- Γέροντα, γιατί προσπαθείς να φτύνεις συνέχεια μέσα από την μάσκα του οξυγόνου;

Γέροντας: - Φτύνω τον αόρατο.. νά 'ξερες τί μου κάνει; Έχω να κοιμηθώ πέντε μερόνυχτα...

- Τί σου κάνει Γέροντα;

Γέροντας: Είναι συνεχώς απέναντί μου. Με βρίζει και με απειλεί... Η μορφή του είναι τόσο απαίσια που αν δεν ενδυναμώσει ο Θεός, δεν αντέχει ο άνθρωπος την αγριότητα της παρουσίας του...

- Πώς είναι Γέροντα;

- Σαν χοίρος με χονδρές - αδρές τρίχες (έτσι τον έβλεπε κι ο Γέροντας Αναστάσιος). Βρωμάει απαίσια... Αλλάζει όψεις... Δεν μπορείς να τον περιγράψεις... Βγάζει τη γλώσσα του, που είναι τεράστια... από το στόμα του εξέρχονται κοκκινωπές φωτιές...

- Σου μιλάει Γέροντα;

Γέροντας: Αν μου μιλάει; Προσπαθεί να με αποθαρρύνει... Και τι δεν μου λέει... Εγώ -λέει- σού 'φαγα την σάρκα... εγώ σου λάβωσα τα πνευμόνια... Εγώ έβαλα και σε καταδίωκαν μία ζωή. Εγώ σού έκανα το τάδε και το τάδε.. Εγώ σ' έφερε σε αυτή την κατάσταση. Όποιους βάλω στα δίχτυα μου, τους περιποιούμαι καλά... Δικός μου είσαι ρε... Δικός μου... Ακούς;

- Εσύ πώς αντιδράς Γέροντα;

- Γέροντας: Απαντώ με το Χρυσοστομικό λόγιο: «Ανέστη Χριστός και πεπτώκασι δαίμονες». Και τον φτύνω συνέχεια...

Αυτός μου λέει: «Το περιποιήθηκα καλά και το Χρυσοστομάκι σας, που μου πήγαινε κόντρα και τά 'γραψε αυτά (εννοούσε τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο). Τον συγύρισα χειρότερα από σένα. Έβαλα τους δικούς μου και τον διέλυσαν στην εξορία... Αφεντάδες και Δεσποτάδες... Ακούς ρε; Εγώ σας κατευθύνω και τώρα... Θα τ' αλλάξω όλα στα μπλα μπλα σας (στην διδασκαλία σας)... Όποιος μου πάει κόντρα τον περιποιούμαι καλά... Έλα τώρα να σε... δροσίσω...».

Βγάζει την απαίσια γλώσσα του, την τεντώνει αν και βρίσκεται σε απόσταση κάποια μέτρα μακριά, την κάνει σαν προβοσκίδα ελέφαντα, με ακουμπά σε διάφορα σημεία του προσώπου μου και με καίει αφόρητα... Και συνεχίζει σαρκαστικά: «Αυτό το δώρο από την γλώσσα μου επειδή εσύ με έψηνες με την δική του την γλώσσα... Μπορείς να μου πεις γιατί δίδασκες; Αφού ερχόμουνα και σού 'λεγα ότι δεν ήταν δουλειά σου να διδάσκεις και να δίνεις κατευθύνσεις στον κόσμο. Να διδάσκουν οι θεολόγοι, οι δεσποτάδες, μάλιστα... Αλλά όχι κι εσύ να με βαράς... Το ξύλο το απελέκητο!».

Άλλοτε γίνεται τεράστιο φίδι, περιτυλίγει και σφίγγει το σώμα μου και αντιμετωπίζω αφόρητο μαρτύριο. Επιμένω στο «Χριστός Ανέστη και πεπτώκασι δαίμονες» και στο φτύσιμο... Τα είχα αυτά και στην έρημο αλλά και πιο αραιά και νικηφόρα... Ξεκίνησαν εντατικότερα τις τελευταίες ημέρες... Επιμένει και δεν φεύγει...

- Ξέρετε, του είπα, ο Γέροντας Εφραίμ ο Αριζονίτης γράφει, ότι το υφίστανται αυτό προ του τέλους οι μεγάλοι αθλητές για να αποκομίσουν και μαρτυρικό στεφάνι.

Γράφει συγκεκριμένα για την Οσία Μητέρα του Γερόντισσα Θεοφανώ, ότι έβλεπε ο Γέροντας τον Άγγελό της, λίγες ημέρες προ της μακαρίας τελευτής της να αποσύρεται διακριτικά και να παρακολουθεί τον αγώνα της, χωρίς να επεμβαίνει.

Την άφηνε μόνη της να παλεύει για να αυξηθεί ο μισθός του αγώνα και της υπομονής. Εκείνη αντιστέκονταν αδιάλειπτα με δύο λέξεις: «Ιησού - Παναγία μου».

Τον έβλεπε και κρατούσε στιλέτο και την σημάδευε με άγριες διαθέσεις... Τώρα και εσείς ευρίσκεσθε στην πύλη... Γι' αυτό συμβαίνουν αυτά...

Μήπως και ο Όσιος Ιωάννης ο Σιναΐτης δεν γράφει στην Κλίμακα ότι οι τελευταίοι πειρασμοί των μεγάλων αγωνιστών είναι της απιστίας και της απελπισίας;

Μήπως ο σύγχρονος αναγεννητής του Αγιωνύμου Άθωνος Όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής δεν απεκάλυψε στα πνευματικά του παιδιά ότι δέχθηκε τέτοια επίθεση από τον πονηρό στις οριακές ημέρες προ του τέλους, που πάσχιζε με λυσσώδη μανία να του κηρύξει φανταστικές και άκυρες όλες του τις αγιοπνευματικές εμπειρίες;

Μήπως και ο Όσιος Φιλόθεος ο Ζερβάκος όταν πήγε να πληροφορήσει τον επιστήθιο φίλο του, Όσιο Αθανάσιο τον Χαμακιώτη για το επερχόμενο τέλος του δεύτερου, δεν του επέστησε την προσοχή, λέγοντάς του: «Πρόσεξε, αδελφέ, μη σε πειράξει την τελευταία στιγμή ο παγκάκιστος;».

Κάτι που βεβαίως έγινε, αλλά ο Γέροντας Αθανάσιος με τα σημερινά ζωομύριστα και μυρίπνοα οστά, εξήλθε τροπαιούχος και από αυτή την τελευταία πνευματική γυμνασία που του παραχώρησε ο αγωνοθέτης Θεός...

Μήπως και ο εμπνευστής και ομόψυχος αδελφός σας, ο Μέγας Αναστάσιος ο Κουδουμιανός, μικρό προ της θριαμβευτικής μεταχωρήσεώς του στην αιωνιότητα, δεν μας φανέρωσε, ότι είχε φοβερή συμπλοκή με τους δαίμονες, κάτι όχι ασυνήθιστο για τον εμπειροπόλεμο πυγμάχο της ασκητικής κονίστρας;

Τον έσυραν στο έδαφος, του κατάφεραν δύο περίεργα εγκαύματα στην πλάτη, τα οποία, βέβαια, μετά από παρέλευση ολίγιστου χρόνου, θαυματουργικώς εξαλείφθησαν.

Και ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Κρήτης Τιμόθεος, από τους σπάνιους σε χριστοκεντρικότητα και απόθεμα αγιότητος Ιεράρχες, την ημέρα που εκοιμήθη αιφνιδίως, δέχθηκε επίθεση από σμήνος δαιμόνων...

Κατάπληκτος και αναμαλλιασμένος βγήκε στον εξώστη του μοναχικού του ενδιαιτήματος και φώναζε: «Γιατί αφήσατε τους μαύρους να περάσουν, τους μασσώνους που ανέβηκαν επάνω; Μου έκαναν άγρια επίθεση... Τους αντιμετώπισα αλλά ζορίστηκα...».

Αυτό έγινε εκείνη την ημέρα δύο φορές. Έχουμε και πολλά άλλα παραδείγματα Γέροντα. Κάνε κουράγιο...

Ο Γέροντας με πρόδηλη απορία αποτυπωμένη στην έκφραση του προσώπου του, μου απάντησε:

- «Μα εγώ δεν ανήκω στους μεγάλους αθλητές. Υπήρξα ισόβιος ζητιάνος του ελέους τους Θεού στην έρημο διά της μετανοίας... Είμαι ρεμάλι... Μεγάλος αμαρτωλός. Ζητούσα συνεχώς έλεος... Δεν είναι αυτά για 'μένα. Δεν ανήκω σε αυτούς...».

- Αυτά, απάντησα, Γέροντα, ο Θεός τα ξέρει...

Με ιλαρό πρόσωπο έγνεψε ότι συμφωνεί και έκλεισε τα ολόλαμπρα μάτια του από εξάντληση, περατώνοντας κάθε συζήτηση.

Άλλωστε ασθμένων και με πολύ κόπο, σχεδόν ψιθυριστά, μέχρι εκείνη την ώρα ανταποκρινόταν στον διάλογο. Απόρησα πού βρήκε την δύναμη να μετάσχει τόσο ευκρινώς στη διαγενόμενη συζήτηση.

Ήταν προφανώς ενδυνάμωση Θεού, προκειμένου να αφήσει σαν παρακαταθήκη και την τελευταία του αυτή συγκλονιστική εμπειρία, στην βιωματική φιλοκαλία της Εκκλησίας.

Αυτή η διήγηση ήταν και ο τελευταίος μας διάλογος επί γης...

Ο Γέροντας από την Μεγάλη Τετάρτη το βράδυ είχε πλέον ηρεμήσει απόλυτα και περίμενε με γαλήνη το επικείμενο τέλος.

Είχε λήξει η τελευταία φοβερή μάχη με τον δαίμονα. Νικητής ο παλαίμαχος αθλητής της ερήμου έβλεπε τους παλαιούς Αγιοφαραγγίτες Πατέρες να τον περιστοιχίζουν και τις επουράνιες αγγελικές ταξιαρχίες να υπερίπτανται εμφανώς, να επιστατούν γύρω από την κλίνη του, να λαμβάνουν πρωτοβουλίες και να ετοιμάζουν την έξοδό του.

Εκστατικός έμενε να κοιτάζει και δόξαζε τον Θεό! Έκανε με απροκάλυπτη δυσκολία άπειρες φορές τον σταυρό του.

Το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης ψέλλισε: «Όλα τελείωσαν. Σήμερα φεύγω. Επίκειται η ώρα. Να ειδοποιηθεί ο Αντώνης για την άμεση μεταφορά μου με το ασθενοφόρο στο Κεφάλι (Ερημητήριο όπου ζούσε στα νοτιοδυτικά Αστερούσια).

Θέλω να παραδώσω την ψυχή μου εκεί... Οπωσδήποτε πρέπει να βρεθώ στο Ασκητήριό μου από το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης έως το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής».

Λίγο αργότερα είπε ξέπνοα αλλά καθαρά: «Ένθα ουκ έστι πόνος, ου λύπη, ου στεναγμός, αλλά ζωή ατελεύτητος»

Όταν πριν λίγες ημέρες τον είχε επισκεφθεί ζωντανά στο σπίτι που ενοσηλεύετο στις Μοίρες, η κοιμηθείσα κόρη του Σταυρούλα, την ρώτησε ο Γέροντας: «Πώς είναι παιδί μου ο Παράδεισος», και εκείνη απάντησε: «Όπως μου τον περιέγραφες, σεβαστέ μου πατέρα».

«Εξήγησέ μου περισσότερο», επέμεινε εκείνος και αυτή συμπλήρωσε: «Δεν μου έλεγες, όταν σε ρωτούσα εγώ πριν φύγω, ότι εκεί "ουκ έτσι πόνος, ου λύπη, ου στεναγμός, αλλά ζωή ατελεύτητος; Τελικά αυτό είναι πατέρα».

Τώρα ο Γέροντας προγευόμενος τα έπαθλα του αγωνοθέτη Θεού, τελείωνε τους επίπονους ισόβιους άθλους επαναλαμβάνοντας τούτα τα λόγια και ένα λεπτό αδιόρατο χαμόγελο σφράγιζε την μυστηριώδη έκσταση του θανάτου. Βαριανάσαινε και ατάραχος περίμενε. Το ουράνιο ταξίδι είχε πλέον άμεσα δρομολογηθεί.

Ήταν Μεγάλη Πέμπτη λίγο πριν τα μεσάνυχτα 28-4-2016. Η ένδοξη κοίμησή του υπήρξε «μυστήριο κραυγής όπερ εν ησυχία Θεού διεπράχθη» (Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος) όπως άλλωστε και όλη η θαυμαστή και πνευματέμφορος βιοτή του.

Μόλις ακούμπησε το κατάστικτο και οσίαθλο σώμα στην ασκητική του κλίνη, αμέσως φτερούγισε η ολόφωτη και θεοτερπής ψυχή του στα άφθαρτα σκηνώματα της δόξης του Χριστού, τον οποίον με μανικό έρωτα αγάπησε και με αδιάλειπτη ησυχαστική στοχοθεσία, χαρισματικώς προσαπόκτησε.

Ήταν η πανίερη και φοβερή βραδιά που εμυσταγωγείτο το Θείο Πάθος στις καρδιές των πιστών. Και η εσταυρωμένη επίγεια διαδρομή του μαρτυρικού Γέροντος, έπρεπε να βρει εκείνες τις συγκλονιστικές στιγμές την νοηματοδότηση και καταξίωσή της, από Εκείνον που καλεί τους φίλους Του ενεργά στο Σταυρό, προκειμένου να τους αναγνωρίσει δικούς Του και να τους εντάξει πανηγυρικά και στους άληκτους αναβαθμούς της Αναστάσεως..

Aιωνία η μνήμη του. Να έχουμε την ευχή του.

Πηγή: «Αντίλαλος» της Μεσαράς Εφημερίδα, Σάββατο, 29 Απριλίου 2017.
           http://www.immorfou.org.cy



Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2018

Η ΕΛΛΑΣ ΕΓΙΝΕ ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΠΥΡΓΟΣ ΤΗΣ ΒΑΒΕΛ – ΠΡΟΦΗΤΙΚΑ ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ π. ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΖΕΡΒΑΚΟΥ


Όπως στους οικοδομούντας τον Πύργο της Βαβέλ από υπερηφάνεια, οργίστηκε ο Θεός και παρεχώρησε την σύγχυση των γλωσσών, έτσι συμβαίνει και στο δυστυχισμένο έθνος μας και στην Εκκλησία. Κάθε ένας έχει δική του γλώσσα. ο ένας δεν ακούει τον άλλον, και όσα είναι τα πάθη μας, τόσες είναι και οι γλώσσες μας. Όλοι ομιλούν κατά το ίδιο συμφέρον, κανείς για το κοινό όφελος. γι’ αυτό γίνεται ταραχή και σύγχυση και κανένα καλόν. Κακό σημείο και τρανή απόδειξη, ότι η πίστη δεν ενεργείται με αγάπη. Το όνομα της Εκκλησίας είναι ενώσεως και συμφωνίας και όχι χωρισμού. Τί είναι, όμως, αυτόν τον καιρό η Εκκλησίας μας ; πυργοποιΐα ! Τί είναι η πίστη μας ; σύγχυση των γλωσσών……………!

ΠΗΓΗ : ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΖΕΡΒΑΚΟΥ, ΠΑΤΡΙΚΕΣ ΔΙΔΑΧΕΣ, εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2018, σ. 7.



Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2018

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΟ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟY ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΛΑΡΙΩΝΟΣ ΤΟΥ ΙΒΗΡΑ


Ο μακάριος αυτός Γέρων κατάγονταν από τη Γεωργία. Νέος έφθασε στον Άθωνα και αρχικά έμεινε στο Γεωργιανό κελλί του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου της Μονής Ιβήρων. Μη βρίσκοντας ησυχία, μετώκισε στο Διονυσιάτικο κάθισμα του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου.

Εκεί αγωνίστηκε υπέρ άνθρωπον, ενώ πήρε ως υποτακτικό του τον ονομαστό αργότερα παπά Σάββα τον Πνευματικό.


Έφτασε σε υψηλά μέτρα αρετής και καταξιώθηκε του προορατικού χαρίσματος. Η φήμη του ξαπλώθηκε στη Ρωσία και οδηγουμένων των πραγμάτων προς τον Κριμαϊκό πόλεμο, ο Τσάρος ή το επιτελείο του, έστειλαν ανθρώπους με ειδικό πλοίο στον Άθωνα, προκειμένου να συμβουλευθούν τον Γέροντα Ιλαρίωνα για την έκβαση του πολέμου.

Ο Γέρων αρχικά αρνήθηκε να τους δει, ενώ αυτοί παρέμεναν στην αποβάθρα της Μονής Ιβήρων επί τρεις ημέρες, ώσπου έλαβαν την απάντηση.

Όπως δε έγινε γνωστό από τρίτους, η πρόρρηση του Γέροντος επαληθεύτηκε σε όλα. Τους είχε πει ότι η Ρωσία θα ηττηθεί, θα ταλαιπωρηθεί σε αυτό τον πόλεμο, αλλά δεν θα χάσει εδάφη. όπως και έγινε. 



Μετά τη μακαρία κοίμησή του, ο υποτακτικός του παπά Σάββας, ο μετέπειτα περίφημος Πνευματικός, έλαβε ως ευλογία μαζί του την κάρα του Γέροντός του, στη καλύβη της «Αναστάσεως του Κυρίου» στα Κατουνάκια, όπου είχε μετωκήσει. Ο δε πανάγαθος Θεός ευδόκησε ώστε, κάθε Παρασκευή η καλύβη του λούζονταν από ουράνιο φως επί μια τριετία, το οποίο έβλεπαν από την απέναντι Σκήτη της Αγίας Άννης, πολλοί εκ των Πατέρων. Κατ’ εξήγηση δε των Πνευματικών, τούτο συνέβαινε διότι ο μακάριος Γέρων Ιλαρίων ο Ίβηρ, νήστευε – σε όλο το μοναχικό του βίο - κάθε Παρασκευή, ακόμη και από νερό.

ΠΗΓΗ : ΓΑΒΡΙΗΛ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΟΥ ΑΡΧΙΜ., ΛΑΥΣΑΪΚΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ, Α΄ εκδ., ΕΝ ΒΟΛΩ 1953, σελ. 34 κ.ε.
                                                         


Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2018

ΑΙ ΕΛΛΗΝΙΔΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΒΑΙΝΟΥΝ ΕΙΣ ΤΕΛΕΙΑΝ ΓΥΜΝΩΣΙΝ ΨΥΧΩΝ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΩΝ – ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΓΕΡΩΝ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ


Η Ορθόδοξος Εκκλησία κινδυνεύει. Πολλοί εκ των ποιμένων της ήνοιξαν τας πύλας και εισήγαγον τους λύκους οι οποίοι ήρχισαν την φθοράν των προβάτων. Αλλά τέτοια που ήσαν τα πρόβατα τέτοιους ποιμένας τους έδωκε ο Θεός………, και προς τους σκολιούς, σκολιάς οδούς ο Κύριος εξαποστέλλει. Αι ελληνίδες γυναίκες έχασαν τελείως την εντροπήν, μιμούμεναι τας αισχράς γυναίκας των εθνών, βαίνουν εις τελείαν γύμνωσιν ψυχών και σωμάτων, και εις δημοσίας ασελγείας και ακολασίας, καθώς εις ξένας χώρας της Ευρώπης. Δι’ αυτό θέλω γρήγορα να φύγω. Λυπούμαι μόνον δια τους σπανίους ολίγους και εκλεκτούς οι οποίοι θα υποφέρουν και θα βασανίζονται ως ο Λώτ με τους Σοδομογορίτας. Αυτοί θα υποφέρουν, αλλ’ εάν έχουν υπομονήν έως τέλους θα σωθούν, οι δε ασεβείς και φαύλοι και εδώ θα τιμωρηθούν και εις το αιώνιον πυρ θα παραπεμφθούν. Κύριε ρύσαι ημάς από την παρούσαν και μέλλουσαν οργήν, και σώσον ημάς κατά το πλήθος του ελέους σου.

ΠΗΓΗ : «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑ», τευχ. 45-47, ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ-ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 1992, σ. 102.



Πέμπτη 26 Ιουλίου 2018

Ἀπό τήν ζωή τοῦ ἁγιασμένου Γέροντος Ἰακώβου - Oἱ ἐμφανίσεις τῆς ἁγίας Παρασκευῆς


"...Ὅλα τά παιδάκια πήγαιναν σχολεῖο μιά φορά τήν ἡμέρα. Τό Ἰακωβάκι πήγαινε δύο. Τό ἀγαποῦσε πολύ, γιατί τό σχολεῖο του στά πρῶτα χρόνια ἤτανε κι Ἐκκλησία, τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς. Ἀργά τό ἀπόγευμα πήγαινε κι ἄναβε τά καντήλια. Πήγαινε μόνο του τό παιδί καί τοῦ ἄρεσε νά μένει μέχρι τό νύχτωμα. Προσευχότανε ὅσο ἤξερε κι ὅσο μποροῦσε. Ἔπειτα ἔπαιρνε τόν κατήφορο γιά τό σπίτι, ἀφήνοντας τό δάσος μέ τά πεῦκα. Ἕνα ἀπόγευμα ὅμως, θά᾽ τανε τότε ὀκτώ-ἐννέα ἐτῶν, ἐκεῖ πού προευχότανε τοῦ ἐμφανίστηκε ὁλοζώντανη ἡ ἁγία Παρασκευή ὡς μοναχή, ὅπως ἤτανε στήν εἰκόνα. Τό παιδί τρόμαξε, τό ᾽βαλε στά πόδια κι ἔφτασε λαχανιασμένο στό σπίτι. Οὔτε γύρισε νά κοιτάξει πίσω ἀπό τόν φόβο του. Ξαναπῆγε ἄλλη μέρα ν᾽ ἀνάψει τά καντήλια καί τοῦ ἐμφανίστηκε πάλι. Καί πάλι τρόμαξε. Ἔφυγε τρέχοντας τόν κατήφορο, μά ἡ Ἁγία βγῆκε ἀπό τό ναό, μίλησε γλυκά καί καθησύχασε τό παιδάκι. Αὐτό, τώρα, σταμάτησε νά τρέχει, γύρισε νά δεῖ ποιός τοῦ μιλοῦσε. Ἡ Ἁγία τοῦ ἐξήγησε ποιά εἶναι, τοῦ ᾽πε νά μή φοβᾶται, καί τό Ἰακωβάκι ἀνέβηκε δειλά δειλά πάλι πρός τό ἐκκλησάκι. Ἔκατσε κοντά της καί τήν ἄκουσε προσεκτικά. Ἡ ἐμφάνιση τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς ἐπαναλήφθηκε πολλές φορές. Τό Ἰακωβάκι συνήθισε καί δέ φοβότανε πιά. Καθίσανε δίπλα δίπλα καί μιλάγανε... τέτοια οἰκειότητα καί ἀφελή παρρησία ὁ μικρός!

Σέ μία ἀπό τίς πρῶτες ἐμφανίσεις της Ἁγία, ὅταν εἶχε ξεθαρρέψει μικρός, τοῦ εἶπε:
– Τί θέλεις, Ἰάκωβέ μου, νά σοῦ χαρίσω γιά τίς προσευχές πού κάνεις καί πού περιποιεῖσαι τό σπίτι μου;

Ἐκεῖνο δέν ἤξερε τί νά ζητήσει. Ὅμως τό βράδυ ρώτησε τή μητέρα του, τή Θοδώρα. Ἐκείνη τό συμβούλεψε ἁπλοϊκά: «Νά σοῦ πεῖ, νά σοῦ δώσει, τήν τύχη σου». Τό ἄλλο ἀπόγευμα ἐμφανίστηκε ἡ Ἁγία καί ἀπάντησε στό παιδί:

– Ἄκουσέ με. Θά δεῖς δόξες καί τιμές πολλές, πολύς κόσμος θά ᾽ρχεται νά σέ δεῖ, πολλά χρήματα θά ἔρχονται στά χέρια σου, ἀλλά δέ θά μένουν (καί πράγματι ὅλα ἐπαληθεύτηκαν. Τόν τίμησαν τόν γέροντα Ἰάκωβο πλούσιοι καί φτωχοί, σοφοί καί ἀγράμματοι, ἄρχοντες καί ἀρχόμενοι, καθηγητές πανεπιστημίου καί ἀνώτατοι δικαστικοί, μοναχοί, ἱερεῖς, ἐπίσκοποι καί πατριάρχες, πού ἔφταναν τά τελευταῖα χρόνια στό μοναστήρι νά τόν γνωρίσουνε, νά ἐξομολογηθοῦνε, νά ὠφεληθοῦνε, νά πάρουνε τήν εὐχή του. Καί χρήματα ἐπίσης, τά τελευταῖα χρόνια, τοῦ ἔδιναν πολλά, μά κι αὐτός τά προσέφερνε ὅλα σέ ὅποιους εἴχανε ἀνάγκη, δέ μένανε στό σακκούλι του – γιατί σ᾽ ἕνα σακκούλι τά ἔβαζε, πού δέν ἄδειαζε ποτέ, ὅσα καί νά ᾽δινε).


Ὁ ἴδιος, πού τά διηγότανε αὐτά, πρόσθετε:
– Καί μήπως ψέματα μοῦ εἶπε, ἀδελφέ μου, ἡ ἁγία Παρασκευή; Μικρή τύχη μοῦ ἔδωσε; Μ᾽ ἔκανε ἱερέα τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ!"

ΠΗΓΗ : Στ. Παπαδόπουλου, Ο ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ, Ἐκδόσεις Ἀκρίτας, Θ’ ἔκδοση, Σεπτέμβριος 2005, σσ. 37-39.



Τρίτη 25 Ιουλίου 2017

Ἀπό τήν ζωή τοῦ ἁγιασμένου Γέροντος Ἰακώβου - Oἱ ἐμφανίσεις τῆς ἁγίας Παρασκευῆς


«... Ὅλα τά παιδάκια πήγαιναν σχολεῖο μιά φορά τήν ἡμέρα. Τό Ἰακωβάκι πήγαινε δύο. Τό ἀγαποῦσε πολύ, γιατί τό σχολεῖο του στά πρῶτα χρόνια ἤτανε κι Ἐκκλησία, τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς. Ἀργά τό ἀπόγευμα πήγαινε κι ἄναβε τά καντήλια. Πήγαινε μόνο του τό παιδί καί τοῦ ἄρεσε νά μένει μέχρι τό νύχτωμα. Προσευχότανε ὅσο ἤξερε κι ὅσο μποροῦσε. Ἔπειτα ἔπαιρνε τόν κατήφορο γιά τό σπίτι, ἀφήνοντας τό δάσος μέ τά πεῦκα. Ἕνα ἀπόγευμα ὅμως, θά᾽ τανε τότε ὀκτώἐννέα ἐτῶν, ἐκεῖ πού προευχότανε τοῦ ἐμφανίστηκε ὁλοζώντανη ἡ ἁγία Παρασκευή ὡς μοναχή, ὅπως ἤτανε στήν εἰκόνα. Τό παιδί τρόμαξε, τό ᾽βαλε στά πόδια κι ἔφτασε λαχανιασμένο στό σπίτι. Οὔτε γύρισε νά κοιτάξει πίσω ἀπό τόν φόβο του. Ξαναπῆγε ἄλλη μέρα ν᾽ ἀνάψει τά καντήλια καί τοῦ ἐμφανίστηκε πάλι. Καί πάλι τρόμαξε. Ἔφυγε τρέχοντας τόν κατήφορο, μά ἡ Ἁγία βγῆκε ἀπό τό ναό, μίλησε γλυκά καί καθησύχασε τό παιδάκι. Αὐτό, τώρα, σταμάτησε νά τρέχει, γύρισε νά δεῖ ποιός τοῦ μιλοῦσε. Ἡ Ἁγία τοῦ ἐξήγησε ποιά εἶναι, τοῦ ᾽πε νά μή φοβᾶται, καί τό Ἰακωβάκι ἀνέβηκε δειλά δειλά πάλι πρός τό ἐκκλησάκι. Ἔκατσε κοντά της καί τήν ἄκουσε προσεκτικά. Ἡ ἐμφάνιση τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς ἐπαναλήφθηκε πολλές φορές. Τό Ἰακωβάκι συνήθισε καί δέ φοβότανε πιά. Καθόσανε δίπλα δίπλα καί μιλάγανε... τέτοια οἰκειότητα καί ἀφελή παρρησία ὁ μικρός!

Σέ μία ἀπό τίς πρῶτες ἐμφανίσεις της ἡ Ἁγία, ὅταν εἶχε ξεθαρρέψει ὁ μικρός, τοῦ εἶπε:
– Τί θέλεις, Ἰάκωβέ μου, νά σοῦ χαρίσω γιά τίς προσευχές πού κάνεις καί πού περιποιεῖσαι τό σπίτι μου;
Ἐκεῖνο δέν ἤξερε τί νά ζητήσει. Ὅμως τό βράδυ ρώτησε τή μητέρα του, τή Θοδώρα. Ἐκείνη τό συμβούλεψε ἁπλοϊκά: «Νά σοῦ πεῖ, νά σοῦ δώσει, τήν τύχη σου». Τό ἄλλο ἀπόγευμα ἐμφανίστηκε ἡ Ἁγία καί ἀπάντησε στό παιδί:
– Ἄκουσέ με. Θά δεῖς δόξες καί τιμές πολλές, πολύς κόσμος θά ᾽ρχεται νά σέ δεῖ, πολλά χρήματα θά ἔρχονται στά χέρια σου, ἀλλά δέ θά μένουν (καί πράγματι ὅλα ἐπαληθεύτηκαν. Τόν τίμησαν τόν γέροντα Ἰάκωβο πλούσιοι καί φτωχοί, σοφοί καί ἀγράμματοι, ἄρχοντες καί ἀρχόμενοι, καθηγητές πανεπιστημίου καί ἀνώτατοι δικαστικοί, μοναχοί, ἱερεῖς, ἐπίσκοποι καί πατριάρχες, πού ἔφταναν τά τελευταῖα χρόνια στό μοναστήρι νά τόν γνωρίσουνε, νά ἐξομολογηθοῦνε, νά ὠφεληθοῦνε, νά πάρουνε τήν εὐχή του. Καί χρήματα ἐπίσης, τά τελευταῖα χρόνια, τοῦ ἔδιναν πολλά, μά κι αὐτός τά προσέφερνε ὅλα σέ ὅποιους εἴχανε ἀνάγκη, δέ μένανε στό σακκούλι του – γιατί σ᾽ ἕνα σακκούλι τά ἔβαζε, πού δέν ἄδειαζε ποτέ, ὅσα καί νά ᾽δινε).
Ὁ ἴδιος, πού τά διηγότανε αὐτά, πρόσθετε:
– Καί μήπως ψέματα μοῦ εἶπε, ἀδελφέ μου, ἡ ἁγία Παρασκευή; Μικρή τύχη μοῦ ἔδωσε; Μ᾽ ἔκανε ἱερέα τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ!

ΠΗΓΗ : "ΑΠΛΗ ΚΑΤΗΧΗΣΗ", Ἰούλιος 2010, Ἀριθμ. 43, σσ. 1-2, Συντάκτης: Ἐπίσκοπος Ἰερεμίας Φούντας, Μητροπολίτης Ἱ. Μ. Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως, Στ. Παπαδόπουλου, Ο ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ, Ἐκδόσεις Ἀκρίτας, Θ´ ἔκδοση, Σεπτέμβριος 2005, σσ. 37-39.



Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2017

ΓΕΡΩΝ ΕΥΛΟΓΙΟΣ ΤΟΥ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΟΥ (1840 - 1948)


Ο Γέρων Ευλόγιος γεννήθηκε στο χωριό Αχλάδι της Β. Εύβοιας το 1840. Ήταν γιος ευκατάστατων, πολύτεκνων και θεοφοβούμενων γονέων, του Ιωάννου Μαλανδάρα και της Βασιλικής. Στο άγιο Βάπτισμα έλαβε το όνομα Ευστάθιος.

Από μικρός ποθούσε τη μοναχική αφιέρωση. Τον πόθο του ήλθε να τον φουντώσει η ίδια η Θεοτόκος, με τη μορφή άγνωστης γυναίκας, λέγοντάς του ν΄ αφήσει τα πρόβατα που βοσκούσε, να χαιρετήσει τους δικούς του και ν΄ αναχωρήσει για το Άγιον Όρος, αφού πρώτα σε ορισμένη θέση θα εύρισκε ένα μοναχό που θα τον βοηθούσε. Πράγματι, μετά τον αποχαιρετισμό της μητέρας του και με την ευλογία της, συνάντησε τον μοναχό, κατά την πρόρρηση της Θεοτόκου, και μαζί αναχώρησαν για το Άγιον Όρος, χωρίς ποτέ να ξαναεπισκεφθεί το χωριό του.

Με τη φροντίδα της Θεοτόκου οδηγήθηκε από τον προστάτη του μοναχό στο κοινόβιο του Αγίου Παντελεήμονος. Ήταν τότε 25 ετών. Στο μοναστήρι δεν έμεινε πολύ καιρό, γιατί σχετίστηκε με τον περίφημο Γέροντα Χατζηγιώργη, και έγινε υποτακτικός του στο κελλί του Αγίου Δημητρίου στην Κερασιά.

Η ζωή του κοντά στον Χατζηγιώργη ήταν πολύ ασκητική. εγκράτεια, νηστεία, βαριά εργασία και κυρίως αγρυπνία και προσευχή. Μετά από ευδόκιμη δοκιμασία εκάρη μοναχός με το όνομα Ευλόγιος. Από την αρχή ξεχώριζε μέσα στη συνοδεία, η οποία απετελείτο από 40 περίπου μοναχούς, για τη θετική και ζωντανή του παρουσία και την προκομμένη πνευματική του ζωή. Μετά την απομάκρυνση του Χατζηγιώργη από την Κερασιά, η ευλογημένη συνοδεία διασκορπίστηκε σε όλο το Άγιον Όρος σε μικρές συνοδείες. Η αγωγή του Χατζηγιώργη είχε βαθειά επίδραση στον Γέροντα Ευλόγιο, ο οποίος με άλλους παραδελφούς του εγκαταστάθηκε το έτος 1872 στο κελλί του Αγίου Γεωργίου του Φανερωμένου, πλησίον των Καρυών, όπου, με Γέροντα τον αρχαιότερο μεταξύ αυτών π. Παχώμιο, διατήρησαν τις αυστηρές παραδόσεις των Γερόντων των.

Ο χώρος του ιστορικού κελλιού, που φέρει την προσωνυμία από θαυμαστή φανέρωση του Αγίου στη δίωξη ληστών, έγινε τόπος εντατικής προσπάθειας αναδημιουργίας και ανακαινίσεως. Ο Γ. Ευλόγιος, δεύτερος της συνοδείας, ήταν η ψυχή όλων. Με την πνευματικότητα και την εργατικότητά του ήταν ο βασικός συντελεστής της αναμορφώσεως του κελλιού. Το 1891, ύστερα από 20 χρόνια εργασίας, τελείωσαν οι ανακαινιστικές εργασίες και θεμελιώθηκε νέος ναός.

Ο Γ. Ευλόγιος με την άσκηση και την αρετή του έλαβε από τον Θεό πλούσια χάρη και δύναμη. Η φήμη του ως πνευματικού και διακριτικού Γέροντος άρχισε να διαδίδεται και πολλοί έτρεχαν κοντά του να πάρουν συμβουλές και κατευθύνσεις για τη μοναχική τους ζωή, να παρηγορηθούν και να λάβουν την ευλογία του. Αγαπούσε ιδιαίτερα τους φτωχούς, που εύρισκαν κοντά του στοργή και συμπαράσταση. Έκτισε γι΄ αυτούς, δίπλα στο κελλί, ξεχωριστό οίκημα, για να έχουν μόνιμη κατοικία, εργαζόμενοι κατά δύναμη από ευγνωμοσύνη στις διάφορες εργασίες του κελλιού. Χαρακτηριστικό για τον Γέροντα ήταν ότι, ενώ σ΄ όλους τους άλλους ήταν επιεικής στο θέμα της νηστείας και της πνευματικής ζωής γενικά, στον εαυτό του ήταν πολύ αυστηρός και απαιτητικός. Επί 13 ολόκληρα έτη δεν έφαγε λαδερό φαγητό. Τις νύκτες αγρυπνούσε πολύ με ακατάπαυστες μετάνοιες, και προσευχόμενος φωτιζόταν από ένα θείο φως, που τον σκέπαζε σαν ομπρέλα και τον έλουζε όλο. Μία νύχτα, καθώς προσευχόταν, ήλθε ένας δαίμονας στο παράθυρό του κάνοντας θόρυβο για να διαταράξει την προσοχή του από την προσευχή. Τότε, με θεία δύναμη, ένας ξύλινος σταυρός που κρεμόταν στον τοίχο καρφώθηκε στο παράθυρο, αναγκάζοντας τον πονηρό να εξαφανιστεί κραυγάζοντας θρηνητικά.

Το 1901 ο Γ. Παχώμιος, γερασμένος και ασθενής, στην επιθανάτια κλίνη έβλεπε δαίμονες. Ο Γ. Ευλόγιος στάθηκε συμπαραστάτης και παρηγορητής του και όταν, κατά τις ανεξερεύνητες κρίσεις του Θεού, προσευχόμενος είδε την ψυχή του να πορεύεται στην κόλαση, πρόσπεσε με θερμά δάκρυα στη μεσιτεία της Παναγίας για την ψυχή του Γέροντός του. Μη μπορώντας να αντέξει την απώλειά του, δανείστηκε χρήματα για να κάνουν λειτουργίες ιερείς και να προσευχηθούν ασκητές επί σαρανταήμερο για την ψυχή του. Την τεσσαρακοστή ημέρα εμφανίστηκε χαρούμενος μπροστά του ο Γ. Παχώμιος και τον ασπάστηκε, ευχαριστώντας τον για τη σωτηρία του. Προς χάρη του η Θεοτόκος τον είχε απαλλάξει της κολάσεως.

Ο Γέροντας αγαπούσε πολύ την Παναγία και δεν εύρισκε τρόπους να της αποδώσει ευχαριστίες και ύμνος για την τόση εύνοια και προστασία που είχε δείξει σ΄ αυτόν. Τους Χαιρετισμούς τους έλεγε καθημερινά με θερμά δάκρυα και στις θεομητορικές γιορτές πανηγύριζε πολύ. Μία ημέρα, εορτή του Ακαθίστου, ενώ έλεγε τους Χαιρετισμούς μπροστά στην εικόνα Της, άγγελος θεάθηκε να θυμιάζει την εικόνα και όλο το ναό. Έγινε τότε εκστατικός όλος και άφθονα δάκρυα ευγνωμοσύνης γέμισαν το πρόσωπό του.

Στην πανήγυρη του γειτονικού κελλιού της Αγίας Τριάδος, διακονώντας ο Γέροντας στην τράπεζα βλέπει δύο δαίμονες να κάθονται στ΄ άπλυτα πιάτα και να γλύφουν σαρκαστικά κόκαλα ψαριών. Και τούτο γιατί κατά τον κανόνα του κοινού Γέροντός των Χατζηγιώργη δεν επιτρεπόταν να καταλύουν ψάρια. Ο Γέροντας έδεσε αοράτως τα δαιμόνια και κάλεσε τους αδελφούς του κελλιού να δουν το θέαμα. Έντρομοι εκείνοι μπροστά σ΄ αυτό που έβλεπαν, ζήτησαν συγχώρεση από τον Γέροντα, ο οποίος επιτιμώντας και κανονίζοντας τους, απέλυσε τα δαιμόνια.

Το 1910 ήλθε να μονάσει στο Άγιον Όρος ένα κοντοχωριανός του Γέροντος, ο π. Παχώμιος. Ύστερα από ένα πολυκύμαντο βίο έφθασε στη μονή Κουτλουμουσίου, όπου παρέμεινε για λίγο καιρό ως εργαζόμενος. Εδώ αρρώστησε από κρυοπαγήματα και κλήθηκε ο Γ. Ευλόγιος, ως πρακτικός γιατρός, να τον θεραπεύσει. Η γνωριμία αυτή στάθηκε αρχή του συνδέσμου τους. Μόλις έγινε καλά ήλθε και υποτάχθηκε στον Γέροντα. Ο π. Παχώμιος ήταν απλός και ήρεμος άνθρωπος. Εκοιμήθη το 1974, παραμονή του Αγίου Γεωργίου, προγνωρίζοντας τον θάνατό του από τρεις ημέρες. Την ώρα που έφευγε η ψυχή του ακούστηκε αγγελικός χαιρετισμός : "Χαίροις ψυχή απερχομένου". Ταυτόχρονα ευωδία γέμισε όλο το κελλί, το οποίο είχε μια δυνατή δυσοσμία, από την πολύκαιρη κατάκλισή του,

Το 1924 προστέθηκε ο τελευταίος της ευλογημένης συνοδείας, ο ευλαβής π. Γεώργιος, που, κατά πρόρρηση του π. Παχωμίου, εκοιμήθη το 1982. Στην αγάπη του π. Γεωργίου οφείλεται και η διάσωση των πληροφοριών αυτών.

Το 1941 ο Γέρων Ευλόγιος, 100 ετών, ήταν ολόλευκος, γαλήνιος, χωρίς σωματικές δυνάμεις, αλλά ακμαίος στις ψυχικές. Ένα πρωϊνό του Νοεμβρίου, ενώ οι υποτακτικοί του έφυγαν για το μάζεμα των ελιών, δέχθηκε την άγρια επίθεση δαιμόνων, που τον χτύπησαν αλύπητα και τον άφησαν μισοπεθαμένο. Στην κατάσταση αυτή τον βρήκαν οι μοναχοί του επιστρέφοντας στο κελλί. Όταν συνήλθε, τους διηγήθηκε το πάθημά του, δοξάζοντας τον Θεό που δεν επέτρεψε να του αφαιρέσουν τη ζωή οι ανίσχυροι δαίμονες.

Καταβεβλημένος πια από τα γηρατειά, στις 11 Απριλίου του 1948, ο πολυπαθής και ηρωϊκός Γέροντας, εγκατέλειψε τον κόσμο αυτό για να πορευθεί στη μακάρια ζωή της αιωνιότητας και της θεϊκής απολαύσεως. Είχε προγνωρίσει τον θάνατό του και κάλεσε τους μοναχούς του για να τους αποχαιρετήσει. Τους έδωσε τις τελευταίες συμβουλές, χαρίζοντάς τους τον ασπασμό της αγάπης.

Ιερομ. Δαυίδ

ΠΗΓΗ : ΠΡΩΤΑΤΟΝ, αρ. 8, Έτος 2, Ιανουάριος - Φεβρουάριος  1984, σ. 10 κ.ε.