"Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς" (Κατά Ιωάννη 8,32).

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2018

Η ΘΕΟΔΙΚΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ


Στήν σύντομη αὐτή παλαιοδιαθηκική μας μελέτη θά μιλήσουμε γιά ἕνα θεολογικό θέμα, τό ὁποῖο ταράσσει πραγματικά ὅλη τήν Παλαιά Διαθήκη, χωρίς να δίνεται ἐπαρκής λύση σ᾽ αὐτό. Εἶναι τό θέμα τῆς θεοδικίας. Βασικά μόνο στοιχεῖα θά δώσουμε ἐδῶ στό θέμα αὐτό, γιατί ἡ διεξοδική του ἀνάπτυξη ἀποτελεῖ ὁλόκληρη πραγματεία.

1. Τό περί θεοδικίας θέμα ἀρχίζει ἀπό τήν ἀλήθεια ὅτι ἡ Παλαιά Διαθήκη ἔχει ἐγκόσμιο χαρακτήρα καί διά τοῦτο τονίζεται πολύ ὁ πλοῦτος τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν ὡς εὐλογία Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο γιά τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του. Ἀντί ἄλλου χωρίου λέγουμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ στό βιβλίο τοῦ Ἡσαΐου: «Ἐάν θέλητε και εἰσακούσητέ μου, τά ἀγαθά τῆς γῆς φάγεσθε» (1,19). Ἀποτελεῖ πρόβλημα το γιατί ἡ Παλαιά Διαθήκη ἔχει ἐγκόσμιο χαρακτήρα, ὅπως εἴπαμε παραπάνω. Ἀλλά ἡ καλυτέρα λύση στό πρόβλημα αὐτό εἶναι νά ποῦμε ὅτι αὐτό συμβαίνει λόγω τοῦ πολέμου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης κατά τῆς νεκρομαντείας, τήν ὁποία ἐξασκοῦσαν οἱ Χαναναῖοι. Ἐπειδή λοιπόν ἡ Παλαιά Διαθήκη πολέμησε τήν νεκρομαντεία, ἡ ὁποία προϋποθέτει τήν πίστη στήν μεταθανάτιο ζωή, γι᾽ αὐτό στην Παλαιά Διαθήκη δέν ἔχουμε, στά πρῶτα χρόνια τουλάχιστον, ἀνεπτυγμένη την πίστη στήν μεταθανάτιο ζωή. Και γι᾽ αὐτόν τόν λόγο ἡ Παλαιά Διαθήκη φέρει ἐγκόσμιο χαρακτήρα καί τονίζει πολύ τά ἀγαθά τῆς ἐπιγείου ζωῆς. Ὅταν ὅμως ἀργότερα ἐξέλιπε ὁ κίνδυνος τῆς νεκρομαντείας, τότε, στήν ἐποχή τοῦ προφήτου Ἰεζεκιήλ (6ος αἰ.), ἔχουμε ἀνεπτυγμένη τήν πίστη στήν μεταθανάτιο ζωή (βλ. Ἰεζ. κεφ. 37).

2. Κατά τά παραπάνω, ἀφοῦ ἡ Παλαιά Διαθήκη ἔχει ἐγκόσμιο χαρακτήρα, ἡ ἀμοιβή τοῦ Θεοῦ στόν εὐσεβῆ γιά τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του ἤ ἡ τιμωρία στον ἀσεβῆ γιά τήν παράβαση τῶν θείων ἐντολῶν, γίνεται στόν παρόντα κόσμο και ἐκφράζεται μέ τήν παροχή ἤ τήν στέρηση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Συνέβαινε και συμβαίνει ὅμως νά βλέπουμε τό φαινόμενο, ὁ εὐσεβής νά δυστυχεῖ καί νά ταλαιπωρεῖται, ὁ δέ ἀσεβής, ὁ παραβάτης τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, νά εὐτυχεῖ ὑλικῶς καί νά ζεῖ μία ἄνετη ζωή. Ἔτσι, γεννᾶται τό πρόβλημα τῆς θεοδικίας. Κατά πόσον δηλαδή ὁ Θεός εἶναι ἀληθής καί δίκαιος, ἀφοῦ ἀφήνει νά συμβαίνει αὐτή ἡ ἀντινομία στήν ζωή, τό νά ἐπιτρέπει τήν δυστυχία τῶν εὐσεβῶν καί τήν εὐτυχία τῶν ἀσεβῶν. Αὐτό ἀκριβῶς, ξαναλέμε, εἶναι τό πρόβλημα τῆς θεοδικίας.

3. Τό πρόβλημα αὐτό εἶναι πολύ σοβαρό, γιατί καταλήγει στήν δυσπιστία και τελικά καί σ᾽ αὐτήν τήν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ. Τό θλιβερό αὐτό φαινόμενο τό παρατηροῦμε στήν Παλαιά Διαθήκη, μέ τά πρῶτα κρούσματά του στόν προφήτη Ἡσαΐα (8ος αἰ.). Ὅταν ὁ προφήτης κήρυττε στούς Ἰουδαίους ἐρχομένη τήν καταστροφή γιά τά ἁμαρτήματά τους, οἱ ἀκροατές του εἰρωνικά τοῦ ἀπαντοῦσαν: «Ἄς τό κάνει γρήγορα (ὁ Θεός), γιά νά τό δοῦμε· ἄς ἐκπληρώσει τό θέλημά Του γιά νά τό γνωρίσουμε» (Ἡσ. 5,19). Ἀργότερα, στόν προφήτη Σοφονία (7ος αἰ.) οἱ ἀκροατές του ἔλεγαν καί σ᾽ αὐτόν: «Ὁ Θεός δέν μπορεῖ οὔτε εὐτυχία οὔτε δυστυχία νά φέρει» (Σοφ. 1,12. Βλ. καί Ἱερ. 5,12). Καί ἀκόμη ἀργότερα, στην ἐποχή τοῦ προφήτου Ἰεζεκιήλ (6ος αἰ.), οἱ σύγχρονοί του, ἀναφερόμενοι στην πτώση τῆς Ἱερουσαλήμ (586 π.Χ.) ἔλεγαν καί αὐτοί: «Δέν εἶναι ἐντάξει ἡ ὁδός (δηλαδή τό ἔργο) τοῦ Θεοῦ» (Ἰεζ. 18,25.29. 33,17). Καί ἀκόμη πιό μετέπειτα, κατά τήν ἐποχή τοῦ προφήτου Μαλαχίου (5ος αἰ.), οἱ Ἰουδαῖοι, ἐπισκοποῦντες τήν ὅλη ἱστορία τους, ἔλεγαν: «Μάταιο εἶναι νά ὑπηρετεῖ κάποιος τόν Θεό. Τί
κερδίσαμε ἀπό τό ὅτι τηρήσαμε τίς ἐντολές Του;... Ἰδού, μακαρίζουμε τούς ὑπερηφάνους. Προοδεύουν ὅταν πράττουν τό κακό καί σώζονται ὅταν ἐκπειράζουν τόν Θεό...» (Μαλαχ. 3,14-15. Βλ. καί τό χωρίο Ἰώβ 34,19: «ὁ ἄνθρωπος δεν ὠφελεῖται ἀπό τήν φιλία του μέ τόν Θεό»). Καί ἀκόμη τολμηρότερα αὐτοί οἱ ἀσεβεῖς ἔλεγαν: «Ὅποιος πράττει τό κακό εἶναι ἀρεστός στά μάτια τοῦ Θεοῦ· σέ τέτοιους ἀνθρώπους ἀρέσκεται ὁ Θεός. Ποῦ εἶναι λοιπόν ὁ Θεός τῆς δικαιοσύνης;» (Μαλαχ. 2,17). Καί ἄλλοι ἀσεβεῖς καί χλευαστές Ἰουδαῖοι ἔλεγαν, ἀναφερόμενοι στόν Θεό: «Ὑπάρχει γνώση στόν Θεό;» (Ψαλμ. 72,11). Δηλαδή, «γνωρίζει ἄραγε ὁ Θεός τί κάνει;».

4. Ὅλα αὐτά καί ἄλλα ἀκόμη βλάσφημα κατά τοῦ Θεοῦ λόγια, τά ὁποῖα συναντοῦμε στήν Παλαιά Διαθήκη, λεγόμενα ἀπό ἀσεβεῖς Ἰουδαίους και Ἰσραηλῖτες, λέγονται ἀκριβῶς γιά τό πρόβλημα τῆς θεοδικίας. Γιατί δέν μποροῦσαν νά συμβιβάσουν τήν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ πρός τά παρατηρούμενα στο ἔθνος τους καί στήν ἀτομική τους ζωή συμβαίνοντα. Ἀπέναντι στούς ἀσεβεῖς αὐτούς οἱ εὐσεβεῖς Ἰουδαῖοι προσπαθοῦσαν νά δώσουν κάποια λύση στό πρόβλημα θεοδικίας. Οἱ εὐσεβεῖς αὐτοί ὡς βάση τους ἔχουν τήν σταθερή πίστη στήν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καί δέν ἀμφιβάλλουν καθόλου γι᾽ αὐτήν. Τήν πίστη αὐτή την ἐκφράζει ὁ λόγος τοῦ προφήτου Ἀββακούμ, «ὁ δέ δίκαιος ἐκ πίστεως ζήσεται» (2,4). Ὁ εὐσεβής δηλαδή ἄνθρωπος πρέπει νά εἶναι στερεός στήν πίστη του ὅτι ὁ Θεός εἶναι δίκαιος. Καί «ζήσεται» ἀπό τήν πίστη του αὐτή, θά δικαιωθεῖ δηλαδή ὁ πιστός ἀπό τά συμβαίνοντα στήν ζωή γεγονότα.

(α) Μία λύση τοῦ προβλήματος τῆς θεοδικίας ἐπιχειρεῖ ὁ συγγραφεύς τοῦ 36ου ψαλμοῦ, ὁ ὁποῖος λέγει ὅτι ἡ εὐτυχία τῶν ἀσεβῶν εἶναι προσωρινή, εἶναι ἐπ᾽ ὀλίγον καί μετά ἀπό τήν εὐτυχία τους θά ἔρθει δυστυχία («ἔτι μικρόν καί οὐ μη ὑπάρξῃ ὁ ἁμαρτωλός καί ζητήσεις τόν τόπον αὐτοῦ καί οὐ μή εὕρῃς», στίχ. 10). Τό ἐπιχείρημα ὅμως αὐτό δέν εἶναι λύση, γιατί βλέπουμε ἀσεβεῖς νά τούς συνοδεύουν τά πλούτη τους μέχρι τοῦ τάφου.

(β) Ἄλλη λύση προσπαθεῖ νά δώσει ὁ ψαλμός 48, ὁ ὁποῖος λέγει ὅτι ὁ θάνατος ἐξισώνει ὅλους, καί τούς δυστυχεῖς καί τούς εὐτυχεῖς. Καί αὐτό πάλι δέν εἶναι λύση τοῦ προβλήματος, γιατί, ναί μέν ὁ θάνατος ἐξισώνει ὅλους, ἀλλά μέχρι τοῦ θανάτου, ὅπου παρατηρεῖται τό πρόβλημα, τί ἀπάντηση θά δώσουμε;

(γ) Γνωστόν ὅτι στό σοβαρό πρόβλημα τῆς θεοδικίας ἡ Παλαιά Διαθήκη ἀφιερώνει ἕνα ὁλόκληρο βιβλίο, τό τιτάνειο βιβλίο τοῦ Ἰώβ, τό ὁποῖο ἀφήνει σχεδόν ἄλυτο τό πρόβλημα.

5. (δ) Ἀλλά, ὡς πλέον σοβαρή καί θελκτική λύση στό πρόβλημα τῆς θεοδικίας θεωροῦμε τήν λύση τοῦ προφήτου Ἱερεμίου. Τό περί θεοδικίας πρόβλημα ἐτέθη πρός λύσιν στό ἰσχυρό πράγματι κατά τόν νοῦ (ὅπως καί τρυφερόν κατά τήν καρδία) προφήτη Ἱερεμία. Ὁ Ἱερεμίας φαίνεται δέν μποροῦσε νά λύσει τό πρόβλημα καί γι᾽ αὐτό κατέφυγε πρός λύσιν στόν Θεό καί τοῦ εἶπε: «Δίκαιο (πάντα) ἔχεις, Θεέ, ὅταν μαλώνω μαζί Σου· μόνο γιά ἕνα πράγμα θέλω νά σοῦ μιλήσω: Γιατί εὐοδοῦται ἡ ὁδός τῶν ἀσεβῶν, (γιατί) εὐτυχοῦν ὅλοι οἱ παράνομοι;» (Ἱερ. 12,1). Σ᾽ αὐτό τό ἐρώτημα τοῦ προφήτου ὁ Θεός τοῦ ἀπαντάει μέ ἕναν περίεργο λόγο:
«Ἐάν ὁ δρόμος μέ πεζούς ἀνθρώπους σέ κουράζει,
τί θά κάνεις ὅταν ἀγωνίζεσαι στόν δρόμο μέ τά ἄλογα;
Καί ἄν στήν ἀσφαλῆ γῆ, δέν εἶσαι ἀσφαλής,
τί θά κάνεις στίς ζοῦγκλες τοῦ Ἰορδάνου;» (12,5)
Μέ αὐτά τά λόγια του ὁ Θεός δέν δίνει μέν λύση στό πρόβλημα τῆς θεοδικίας, δίδει ὅμως, ὅπως φαίνεται, ἐλευθερία στόν προφήτη νά ἀσχοληθεῖ μέ τό πρόβλημα, χωρίς νά κλονίζεται στήν πίστη του, γιατί τό προφητικό του ἔργο θά τοῦ δείξει ἀκόμη μεγαλύτερα προβλήματα (ἵππους πού τρέχουν στόν δρόμο - ζοῦγκλες τοῦ Ἰορδάνου) καί τότε τί θά κάνει;

(ε) Νομίζω ὅμως, ἄν ἑρμηνεύω καλῶς τό κείμενο τῶν Ο´, ὅτι ὁ προφήτης Ἱερεμίας δίδει λύσιν τινά στό πρόβλημα τῆς θεοδικίας, τήν ὁποία λύση ἀπαντοῦμε καί ἀλλαχοῦ στήν Παλαιά Διαθήκη. Κατά τήν μετάφραση λοιπόν τῶν Ο´ ὁ προφήτης Ἱερεμίας ὁμιλῶν γιά τούς εὐτυχοῦντας ἀσεβεῖς λέγει πρός τόν Θεό: «Ἐγγύς εἶ τοῦ στόματος αὐτῶν καί πόρρω ἀπό τῶν νεφρῶν αὐτῶν» (Ἱερ. 12,2). Ἐάν δηλαδή εὐτυχοῦν οἱ ἀσεβεῖς, εὐτυχοῦν σέ εὐτελῆ αἰτήματα, τοῦ «στόματος» αἰτήματα, ἀλλά ἡ καρδιά τους δέν ἀπολαμβάνει τούς βαθεῖς πόθους της, γιατί ὁ Θεός εἶναι «πόρρω ἀπό τῶν νεφρῶν αὐτῶν»! Ὡσάν νά θέλει νά πεῖ μέ αὐτό ὁ Ἱερεμίας ὅτι ἡ ἀληθινή εὐτυχία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ἐκπλήρωση τῶν πόθων τῆς καρδιᾶς του – ἡ ὁποία ἔχει πλαστεῖ γιά τόν Θεό – καί δέν εἶναι ἡ ἀπόλαυση τῶν ἐπιγείων ἀγαθῶν. Τήν λύση αὐτή, ὅτι δηλαδή ἡ εὐτυχία τοῦ ἀνθρώπου ἔγκειται στήν ἐπικοινωνία του μέ τόν Θεό, τήν δίδει καί ὁ Ψαλμός 72, ὁ ὁποῖος λέγει: «Ἐμοί δέ τό προσκολλᾶσθαι τῷ Θεῷ ἀγαθόν ἐστι, τίθεσθαι ἐν τῷ Κυρίῳ την ἐλπίδα μου» (στίχ. 28). Δηλαδή, μέ τήν λύση αὐτή λύεται ὁ δεσμός τῆς εὐσέβειας τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν ἀμοιβή τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Ἀγαπῶ τόν Θεό, ἐπειδή μοῦ εὐφραίνει τήν καρδιά καί ὄχι γιά νά ἔχω «ἐμπορική» δοσοληψία μαζί Του, δίδοντάς μου Αὐτός τόν πρῶτο λαχνό τοῦ λαχείου!

6. (ς) Ἀλλά στόν προφήτη Ἱερεμία συναντοῦμε καί ἄλλη σπουδαία λύση στο πρόβλημα τῆς θεοδικίας. Εἶναι αὐτή, τήν ὁποία συναντήσαμε ἤδη στήν ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ πρός τόν προφήτη, μέ τόν ὡραῖο λόγο,
«Ἐάν ὁ δρόμος μέ πεζούς ἀνθρώπους σέ κουράζει,
τί θά κάνεις ὅταν ἀγωνίζεσαι στόν δρόμο μέ τά ἄλογα;
Καί ἄν στήν ἀσφαλῆ γῆ, δέν εἶσαι ἀσφαλής,
τί θά κάνεις στίς ζοῦγκλες τοῦ Ἰορδάνου;» (12,5).

Αὐτός ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἴπαμε δέν λύει τό πρόβλημα τῆς θεοδικίας, ἀλλά μυστικά διδάσκει ὅτι εἶναι ἀκατάληπτα τά ἔργα τοῦ Θεοῦ καί δέν μπορεῖ λοιπόν να διερευνᾶμε γιατί ὁ Θεός ἐνεργεῖ κατ᾽ αὐτόν ἤ τόν ἄλλο τρόπο. Γιατί δηλαδή δίδει εὐτυχία εἰς ἐκεῖνον, ἐνῶ αὐτός φαίνεται ἀσεβής, καί γιατί τιμωρεῖ τόν ἄλλο, ἐνῶ αὐτός παρουσιάζεται ὡς εὐσεβής. Αὐτή ἡ λύση, τό ἀκατάληπτο δηλαδή τῶν ἔργων τοῦ Θεοῦ στήν ἱστορία, τήν ἔλαβε ὁ Ἱερεμίας ἀπό τόν Ἡσαΐα (βλ. Ἡσ. 28,29. 10,12. 28,12. 55,8. 40,14), ὡς γενικῶς διατυπωθεῖσαν, τήν ἐφήρμοσε ὅμως στό πρόβλημα θεοδικίας.

Μέ αὐτή τήν λύση, περί τοῦ ἀκατανοήτου τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, καί ὄχι με τήν ἄλλη θεώρηση τῆς ἱστορίας, ὅτι οἱ πράξεις τοῦ Θεοῦ εἶναι καταληπτές, ὅπως φαίνεται ἀπό τήν ἀμοιβή τῶν εὐσεβῶν σέ ὑλικά ἀγαθά καί τήν τιμωρία τῶν ἀσεβῶν – αὐτό πού δημιουργεῖ τό πρόβλημα τῆς θεοδικίας –, βαίνουμε σέ μία ἄλλη ἑρμηνεία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης περί τῆς ἱστορίας καί τῶν πράξεων τοῦ Θεοῦ, γιά τήν ὁποία θά μιλήσουμε ἄλλη φορά.

ΠΗΓΗ : † Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας, "ΑΠΛΗ ΚΑΤΗΧΗΣΗ", Ιούλιος - Αύγουστος  2015, αριθ. 76, σ. 142 κ.ε.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου