Πόσες ὧρες πρέπει νὰ νηστεύσει κανεὶς γιὰ νὰ κοινωνήσει κατὰ τὴν τέλεση ἑσπερινῆς Προηγιασμένης, ποὺ συνηθίζεται νὰ τελεῖται κατὰ τὶς Τετάρτες τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς;
Ἡ τέλεση ἑσπερινῆς Προηγιασμένης κατὰ τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἰδίως κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Τετάρτης, τείνει νὰ ἐπικρατήσει κατὰ τοὺς τελευταίους χρόνους καὶ ἀποτελεῖ ἕνα παρήγορο φαινόμενο ἐπιστροφῆς στὴν ὀρθὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας μετὰ ἀπὸ αἰῶνες ἐφαρμογῆς μιᾶς «κατ’ οἰκονομίαν» πρακτικῆς. Ἡ ἐν τῷ μεταξὺ ἐμπειρία ἔδειξε ὅτι, ὄχι μόνο τὸ πνεῦμα καὶ τὸ νόημα τῆς τελέσεως τῆς λειτουργίας τῶν Προηγιασμένων στὰ πλαίσια τῆς περιόδου τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς κινδυνεύει τελείως νὰ ἀφανισθεῖ μὲ τὴν μετάθεσή της κατὰ τὶς πρωινὲς ὧρες, ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ἡ ποιμαντικὴ σκοπιμότητα εἶναι ἀνύπαρκτη. Οἱ ἡμέρες τῆς τελέσεώς της εἶναι γιὰ
ὅλους ἐργάσιμες καὶ οἱ πρωινὲς ὧρες ἐξυπηρετοῦν μόνο τοὺς συνταξιούχους. Ἀντιθέτως
ἡ τέλεσή της κατὰ τὸ ἑσπέρας, στὴν ἀνέκαθεν καὶ ἀπὸ καταβολῆς φυσικὴ ὥρα τῆς
τελέσεώς της, ὄχι μόνο ἐπαναφέρει τὰ πράγματα στὴν ὀρθή τους θέση, ἀλλὰ καὶ οὐσιαστικὰ
διευκολύνει τοὺς ἐργαζομένους καὶ μὴ ἐργαζομένους πιστοὺς νὰ μετάσχουν σ’ αὐτή.
Εἶναι γνωστὸ ὅτι ἡ Προηγιασμένη δὲν εἶναι «λειτουργία» μὲ τὴν ἀκριβῆ καὶ εἰδικὴ ἔννοια τοῦ ὅρου αὐτοῦ. Δὲν εἶναι δηλαδὴ τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς θείας εὐχαριστίας, προσφορὰ δώρων καὶ καθαγιασμός, «προσκομιδὴ» κατὰ τὴν ἀρχαία ἔννοια τοῦ ὅρου αὐτοῦ. Εἶναι
προσφορὰ τῆς θείας κοινωνίας μέσα σὲ λειτουργικὰ πλαίσιακατὰ τὴν ἑσπερινὴ
σύναξη. Γι’ αὐτὸ καὶ σαφῶς διακρίνεται σὲ δύο μέρη, τὴν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ
μέχρι καὶ τὴν δευτέρα εὐχὴ τῶν πιστῶν (ὁ ἑσπερινὸς στὴν ἀρχαία ἀσματική – ἐνοριακή
του μορφὴ περιελάμβανε καὶ εὐχὴ ὑπὲρ τῶν κατηχουμένων καὶ δύο εὐχὲς τῶν πιστῶν)
καὶ τὴν τάξη τῆς θείας κοινωνίας ἀπὸ τοῦ «Νῦν αἱ δυνάμεις...» καὶ ἑξῆς κατ’ ἀκριβῆ
μίμηση τοῦ ἀντιστοίχου τμήματος τῆς θείας λειτουργίας. Σκοπὸς τῆς τελέσεώς της
δὲ δὲν εἶναι ἄλλος παρὰ ἡ διευκόλυνση τῶν χριστιανῶν νὰ προσέλθουν στὴν θεία
κοινωνία, ὄχι μόνο κατὰ τὰ Σάββατα καὶ τὶς Κυριακὲς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς,
κατὰ τὶς ὁποῖες τελεῖται ἡ «τελεία» θεία λειτουργία, ἀλλὰ καὶ ἐνδιαμέσως τῆς ἑβδομάδος,
ἡμέρες κατὰ τὶς ὁποῖες, λόγῳ τοῦ πενθίμου – κατανυκτικοῦ χαρακτῆρος τους, δὲν
μπορεῖ νὰ τελεσθεῖ τὸ πασχάλιο μυστήριο τῆς θείας εὐχαριστίας.
Ὁ
ἅγιος Συμεὼν Θεσσαλονίκης χρησιμοποιεῖ γιὰ τὸν χαρακτηρισμὸ τοῦ ὡς ἄνω σκοποῦ τῆς
συστάσεως τῆς Προηγιασμένης ἕνα πολὺ ἐκφραστικὸ ὅρο. Τὴν χαρακτηρίζει ὡς «ἐπινόηση»
–ἐφεύρεση– τῶν ἁγίων πατέρων γιὰ τὴν παράκαμψη τοῦ ἀδιεξόδου. («Ἡ Προηγιασμένη λειτουργία...
εἶναι ταύτην πιστεύομεν ἐξαρχῆς γεγενημένην δι’ αὐτὴν τὴν νηστείαν, ὥστε πενθεῖν
καὶ μὴ ἑορτάζειν ἡμᾶς ἐν ταῖς τοῦ πένθους ἡμέραις... Ἵν’ οὖν πάλιν μὴ καθόλου ἀμέτοχος
τῆς ἀπὸ τῶν τοῦ Χριστοῦ μυστηρίων τυγχάνωμεν χάριτος καὶ τοῦ διὰ τῶν ἱερῶν εὐχῶν
ἱλασμοῦ, τοῦτο ἐπινενόηται τοῖς πατράσι. Καὶ περὶ μὲν τὴν ἐνάτην ὥραν ταύτην
τελοῦμεν τὴν τελετήν, ἀποσῴζοντες τὸν ὅρον τῆς νηστείας, ἅπαξ πρὸς ἑσπέραν ἐσθίειν
τετυπωμένου· ἁγιαζόμεθα δὲ ταῖς εὐχαῖς καὶ τῇ ὄψει τῶν ὀφθαλμῶν ἅμα τῷ νοῒ ὁρῶντες
τὸν Κύριον κατεχόμενον ὑπὸ τῶν ἱερέων καὶ εἰς ἱλασμὸν ἡμῶν προτιθέμενον καὶ
μεταδιδόμενον τοῖς ἀξίοις τῆς αὐτοῦ κοινωνίας». Ἀπάντησις εἰς τὴν νε΄ ἐρώτησιν
τοῦ Πενταπόλεως Γαβριήλ). Βέβαια τὰ ἔθη τῆς Ἐκκλησίας στὸ μεταξὺ ἄλλαξαν πρὸς τὸ
ἀμελέστερο. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἰσχυρισθεῖ ὅτι ἡ ἀλλαγὴ ἔγινε πρὸς τὸ καλύτερο
καὶ πρὸς τὸ ἀκριβέστερο.
Ἡ
πράξη ὅμως τῆς Ἐκκλησίας ἔμεινε ἀμετακίνητη στὴν ἀρχαία παράδοση, ὄχι ἀπὸ
συντηρητισμὸ καὶ ἀρτηριοσκληρωτικὴ τακτική, ἀλλὰ γιατὶ στοχεύει στὸ ἴδιο ἰδεῶδες
καὶ μᾶς καλεῖ σὲ ἐπιστροφὴ πρὸς αὐτό, ὅταν ξεπερασθοῦν, κατὰ ὁποιονδήποτε τρόπο
καὶ σὲ ὁποιονδήποτε χρόνο, οἱ συνθῆκες ποὺ προκάλεσαν τὴν χρήση τῆς «οἰκονομίας».
Ἔτσι ἐξακολουθεῖ νὰ τελεῖ τὴν Προηγιασμένη κάθε Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ τῆς Μεγάλης
Τεσσαρακοστῆς καὶ νὰκαλεῖ πρὸς κοινωνίαν ὄχι μόνο κατὰ τὰ Σάββατα καὶ τὶς Κυριακὲς
ἀλλὰ καὶ ἐνδιαμέσως τῆς ἑβδομάδος.
Μὲ
τὴν τέλεση τῆς Προηγιασμένης τὸ ἑσπέρας τῆς Τετάρτης ἐπιχειρεῖται, τρόπον τινά,
μιὰ «ἀναπαλαίωση», μιὰ ἀποκατάσταση δηλαδὴ τῆς ἀρχαίας ὀρθῆς τάξεως. Ὁ ὅρος «ἀναπαλαίωση»,
κοσμικὸς τεχνικὸς ὅρος, νομίζω πὼς εἶναι πολὺ ἐκφραστικός, τόσο ὅσο καὶ ὁ ὅρος «ἐπινόηση»
τοῦ ἁγίου Συμεών. Μ’ αὐτὸν μποροῦμε νὰ συνεννοηθοῦμε, γιατὶ εἶναι τοῦ συρμοῦ.
Γιὰ νὰ γίνει μιὰ σωστὴ ἀναπαλαίωση χρειάζεται ὀρθὴ μελέτη, κόπος καὶ χρόνος καὶ
δαπάνες πολὺ περισσότερες ἀπὸ ὅσο τὸ ἐξ ἀρχῆς κτίσιμο μιᾶς κατασκευῆς. Τί
σημαίνει αὐτὸ γιὰ τὴν Προηγιασμένη τῆς Τετάρτης; Ὅτι ἡ ἀνιστόρηση τῆς ἀρχαίας
καὶ ὀρθῆς τάξεως ἐπιβάλλεται νὰ γίνει μὲ τὴν ἀκρίβεια τῶν παλαιῶν ὀρθῶν
προδιαγραφῶν. Κι αὐτὲς εἶναι δύο· ὅτι ἡ Προηγιασμένη δὲν εἶναι ἱερὸ θέαμα, ἀλλὰ
πρόσκληση γιὰ προσέλευση στὴν θεία κοινωνία. Κοινωνία ὅμως ποὺ ἐντάσσεται στὰ
πλαίσια καὶ στὶς ἀπαιτήσεις τῆς νηστείας τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἄλλως δὲν ἔχει
νόημα ἡ προσπάθεια ἀποκαταστάσεώς της στὴν ὀρθὴ ὥρα τελέσεώς της. Κάλλιστα οἱ
χριστιανοί μας μποροῦν νὰ κοινωνήσουν κατὰ τὰ Σάββατα ἢ τὶς Κυριακές.
Ἂν
θέλουν, καὶ πρέπει νὰ θέλουν, νὰ προσέλθουν στὴν θεία κοινω-νία κατὰ τὴν ἑσπερινὴ
Προηγιασμένη, ὀφείλουν νὰ τὴν ἐντάξουν στὰ πλαίσια τῶν ἀγωνισμάτων τῶν ἁγίων
Νηστειῶν.
Ἡ
εὐχαριστιακὴ νηστεία ποὺ προηγεῖται τῆς θείας κοινωνίας εἶναι, ὡς γνωστόν, ἡ ἀπόλυτη ἀποχὴ τροφῆς καὶ
ποτοῦ ἀπὸ τοῦ δείπνου ἢ ἀπὸ τοῦ μεσονυκτίου μέχρι τὴν ὥρα τῆς θείας μεταλήψεως.
Ἂν κανεὶς γιὰ λόγους ὑγείας δὲν τὸ μπορεῖ, ἂς τὸ ἀντιμετωπίσουν φιλαν θρώπως οἱ
πνευματικοί. Θὰ ἔλεγα ὅμως ὅτι προτιμότερο θὰ ἦταν νὰ τοῦ συστηθεῖ νὰ κοινωνήσει
κατὰ τὴν λειτουργία τοῦ Σαββάτου ἢ τῆς Κυριακῆς. Ἂς μείνει ἀδιάφθορη ἡ
Προηγιασμένη, ὁ σκοπὸς καὶ οἱ προϋποθέσεις της.
Ἄλλως,
πρὸς τί ἡ προσπάθεια ἐπαναφορᾶς της στὴν ὀρθή της ὥρα, ἀφοῦ ἀπὸ τὴν μία «οἰκονομία»
θὰ μεταπέσουμε σὲ μιὰ ἄλλη «οἰκονομία» ;
ΠΗΓΗ
: ΙΩΑΝΝΗ Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ. ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΙΣ
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΑΣ ΑΠΟΡΙΑΣ, εκδ. ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου