"Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς" (Κατά Ιωάννη 8,32).

Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2013

ΠΑΝΙΕΡΑ ΑΓΙΑ ΛΕΙΨΑΝΑ ΕΥΡΙΣΚΟΜΕΝΑ ΣΤΗ ΒΑΣΙΛΕΥΣΑ ΕΩΣ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΑΛΩΣΗΣ


Στο ναό των Βλαχερνών υπήρχαν τα σπάργανα του Χριστού, το ακάνθινο στεφάνι, η αγία Σινδόνι, το Λέντιο, το πορφυρό ιμάτιο, ο σπόγγος καθώς και το Ωμοφόριο και η ζώνη της Παναγίας. Στο ναό των Χαλκοπρατείων της Θεοτόκου ευρίσκονταν η εσθήτα και η τίμια ζώνη της Θεοτόκου, καθώς και τρίχες του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Τμήμα του Τιμίου Ξύλου υπήρχε επίσης αποτεθησαυρισμένο στην Πόλη, το οποίο είχε μεταφέρει η Αγία Ελένη, σύμφωνα δε με το Κωδινό, έφερε μαζί και ρόδα, κρίνα, σάμψυχα και βάλσακα, τα οποία ευρέθησαν επί του Τιμίου Ξύλου και τα φύτευσε σε γλάστρες προκειμένου να σώζονται. Επίσης μετέφερε η Αγία Ελένη στη Βασιλεύουσα και το λείψανο του προφήτη Δανιήλ. Ο Κωδινός μας πληροφορεί ότι επί του Μ. Κωνσταντίνου μεταφέρθηκε εκεί και η ράβδος του Μωϋσή, η οποία τοποθετήθηκε σε ναό της Θεοτόκου που οικοδόμησε, ενώ μετέπειτα μεταφέρθηκε στο παλάτι. Στο ναό του Σωτήρος στη Χάλκη, ο Ιωάννης Τσιμισκής, μετέφερε από τη Βηρυτό και τοποθέτησε εικόνα και τα σανδάλια του Χριστού. Στη μονή του Μυριοκέφαλου υπήρχε το κέρας του Σαμουήλ. Οι δύο σταυροί των ληστών ευρίσκονταν τοποθετημένοι κάτω από τον πορφυρό κίονα «του εν τω Φόρω». Στον κίονα του Κωνσταντίνου βρίσκονταν οι ήλοι του Σταυρού. Στην Αγία Σοφία τοποθετήθηκαν από τον Ιουστινιανό οι σάλπιγγες με τις οποίες επί Ιησού του Ναυή έπεσαν τα τείχη της Ιεριχού και το στόμιο του πηγαδιού όπου είχε καθίσει ο Χριστός. Σε δύο αψίδες στο έδρασμα του στύλου του πορφυρού κίονα που ευρίσκονταν «εν τω πλακωτώ του Φόρου», τοποθέτησε ο Μέγας Κωνσταντίνος τα δώδεκα κοφίνια και τις επτά σπυρίδες στα οποία είχαν τοποθετηθεί τα περισσεύματα από το θαύμα του Κυρίου, καθώς και την αξίνα του Νώε με την οποία είχε κατασκευάσει τη κιβωτό. Ο Νικηφόρος Φωκάς είχε μεταφέρει στη Κωνσταντινούπολη τμήμα ιματίου του Αγ. Ιωάννη του Προδρόμου (το οποίο είχε ανευρεθεί στη Βέροια της Συρίας) και κεράμιο το οποίο είχε αχειροποίητη εικόνα του Χριστού που βρίσκονταν στην Ιεράπολη, τρίχες του Ιωάννου του Βαπτιστού και βόστρυχο (μπούκλα μαλλιών) ποτισμένη με αίμα. Ο Ιουστίνος είχε αναγείρει ναό επ΄ ονόματι του Αγίου Ιακώβου όπου είχε τοποθετήσει τα ιερά και άγια  λείψανα των αγίων νηπίων, του Συμεών του Θεοδόχου, του προφήτη Ζαχαρία, του Ιακώβου του Αδελφοθέου και των Μυροφόρων. Ο Λέων ο Σοφός μετέφερε στη Βασιλεύουσα τα λείψανα του Λάζαρου και της αδελφής του Μαρίας, ενώ στο ναό των Αγίων Αποστόλων ο Αρτέμιος είχε τοποθετήσει υπό την Αγία Τράπεζα τα λείψανα των Αποστόλων. Στο σκευοφυλάκιο του Αγίου Μάρκου της Βενετίας, βρέθηκε κιβώριο μικρό το οποίο έκλεψαν οι σταυροφόροι από τη Κωνσταντινούπολη με την εξής επιγραφή : «Έχεις με Χριστόν, αίμα σαρκός μου φέρον», το οποίο έκαμε άπειρα θαύματα. Πολλοί λέγουν ότι είναι από το αίμα που έρευσε από το Κύριο κατά τη Σταύρωση, ενώ άλλοι λέγουν ότι πρόκειται για αίμα του έβγαλε μια εικόνα του Χριστού όταν τη χτύπησε ένας Ιουδαίος στη Κωνσταντινούπολη ή από εικόνα του Κυρίου που χτύπησε Εβραίος στη Βηρυτό. Ο Θεόδωρος Αναγνώστης μας κληροδοτεί ότι η Αυτοκράτειρας Ευδοκία, απέστειλε στη Βασιλεύουσα από τα Ιεροσόλυμα, την εικόνα της Θεοτόκου την ιστορηθείσα υπό του θείου Λουκά του Αποστόλου. Ο Ιωσήφ ο Βρυένιος, σε έναν από τους φωτισμένους λόγους του αναφέρει ότι : ο υφαντός χιτώνας του Κυρίου, και τα ρούχα του που είχαν ποτιστεί με αίμα από τη πλευρά του, οι ήλοι, η λόγχη, ο σπόγγος και ο κάλαμος ήσαν αποτεθησαυρισμένα στη Βασιλεύουσα. Σύμφωνα με όσα ιστορεί ο Ιωάννης Κίνναμος, ο ιερός λίθος πάνω στον οποίο είχε τοποθετηθεί η ιερά σινδόνη με το σώμα του Χριστού μετά την αποκαθήλωση, μεταφέρθηκε στην Έφεσο από τη Μαρία τη Μαγδαληνή κατά το ταξίδι της στη Ρώμη προκειμένου να συναντήσει τον Αυτοκράτορα Τιβέριο και παρέμεινε εκεί, ώσπου αιώνες μετά ο Μανουήλ Κομνηνός τον μετέφερε με ευλάβεια στη Κωνσταντινούπολη και σύμφωνα με το Νικήτα Χωνιάτη τοποθετήθηκε στη Μονή του Παντοκράτορα. Ως προς το χρώμα του δε ήτο ερυθρός. 


ΠΗΓΗ : ΔΟΣΙΘΕΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΟΙΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΥΣΑΝΤΩΝ, ΕΝ ΒΟΥΚΟΥΡΕΣΤΙΩ 1715, σσ. 1152-1153, 790 κ.α.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου