«Τῇ ἁγίᾳ καὶ
μεγάλῃ
Τετάρτῃ,
τῆς ἀλειψάσης τὸν Κύριον μύρῳ Πόρνης
γυναικός, μνείαν ποιεῖσθαι
οἱ θειότατοι Πατέρες ἐθέσπισαν,
ὅτι πρὸ τοῦ
σωτηρίου Πάθους μικρὸν τοῦτο γέγονε».
Στην αμαρτωλή
γυναίκα η οποία άλειψε με μύρο τα πόδια του Κυρίου μας ολίγο πριν το Πάθος,
είναι αφιερωμένη η σημερινή ημέρα από την Αγία Εκκλησία μας. Όλη η υμνολογία
των κατανυκτικών τροπαρίων της ημέρας, περιστρέφεται πέριξ του γεγονότος αυτού.
Το περίφημο δοξαστικό των αποστίχων της ημέρας : «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα Γυνή», συνετέθη
από την υμνογράφο Κασσιανή (9ος αιών), η οποία παρ΄ ολίγον να γίνει Αυτοκράτειρα του Θεόφιλου. Απευθυνόμενος ο νεαρός Αυτοκράτωρ Θεόφιλος σε αυτήν
θαμπωμένος από το κάλλος της είπε : «Ὡς ἂρα
διά γυναικός ἐῤῥρύη τὰ φαῦλα»
(«Από μία γυναίκα ήρθαν στον κόσμο τα κακά»), αναφερόμενος στη παρακοή
της Εύας, για να λάβει την απάντηση της Κασσιανής : «Ἀλλά καὶ διά
γυναικός πηγάζει τά κρείττω» («Και από μία γυναίκα
ήρθαν στον κόσμο τα καλά»), η οποία σαφώς παραπέμπει στην Παναγίας μας. Τα
λόγια της αυτά της στοίχισαν τη θέση της Αυτοκράτειρας. Αργότερα η Κασσιανή
οικοδομεί Μονή στα περίχωρα της Βασιλεύουσας, όπου και καθίσταται Ηγουμένη. Στο
υμνογραφικό της έργο περιλαμβάνονται διάφορα στιχηρά ιδιόμελα, ένας κανόνας
περί των νεκρών κλπ.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ
ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Ἀπόστιχα
Ἰδιόμελα Ἦχος πλ. β'
Ἥπλωσεν ἡ Πόρνη, τὰς τρίχας σοι τῷ Δεσπότῃ, ἥπλωσεν Ἰούδας, τὰς χεῖρας τοῖς παρανόμοις· ἡ μέν, λαβεῖν τὴν ἄφεσιν, ὁ δέ, λαβεῖν ἀργύρια. Διό σοι βοῶμεν, τῷ πραθέντι καὶ ἐλευθερώσαντι ἡμᾶς, Κύριε δόξα σοι.
Προσῆλθε Γυνὴ δυσώδης καὶ βεβορβορωμένη, δάκρυα προχέουσα ποσί σου Σωτήρ, τὸ Πάθος καταγγέλλουσα. Πῶς ἀτενίσω σοι τῷ Δεσπότῃ; αὐτὸς γὰρ ἐλήλυθας, σῶσαι πόρνην, ἐκ βυθοῦ θανοῦσάν με ἀνάστησον, ὁ τὸν Λάζαρον ἐγείρας, ἐκ τάφου τετραήμερον, δέξαι μὲ τὴν τάλαιναν, Κύριε καὶ σῶσόν με.
Δόξα... Καὶ νῦν... Ἰδιόμελον
Ἦχος πλ. δ'
Ποίημα Κασσιανὴς Μοναχῆς
Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα Γυνή, τὴν σὴν αἰσθομένη Θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν, ὀδυρομένη μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει. Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι, ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος, ἔρως τῆς ἁμαρτίας. Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων, ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ· κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας, ὁ κλίνας τοὺς οὐρανούς, τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει· καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας, ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν, τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις, ὧν ἐν τῷ Παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη. Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους, τίς ἐξιχνιάσει ψυχοσῶστα Σωτήρ μου; Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου