Τρίτη 25 Μαρτίου 2014

ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΗΡΩΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ ΤΗΣ ΕΘΝΑΡΧΙΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠOΛΕΩΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ Ε΄

O απαγχονισμός του Ιερομάρτυρα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριου Ε΄.
Ιδού πως εξ αξιοπίστου πηγής ιστορείται η απόπειρα αύτη διασώσεως του Πατριάρχου.

Κατά τον Απρίλιον του 1820 ο Ιωάννης Παπαρρηγόπουλος επανερχόμενος εκ Πελοποννήσου εις Ρωσίαν δια Κωνσταντινουπόλεως εκόμισεν επιστολήν του Παλαιόν Πατρών Γερμανού προς τον αείμνηστον Γρηγόριον ζητούντος τας συμβουλάς αυτού επί του Εθνικού ζητήματος και επί των ενεργειών εν γένει των Φιλικών. Ο Παπαρρηγόπουλος συνοδευόμενος υπό του Π. Σέκερη επεσκέφθη τον Πατριάρχην και επέδωκεν εις αυτόν την επιστολήν την οποίαν αναγνώσας ο Γρηγόριος είπεν.

- Είναι περιττόν να μου ζητούν συμβουλάς δια πράγματα, τα οποία γνωρίζουν ως εγώ. Χρεωστούμεν να ποιμαίνωμεν καλώς τα ποίμνιά μας, και χρείας τυχούσης να κάμωμεν όπως έκαμεν ο Ιησούς δι΄ ημάς, δια να μας σώση (εννοών και την θυσίαν της ζωής των ακόμη). Αυτή είναι η απάντησις την οποίαν θέλω να σας δώσει όταν μέλετε να επιστρέψητε.

Ότε δε ο Παπαρρηγόπουλος, αναχωρών εις Ρωσίαν προς συνάντησιν των ανωτάτων αρχηγών της Εταιρίας, τον επεσκέφθην εκ νέου δια να τον αποχαιρετίση και λάβη τας ευχάς και τας διαταγάς του, ο Πατριάρχης του ενεπιστεύθη δύο επιστολάς, μιαν δια τον Αλέξανδρον Υψηλάντην και ετέραν δια τον εν Μόσχα Ιω. Ζωσιμάν. Η πρώτη αποτελουμένη από μιαν ολόκληρον σελίδα δεν περιείχεν ειμή την λέξιν «ΦΡΟΝΗΣΙΣ» πλειστάκις επαναλαμβανομένην. Η δευτέρα η προς τον Ζωσιμάν, περιείχε και αυτή μόνο την λέξιν «ΒΟΗΘΕΙΑ» εν ολοκλήρω σελίδι επανειλημμένως γεγραμμένην.

Αι επιστολαί αύται παρεδόθησαν ασφαλώς εις τον προς ον όρον υπό του Παπαρρηγόπουλου, όστις επανελθών την 30 Αυγούστου εις Κωνσταντινούπολιν εγένετο κομιστής απαντήσεων εις αυτάς προς τον Πατριάρχην.

Ο Υψηλάντης εις απάντησιν της Πατριαρχικής επιστολής έγραφε και παρήγγειλε συγχρόνως δια του Παπαρρηγοπούλου, ότι πλοίον καλώς εφοδιασμένον ήτο έτοιμον εις τας διαταγάς του Εθνάρχου δια να τον μεταφέρη εις Οδησσόν ή Πελοπόννησον προς αποφυγήν παντώς κινδύνου και δια να χρησιμεύση η παρουσία του εις ενίσχυσιν του προετοιμαζομένου αγώνος. Ο δε Ζωσιμάς δια της επιστολής του τον ειδοποιεί ότι επεφόρτισε τον εν Κωνσταντινουπόλει Κυριάκον Κουμπάρην να τω χορηγήση όσα έξοδα απητούντο δια την αναχώρησίν του, περιέκλειε δε συγχρόνως εν τη επιστολή του ετέραν επιστολήν του εκ Μόσχας Αντωνίου Κομηζοπούλου προς τον Κουμπάρην, δι΄ ης εξουσιοδοτείτο να μετρήση ούτος δια λογαριασμόν των εις τον Πατριάρχην 20.000 αργυρών ρουβλίων ή και πλείονα, εάν η ανάγκη το εκάλει.

Ο Παπαρρηγόπουλος μεταβάς εις τα Πατριαρχεία μετά του Κουμπάρη και του Σέκερη την 2αν Σεπτεμβρίου επέδωκε τα γράμματα, του Κουμπάρη βεβαιώσαντος ότι και το πλοίον και τα χρήματα ήσαν έτοιμα εις την διάθεσιν της Παναγιότητός του.

Ο Πατριάρχης ανέγνωσε τας επιστολάς και δάκρυ συγκινήσεως εφάνη εις αναθρώσκον εκ των οφθαλμών του.

Εμειδίασεν έπειτα και αποτεινόμενος προς τους συνομιλητάς του :
- Οι ευλογημένοι, είπε, κακώς ηννόησαν τα γράμματά μου. Ο μεν ενόμισεν ότι φοβούμενος δια τον εαυτόν μου του έγραψα την φρόνησιν, ο δε ότι έχω ανάγκην βοηθείας. Ούτε το εν, ούτε το άλλο είναι. Ούτε πλοίον μου χρειάζεται, ούτε χρηματικής βοηθείας έχω ανάγκην. Μ΄ όλον τούτο ας έχουν την ευχήν μου.

Οι τρεις συνομιληταί του μάτην επέμειναν να μεταπείσωσι τον Πατριάρχην. Υπήρξεν ανένδοτος ούτος.

-Ας χρησιμοποιήση προσέθηκεν, ο Υψηλάντης το χρήμα, το οποίον ήθελον να διαθέσωσι δι΄ εμέ δια τον ιερόν σκοπόν, τον οποίον ανέλαβε. Όσον αφορά το πλοίον ίσως χρησιμεύση τούτο προς μεταφοράν του νεκρού σώματος μου εις Ορθόδοξον ελεύθερον τόπον.

Απολύσας έπειτα τον Κουμπάρην και τον Σέκερην εκράτησεν εις δείπνον παρ΄ εαυτώ τον Παπαρρηγόπουλον, παρά του οποίου εζήτησε λεπτομερείας δια το ετοιμαζόμενον κίνημα, συμβουλεύσας φρόνησιν, επιμονήν, υπομονήν και εθελοθυσίαν δια να επιτύχη ο υπέρ Αναστάσεως του Γένους αγών, υποσχεθείς αμέριστον την συνδρομήν του εις αυτόν.

Αλλά και οι εν Κωνσταντινουπόλει φίλοι του Πατριάρχου, μεταξύ των οποίων πλείστοι των εν ταις Πρεσβείαις υπηρετούντων και αυτός ο Μέγας Διερμηνεύς Κωνσταντίνος Μουρούζης προέτειναν εις αυτόν να φύγη εκ Κωνσταντινουπόλεως, διότι ήτο πρόδηλος η τύχη, ήτις τον ανέμενεν.

- Γνωρίζω το τέλος μου, τω έλεγεν ο Μουρούζης όταν τον παρότρυνε να φύγη. Αλλ΄ αν φύγω εγώ σώζω μεν την ζωήν μου, θα την ίδω όμως εξαγοραζομένην δια του αίματος απείρων αθώων. Η φυγή μου θα ενισχύση τας περί ενοχής του Γένους υπονοίας του Σουλτάνου και γενική σφαγή θέλει παρακολουθήσει ταύτην. «Συμφέρει ένα απολέσθαι υπέρ του λαού». Ας θυσιασθώ εγώ, Δεσπότη μου, αλλ΄ ας σωθώσιν οι αθώοι, ας σωθή το Έθνος.

Και απήντα ο Γενάρχης :
-Σωθήτε σεις, διότι, έχετε και ηλικίαν και ικανότητα και θέσιν κοινωνικήν να υπηρετήσετε την πατρίδα. Μη προτρέπετε όμως εμέ εις φυγήν. Μάχαιρα θα διέλθη τας ρύμας της Κωνσταντινουπόλεως και των λοιπών πόλεων των χριστιανικών επαρχιών. Μου ζητείτε, μεταμφιεζόμενος να καταφύγω εις πλοίον ή να σωθώ εν τω οίκω οιουδήποτε φίλου Πρέσβεως δια να ακούσω πως εις τας οδούς οι δήμιου κατακρεουργούσι τον χηρεύσαντα λαόν. Όχι. Είμαι Πατριάρχης δια να σώσω το Έθνος και όχι δια να ωθήσω αυτό εις αγρίαν καταστροφήν. Ο θάνατός μου ίσως επιφέρη μεγαλειτέραν ωφέλειαν παρ΄ όσον η ζωή μου.

Οι ξένοι χριστιανοί ηγεμόνες δεν δύνανται παρά να εκπλαγώσιν επί τω αδίκω θανάτω μου και δεν θα παρέλθωσιν ίσως αδιάφοροι προ της ύβρεως, ην εν τω προσώπω μου θα υποστή η πίστις του Χριστού.

Και οι Έλληνες, οι άνδρες των όπλων, θα μάχωνται μετά μεγαλυτέρας μανίας, όπερ συχνάκις δωρείται την νίκην. Ια εκδικήσωσι τον θάνατόν μου. Αναμένετε μεθ΄ υπομονής ότι και αν συμβή. Δεν θα θελήσω όμως ποτέ να γίνω χλεύασμα των ζώντων. Δεν θ΄ ανεχθώ ώστε εις τας οδούς της Οδησσού, της Κέρκυρας ή της Αγκώνος διερχόμενον να με δακτυλοδεικτώσι λέγοντες : «Ιδού ο φονεύς Πατριάρχης». Αν δε το Έθνος μας σωθή και θριαμβεύση, είμαι πεπεισμένος ότι θα μοι αποδώση θυμίαμα επαίνου και τιμήν, διότι εξεπλήρωσα το καθήκον μου. Τετάρτην φορά δεν θα υπάγω πλέον εις τον Άθωνα. Δεν θέλω.

Εζήτησαν τότε να σώσωσι τον Πατριάρχην δι΄ άλλης προφάσεως. Ο Δέρκων Γρηγόριος θεωρών τον θάνατον του Αρχηγού της Εκκλησίας ως και εαυτού και των άλλων αρχιερέων ως άφευκτον, προέτεινε να φύγωσιν εκ Κωνσταντινουπόλεως και μεταβαίνοντες εις Πελοπόννησον να τεθώσιν επικεφαλής της Επαναστάσεως με τον Σταυρόν ανά χείρας, συντελούντες ούτω εις την επιτυχίαν του σκοπού αυτής.

Εις πλήρες δε Συμβούλιον της Συνόδου, καθ΄ ο παρίστατο και ο Μέγας Διερμηνεύς, προέτεινεν ότι άλλο τι δεν ηδύνατο να καταστείλη την Επανάστασιν, ειμή η παρουσία του Πατριάρχου και εαυτού εις τα έτοιμα να στασιάσωσι μέρη. Ο Μέγας Διερμηνεύς ενέκρινε την γνώμην του και ανεδέχθη να την προβάλη εις το Διβάνι και την υποστηρίξη. Αλλ΄ ο Πατριάρχης δεν συγκατένευσε. Προς δε τον Δέρκων είπε κατ΄ ιδίαν :

- Και εγώ ως κεφαλή του Έθνους και υμείς ως Σύνοδος, οφείλομεν ν΄ αποθάνωμεν δια την κοινήν σωτηρίαν.

Ο θάνατος ημών να δώση το δικαίωμα εις την χριστιανοσύνην να υπερασπίση το Έθνος εναντίον του τυράννου. Αλλ΄ αν υπάγωμεν υμείς να ενθαρρύνωμεν την επανάστασιν, τότε θα δικαιώσωμεν τον σουλτάνον αποφασίσαντα να εξολοθρεύση το Έθνος………….. Και ο διωγμός ήρχισεν.

ΠΗΓΗ : ΡΑΦΤΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ, Η βιογραφία και το μαρτύριον του πατριάρχου Γρηγορίου του Ε': Άγνωστοι λεπτομέρειαι προκαλούσαι ρίγη ιεράς συγκινήσεως και λατρείας προς το σεπτόν σκήνωμα και την μνήμην του αοιδίμου πατριάρχου,[χ.τ.] (Έκδοσις Μαργαρίτας Ραφτοπούλου Πρόσφυγος ) [χ.χ.], σσ 20 – 24. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου