Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014

ΟΙ ΖΟΦΕΡΕΣ ΜΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ


Μελετώντας κάποιος τα βιβλία των Προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, αμέσως αποκομίζει την εντύπωση ότι διαβάζει μια καθημερινή εφημερίδα της εποχής μας. Αποστασία από το θέλημα του Θεού, ηθική σήψη και παρεκτροπή, παρανομίες, σκάνδαλα και διαφθορά, αδικίες, φόνοι, μοιχείες, πορνείες, ακολασία, εκμετάλλευση των αδυνάτων, αλαζονεία, ασυδοσία και κακοδιοίκηση των αρχόντων, όσον απονέμουν τη δικαιοσύνη, των ισχυρών και των κατεχόντων το πλούτο και κάθε είδους κακότητα και εγκληματική συμπεριφορά.

Οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, ήταν ευσεβή πρόσωπα τα οποία εκλέγονταν από το Θεό, προκειμένου να ανακοινώσουν στους Ισραηλίτες το θέλημα Του. Ήταν το «στόμα του Θεού». Στηλίτευσαν την αποστασία από τη Διαθήκη και το νόμο του Θεού, προειδοποιούσαν για τις επερχόμενες τιμωρίες και δεινά, καλούσαν σε μετάνοια το λαό του Θεού, ενώ έδιδαν και την ελπίδα για τον ερχομό του Μεσσία, την ημέρα του Κυρίου κλπ.

Μαζί με τους φυσικούς νόμους, συνυπάρχουν και οι πνευματικοί νόμοι, η παράβαση των οποίων επιφέρει τη παιδαγωγική Θεία τιμωρία. Οι Ισραηλίτες - κατά πλειοψηφία - ζώντας μέσα στη «γλυκύτητα» της αμαρτίας απαρνούμενοι το θέλημα του Θεού και αρνούμενοι να μετανοήσουν, δικαίως «απολάμβαναν» το καρπό της επιλογής τους, τη παιδαγωγική ράβδο της Θείας τιμωρίας. Αυτό ακριβώς δυστυχώς συμβαίνει και σήμερα με την οικονομική κρίση, που αναμφίβολα είναι αποτέλεσμα της πνευματικής αποστασίας του ανθρώπου από το Θεό, όπως σημειώσαμε σε άλλο κείμενό μας προ διετίας περίπου.

Το κλειδί για την αλλαγή πορείας είναι η μετάνοια. Είναι η επανασύνδεση του ανθρώπου με το Θεό. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Σε αντίθετη περίπτωση η κρίση θα βαθαίνει και πολύ θλιβερότατα φοβούμαι ότι θα δούμε περιστατικά όπως αυτά που διαβάζουμε στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης Θρήνοι του Προφήτη Ιερεμία : Θ. Ιερ. 1,11 Όλος ο λαός της Ιερουσαλήμ αναστενάζει κάτω από το βάρος της θλίψεως. Ζητούν να εύρουν άρτον. Έδωκαν τα πολύτιμα αυτών αντικείμενα, εις εύρεσιν ολίγης τροφής προς συντήρησιν της ζωής των. Ίδε, Κύριε, ρίψε το βλέμμα σου, διότι η Σιών είναι εξευτελισμένη και καταφρονεμένη. Θ. Ιερ. 2,12  Εφώναζαν τα νήπια προς τας μητέρας των, “ψωμί”, “νερό”, όταν παρέλυον εις τας πλατείας από την πείναν, ωσάν τραυματίαι βαρέως πληγωμένοι όταν έσβηναν και εξεψυχούσαν, εις την αγκάλην των μητέρων των. Θ. Ιερ. 4,4 Η γλώσσα του θηλάζοντος βρέφους εκολλήθη στον λάρυγγα αυτού από την έλλειψιν γάλακτος. Τα νήπια εζήτησαν ολίγον άρτον και δεν υπάρχει κανείς να κόψη δι' αυτά ένα κομμάτι. Θ. Ιερ. 4,5  Εκείνοι οι οποίοι ετρυφούσαν εις πολυτελή τραπέζια, εξηφανίσθησαν στους δρόμους. Εκείνοι που είχαν διατραφή και ανατραφή επάνω εις τας πορφυράς, κυλίονται τώρα εις την κόπρον. Θ. Ιερ. 4,6 Αι παρανομίαι της θυγατρός του λαού μου, της Σιών, επληθύνθησαν περισσότερον από τας παρανομίας των Σοδόμων, της πόλεως αυτής, η οποία κατεστράφη αμέσως, χωρίς να κοπιάσουν εναντίον της αι εχθρικαί χείρες.

Σταχυολογία ορισμένων αποσπασμάτων προφητειών από τη Παλαιά Διαθήκη :

Κατά τας ημέρας των βασιλικών εορτών πρώτοι οι άρχοντες αρχίζουν να πίνουν οίνον, να έρχωνται εις ευθυμίαν, να μεθούν, ο δε βασιλεύς απλώνει το χέρι του και συντρώγει εις συμπόσια με διεφθαρμένους ανθρώπους (Ωσηέ 7, 5).

Εγρονθοκοπούσαν τας κεφαλάς των πτωχών και αδυνάτων, διέστρεφαν και παρεβίαζαν το δίκαιον των ταπεινών, είχαν δε φθάσει σε τοιούτον σημείον διαφθοράς, ώστε παιδί και πατέρας να συνευρίσκωνται με την αυτήν δούλην. Και έτσι εβεβήλωσαν το όνομα του Θεού των (Αμώς 2, 7).

Δια τούτο, επειδή εγρονθοκοπείτε και εμωλοπίζατε τους πτωχούς και ελαμβάνατε εκβιαστικώς δώρα από αυτούς, με τα οποία ανοικοδομήσατε πολυτελείς οίκους με λαξευτούς λίθους, σας λέγω ότι δεν θα κατοικήσετε εις αυτούς. Εφυτεύσατε ωραίους καρποφόρους αμπελώνας και δεν θα πίετε οίνον από αυτούς (Αμώς 5, 11)

Οι κάτοικοί σου εσυλλογίζοντο και κατέστρωναν πονηρά σχέδια. Εξαπλωμένοι εις τας κλίνας των κατά την εσπέραν εσχεδίαζαν κακά εναντίον των άλλων. Και όταν ήρχετο η ημέρα τα επραγματοποιούσαν, διότι δεν εσήκωναν ικετευτικάς τας χείρας των προς τον Θεόν. Επιθυμούσαν αγρούς και τους ήρπαζαν από τα ορφανά. Κατεδυνάστευαν οικογενείας, ελήστευαν ανθρώπους, ήρπαζαν και οικειοποιούντο τα σπίτια των, έπαιρναν ως αιχμάλωτον τον άνδρα και ως ιδιακτησίαν των την κληρονομίαν του (Μιχαίας 2, 1 – 2).

Και όμως σεις μισείτε τα καλά έργα, επιζητείτε τας πονηράς πράξεις, αφαιρείτε το δέρμα από τους πτωχούς και τας σάρκας από τα κόκκαλά των, τους εκμεταλλεύεσθε αγρίως! (Μιχαίας 3, 2).

Οι άρχοντες και οι κριταί της Ιερουσαλήμ εδίκαζαν ανάλογα με τα δώρα, τα οποία ελάμβαναν. Οι ιερείς της πόλεως έδιδαν απαντήσεις στους πολίτας, αφού εζήτουν και έπαιρναν αμοιβήν, και οι ψευδοπροφήται έδιδαν τας μαντείας των, αφού προηγουμένως επληρώνοντο με χρήματα. Και παρ' όλας τας καταφώρους αυτάς παρανομίας επανεπαύοντο στον Κυριον λέγοντες· “ο Κυριος δεν είναι εν τω μέσω ημών; Βεβαίως. Αρα δεν θα μας εύρουν κακά!” (Μιχαίας 3, 11).

Από τα παράνομα αυτά μέσα, την δολίαν ζυγαριάν και τα ελλιποβαρή ζύγια, εγέμισαν τα σπίτια των με τα πλούτη της ασεβείας. Οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ εψεύδοντο μεταξύ των και προς τους ξένους. Η γλώσσα των εσυνήθισε και εγινε δυνατή εις τας ψευδολογίας και δολιότητας (Μιχαίας 6, 12).

Εχάθηκε ευσεβής άνθρωπος από την χώραν μας. Ανθρωπος αρετής και καλών έργων δεν υπάρχει μεταξύ μας. Ολοι είναι υπεύθυνοι αιματηρών εγκλημάτων. Ο καθένας από αυτούς καταδυναστεύει τον πλησίον του με σκληρότητα. Ολοι έχουν έτοιμα τα χέρια των δια το κακόν. Καθε άρχων απαιτεί δώρα. Ο κάθε κριτής, ο κάθε δικαστής, παίρνει δώρα και ομιλεί κολακευτικά και αποφασίζει σύμφωνα με την επιθυμίαν της ψυχής του ενόχου. Εγώ όμως θα αφαιρέσω από αυτούς τα παράνομα αγαθά των (Μιχαίας 7, 2 - 3).

διότι εις την αμαρτωλότητα, που ζήτε, ο υιός κατεξευτελίζει τον πατέρα, η θυγατέρα επαναστατεί εναντίον της μητρός της, η νύμφη κατά της πενθεράς της και γενικώς όλα τα μέλη της αυτής οικογενείας είναι εχθροί εναντίον του αρχηγού της οικογενείας και αναμεταξύ των (Μιχαίας 7, 6).

Δια τούτο ο Νομος σου έχει πλέον απορριφθή, αι δίκαι δεν διεξάγονται όπως πρέπει, ο ασεβής καταδυναστεύει τον δίκαιον. Εξ αιτίας αυτής της διεφθαρμένης καταστάσεως η δικαστική απόφασις είναι διεστραμμένη”. Και ο Κυριος διαλαλεί· (Αββακούμ 1, 4).

Αλλοίμονον εις εκείνον, ο οποίος οικοδομεί οικίας με αίματα άνθρωπον και συγκροτεί πόλιν με αδικίας, θα υποστή τα επίχειρα των πονηρών έργων του (Αββακούμ 2, 12).

Αλλά τα πλούτη των, που τα εθεωρούσαν δύναμίν των, θα διαρπαγούν, τα σπίτια των και αι οικογένειαί των θα εξαφανισθούν. Θα οικοδομήσουν οικίας και δεν θα κατοικήσουν εις αυτάς, θα φυτεύσουν και θα καλλιεργήσουν επιμελώς πολλάς αμπέλους και δεν θα πίουν το κρασί των (Σοφονίας 1, 13).

Οι άρχοντές της (Ιερουσαλήμ) εντός αυτής ομοιάζουν με ωρυομένους λέοντας, που επιτίθενται κατά των θυμάτων των. Οι δικασταί της ομοιάζουν με τους αιμοβόρους και αχορτάστους λύκους της Αραβίας, οι οποίοι δεν αφήνουν τίποτε δια το πρωϊ (Σοφονίας 3, 3).

Αυτά δε έγιναν, λέγει ο Κυριος, διότι οι άρχοντες του λαού μου δεν ηθέλησαν να με αναγνωρίσουν. Είναι άφρονες και ασύνετοι δια το καλόν, έξυπνοι όμως και σοφοί στο να διαπράττουν το κακόν. Το καλόν όμως δεν το αναγνωρίζουν και δεν θέλουν να το πράξουν (Ιερεμίας 4, 22).

Περιέλθετε στους δρόμους της Ιερουσαλήμ, ιδέτε, προσέξατε και αναζητήσατε εις τας πλατείας αυτής, εάν θα εύρετε άνθρωπον, ο οποίος να εφαρμόζη δικαιοσύνην, να ζητή πίστιν και να είναι αξιόπιστος, και εγώ θα είμαι ίλεως στοιούτους ανθρώπους, λέγει ο Κύριος (Ιερεμίας 5, 1).

Όπως η καλοστηθείσα δολία παγίς είναι γεμάτη από συλληφθέντα πτηνά, έτσι και αι οίκιαι των ασεβών ανθρώπων είναι γεμάται από αγαθά, που συνήχθησαν με δόλον και απάτην. Δια του τρόπου αυτού εκείνοι έγιναν μεγάλοι και πλούσιοι· και παρέβησαν τον Νομον της δικαιοσύνης. Δεν έκριναν δικαίως και δεν απέδιδαν το δίκαιον στο ορφανόν, δεν απέδιδαν δικαιοσύνην εις την χήραν. (Ιερεμίας 5, 27 - 28).

Ποιός θα μου δώση το πλέον απόμακρον σημείον της ερήμου, δια να εγκατασταθώ εκεί και εγκαταλείψω τον λαόν μου και φύγω μακράν από αυτούς; Διότι όλοι αυτοί έχουν εκτραπή εις μοιχείαν, έγιναν συμμορία, που καταπατεί τον νόμον του Θεού. Ετέντωσαν την γλώσσα των, όπως οι πολεμισταί τεντώνουν τόξα των. Εις την χώραν των επεκράτησε το ψεύδος, οχι δε η αλήθεια και αξιοπιστία διότι εξετρέποντο από το ένα κακόν ει το άλλο. Εφυγαν από τον δρόμον μου δεν εγνώρισαν εμέ τον Κύριον των, λέγε ο Κυριος. Εις την αμαρτωλήν αυτή κοινωνίαν ο καθένας ας προφυλάσσετο από τον πλησίον του· και εις αυτούς ακόμα τους αδελφούς σας μη έχετε εμπιστοσύνην, διότι κάθε αδελφός προσπαθεί να υποσκελίση τον αδελφόν του, και κάθε φίλος φέρεται με δολιότητα απέναντι του φίλου του. Κάθε φίλος εμπαίζει τον φίλον του, δεν λέγουν αλήθειαν μεταξύ των, η γλώσσα των έχει μάθει και συνηθίσει να λέγη ψευδολογίας. Διέπραξαν αδικίας, δεν εσταμάτησαν, ώστε να επιστρέψουν εις εμέ εν μετάνοια. Ζητούν και εισπράττουν τόκους επάνω εις τόκους, διαπράττουν δόλους επάνω εις δόλους. Δεν θέλουν να με αναγνωρίσουν ως Θεόν των, λέγει ο Κύριος (Ιερεμίας 9, 2 – 6).

Η γλώσσα των είναι βέλος οξύ, που πληγώνει καρδίας. Δόλια τα λόγια του στόματός των. Κατά τρόπον υποκριτικόν ο καθένας λαλεί ειρηνικά λόγια στον πλησίον του, και μέσα εις την καρδίαν του έχει την εχθρότητα και το μίσος (Ιερεμίας 9, 8 ).

Όσον είναι δυνατόν, να αλλάξη ο Αιθίοψ το μαύρο δέρμα του και η πάρδαλις τα στολίσματά της, άλλο τόσον και σεις θα ημπορέσετε να πράξετε το καλόν, διότι έχετε πλέον μάθει και συνηθίσει να πράττετε το κακόν (Ιερεμίας 13, 23).


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου