Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2019

Ο ΑΓΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ - ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΓΟΡΤΥΝΟΣ κ.κ. ΙΕΡΕΜΙΑ

1. Στήν συνέχεια τῶν πατερικῶν μας κηρυγμάτων, ἀδελφοί χριστιανοί, ἔτσι, κατά χρονολογική σειρά, ὅπως προχωροῦμε, σήμερα θά σᾶς μιλήσω γιά τόν ἅγιο Διονύσιο, τόν Ἐπίσκοπο Ἀλεξανδρείας. Πρόκειται γιά μεγάλο θεολόγο καί Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Εὐσέβιος Καισαρείας τόν ὀνομάζει «Μέγα» καί ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος τόν ὀνομάζει «διδάσκαλο τῆς Ἐκκλησίας». Τόν ἑορτάζουμε ὡς ἅγιο στίς 3 Ὀκτωβρίου. Στό ὀλιγόλεπτο κήρυγμά μας δέν μποροῦμε βέβαια νά ποῦμε πολλά, γι᾽ αὐτό θά σᾶς πῶ ὀλίγα, τά πιό χαρακτηριστικά γιά τόν Πατέρα αὐτόν. Τό πότε ἀκριβῶς γεννήθηκε δέν τό γνωρίζουμε. Γενικά λέγουμε ὅτι εἶναι Πατέρας τοῦ 3ου αἰ. Καταγόταν ἀπό εἰδωλολατρική Ἀλεξανδρινή οἰκογένεια καί, ὅπως φαίνεται, ἔλαβε ἀπό νεαρός μεγάλη μόρφωση φιλολογική καί φιλοσοφική. Ἦταν εἰδωλολάτρης, ὅπως εἴπαμε, ἀλλά δέν ἀναπαυόταν ἡ ψυχή του στήν πλάνη τῆς εἰδωλολατρίας. Ἀναζητοῦσε τήν ἀλήθεια. Στήν ἀναζήτησή του αὐτή βοηθήθηκε πολύ ἀπό τόν Ὠριγένη, στόν ὁποῖο καί μαθήτευσε. Ὅπως ὁμολογεῖ ὁ ἴδιος ὁ Διονύσιος σέ κάποια του ἐπιστολή, διάβαζε πολύ τήν Ἁγία Γραφή καί ἡ μελέτη του τοῦ ἔγινε «αἴτιον τῆς πίστεως». Βαπτίστηκε καί μάλιστα ἔγινε Ἐπίσκοπος στήν Ἀλεξάνδρεια περίπου τό 250 μ.Χ. Τότε ὅμως ξέσπασε ὁ μεγάλος διωγμός τοῦ Δεκίου ἐναντίον τῶν χριστιανῶν. Ἀλλά καί λίγο ἀργότερα ἔχουμε καί ἄλλον διωγμό κατά τῶν χριστιανῶν, τόν διωγμό τοῦ Οὐαλεριανοῦ. Στόν διωγμό αὐτόν ὁ ἅγιος Ἐπίσκοπος Διονύσιος ἐξορίστηκε σέ ἕνα ἐρημωμένο χωριό, πού βρίσκεται σέ τραχεῖς τόπους, καί ταλαιπωρήθηκε πολύ στήν ἐξορία του ἐκείνη. Ὅταν ὅμως ἔπαυσε ὁ διωγμός καί ἦρθε ἡ εἰρήνη, ὁ Διονύσιος ξαναῆρθε στήν Ἀλεξάνδρεια γιά νά ποιμάνει τήν ποίμνη του. Ἀλλά μετά ἀπό λίγο ἔπεσε στήν ἐπαρχία τῆς Ἀλεξάνδρειας φοβερή θανατική ἀρρώστια καί κάθε ἡμέρα πέθαιναν πολλοί. Ὅπως μᾶς λέγει μιά ἱστορική πληροφορία δέν ὑπῆρχε σπίτι πού νά μήν εἶχε πεθαμένο. Ἀλλά ὁ γεμάτος ἀγάπη καί σεβάσμιος Ἐπίσκοπος Διονύσιος ἐνθάρρυνε τούς θλιμμένους καί δοκιμαζομένους χριστιανούς καί περιέθαλπε τούς ἀσθενεῖς καί τούς φτωχούς καί φρόντιζε γιά τήν ταφή τῶν ἀμετρήτων θυμάτων. Μάλιστα τήν φιλανθρωπία του αὐτή τήν ἔδειξε μέ τόν ἴδιο τρόπο καί στούς εἰδωλολάτρες, πράγμα πού τούς ἔκανε νά ἑλκυσθοῦν στήν χριστιανική πίστη καί νά βαπτιστοῦν.

2. Ὅπως εἴπαμε, ὁ ἅγιος Διονύσιος ἦταν μεγάλος θεολόγος. Στήν ἐποχή του  ὑπῆρχαν φλέγοντα θεολογικά προβλήματα, ὅμοια σχεδόν μέ ἐκεῖνα πού εἴδαμε στήν ἐποχή τοῦ ἁγίου Κυπριανοῦ Καρχηδόνος. Αὐτό πού παρατηροῦμε στόν ἅγιο Διονύσιο εἶναι ὅτι στά προβλήματα τῆς ἐποχῆς του προχώρησε περισσότερο ἀπό τόν Κυπριανό καί συμπεριφερόταν μέ ἕναν εὐγενικό τρόπο, γιά νά διατηρεῖται ἡ εἰρήνη στήν Ἐκκλησία. Γιατί, ἔλεγε, «πᾶν ὁ,τιοῦν παθεῖν ὑπέρ τοῦ μή διακόψαι τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ». Νά προτιμοῦμε δηλαδή καί νά ἀδικηθοῦμε ἀκόμη, ἀλλά νά μή δημιουργοῦμε σχίσμα στήν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ. Εἶπα προηγουμένως ὅτι προχώρησε περισσότερο στήν θεολογία ἀπό τόν Κυπριανό. Γιά παράδειγμα: Ὁ ἅγιος Κυπριανός ὀρθότατα ὑποστήριζε ὅτι τό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν εἶναι ἄκυρο καί ἔλεγε γενικά ὅτι πρέπει νά βαπτίζονται ὅσοι ἔρχονται ἀπό τήν αἵρεση στήν Ὀρθόδοξη πίστη. Ὁ ἅγιος Διονύσιος ὅμως ὁ Ἀλεξανδρείας ἔκανε διάκριση μεταξύ αἱρετικῶν καί σχισματικῶν. Καί ἔλεγε: Οἱ αἱρετικοί, ἐρχόμενοι στήν Ὀρθόδοξη πίστη, πρέπει νά βαπτίζονται· οἱ σχισματικοί ὅμως γίνονται δεκτοί στήν Ἐκκλησία μέ τήν ἐπίθεση τῶν χειρῶν. Ἄς ξέρουμε ὅμως ἐμεῖς ὅτι οἱ Παπικοί εἶναι καθαρά αἱρετικοί καί ὄχι σχισματικοί.

3. Ὁ ἅγιος Διονύσιος Ἀλεξανδρείας, γιά τόν ὁποῖο μιλᾶμε, εἶπε καί μερικές ἐκφράσεις, οἱ ὁποῖες εἶναι λανθασμένες. Πῶς ἐξηγεῖται αὐτό; Ἀκοῦστε, χριστιανοί μου: Τότε δέν εἶχε ἀκόμη διατυπωθεῖ ἡ πίστη, ὅπως τήν ἔχουμε ἐμεῖς σήμερα στό «Πιστεύω» μας. Δέν εἶχε γίνει ἀκόμη οὔτε ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος. Εἴμαστε στήν ἐποχή πρίν ἀπό τόν Μέγα Ἀθανάσιο. Ἔτσι ὁ ἅγιος Διονύσιος, γιά νά πολεμήσει τήν αἱρετική διδασκαλία τοῦ Σαβελλίου, πού δέν παραδεχόταν τά τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, τόν Πατέρα, τόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὁ ἅγιος Διονύσιος, λέγω, τόν πολέμησε μέ τέτοιο τρόπο, πού σάν νά φαινόταν ὅτι χώριζε πολύ τά τρία Πρόσωπα, ὥστε νά μή φαίνονται ὁμοούσια. Ἀλλά ὁ ἅγιος, ὅταν εἶδε ὅτι σκανδάλισαν μερικούς οἱ ἐκφράσεις του, ἀμέσως μέ ἐπιστολή του δήλωσε ὅτι δέχεται αὐτό πού κηρύττει ἡ Ἐκκλησία: ὅτι δηλαδή ὁ Θεός μας εἶναι τρία Πρόσωπα, διακρινόμενα τό ἕνα ἀπό τό ἄλλο, ὁ Πατέρας, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλά καί τά τρία Πρόσωπα εἶναι Θεός τό καθένα.

4. Θά σᾶς πῶ τέλος, χριστιανοί μου, καί ἕνα ἄλλο γιά τόν ἅγιο Διονύσιο. Θά πρέπει ὅμως νά δικαιολογήσουμε καί αὐτό στόν ἅγιο, γιά τόν ἴδιο λόγο, γιατί δέν εἶχε ἀνακύψει ἄλλοτε τό θέμα γιά τό ὁποῖο θά σᾶς πῶ. Ἀκοῦστε: Στά χρόνια τοῦ ἁγίου Διονυσίου ἦταν ἕνας Ἐπίσκοπος Αἰγύπτου ὀνόματι Νέπως. Αὐτός εἶχε ἑρμηνεύσει κατά γράμμα τό 20ο κεφάλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως, πού μιλάει γιά τήν χιλιετῆ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ στήν γῆ. Ἡ ἑρμηνεία βέβαια αὐτή πού ἔδινε ὁ Νέπως ἦταν λανθασμένη. Τήν λανθασμένη αὐτή καί αἱρετική ἑρμηνεία τοῦ Νέπωτος περί χιλιετοῦς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ ἐπί τῆς γῆς τήν διαλαλοῦν οἱ σημερινοί Ψευδομάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ καί γι᾽ αὐτό καλοῦνται «Χιλιαστές». Ὁ ἅγιος Διονύσιος ὀρθῶς καί ὀρθότατα πολέμησε τόν αἱρετικό Νέπωτα, ἔγραψε εἰδικό ἔργο γι᾽ αὐτόν (τό «Περί Ἐπαγγελιῶν»), στό ὁποῖο ἐξηγεῖ σωστά καί ὀρθόδοξα τό νόημα τῆς ὑπεσχημένης χιλιετοῦς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ. Θά μιλήσουμε ἄλλοτε γι᾽ αὐτό. Στόν πόλεμό του ὅμως αὐτόν ὁ ἅγιος Διονύσιος ἐναντίον τοῦ Νέπωτος γράφει ὅτι ἡ Ἀποκάλυψη δέν εἶναι ἔργο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, ἀλλά κάποιου ἄλλου Ἰωάννου, τόν ὁποῖον ὅμως λέγει ὅτι δέχεται ὡς θεόπνευστο. Εἶναι ὅμως, χριστιανοί μου, καί δυνατό τό ἐπιχείρημα τοῦ ἁγίου Διονυσίου σ᾽ αὐτό πού λέγει. Ὁ ἅγιος Διονύσιος βλέπει ὅτι ἄλλο ὕφος καί ἄλλο λεκτικό ἰδίωμα ἔχει τό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιο, πού εἶναι γνήσιο ἔργο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ, καί ἄλλο εἶναι τό λεκτικό ἰδίωμα τῆς Ἀποκαλύψεως. Καί γι᾽ αὐτό ὑπεστήριξε ἄλλον συγγραφέα τῆς Ἀποκαλύψεως. Αὐτό βέβαια εἶναι μιά λανθασμένη ἀντίληψη, τήν ὁποία ὅμως λέγουν καί σήμερα μερικοί. Ἡ ἑρμηνεία, πού μπορεῖ νά δοθεῖ στό θέμα πού θίγει ὁ ἅγιος Διονύσιος, εἶναι ἡ ἑξῆς: Ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου εἶναι τό πρῶτο ἔργο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ. Τό ἔγραψε στήν νεαρά του ἡλικία. Τότε ὅμως δέν ἐγνώριζε καλά τήν Ἑλληνική γλώσσα, γιατί ἦταν Ἑβραῖος στήν καταγωγή. Ἔτσι λοιπόν ἡ Ἀποκάλυψη ἔχει ἑβραϊσμούς καί δέν ἔχει σέ μερικά σημεῖα σωστό Ἑλληνικό γλωσσικό ἰδίωμα. Τό κατά Ἰωάννην ὅμως Εὐαγγέλιο τό ἔγραψε ὁ Εὐαγγελιστής σέ μεγάλη του ἡλικία. Ὁ Ἑβραῖος τότε εἶχε μάθει τέλεια τήν Ἑλληνική. Ἔτσι ἐξηγοῦνται οἱ γλωσσικές διαφορές τῶν δύο κειμένων, τῆς Ἀποκαλύψεως καί τοῦ κατά Ἰωάννην Εὐαγγελίου. Ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου εἶναι ἔργο τοῦ ἀποστόλου καί Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ὅπως ἔτσι δέχεται ἡ Ἐκκλησία μας.

ΠΗΓΗ : † Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας, "ΑΠΛΗ ΚΑΤΗΧΗΣΗ", Σεπτέμβριος - Οκτώβριος  2013, αριθ. 65, σ. 178 κ.ε.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου