Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2018

ΑΣΒΕΣΤΟΣ ΚΑΙ ΑΚΟΙΜΗΤΟΣ ΛΥΧΝΟΣ B΄– ΠΡΟΣΛΑΛΙΑ ΣΤΑ 100 ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ, ΦΛΩΡΙΝΑ 15-6-2007


Του πανοσ. Αρχιμανδρίτου Γρηγορίου
Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Δοχειαρίου

Είχε μια πλήρη προσγείωση στις δυνατότητες των ανθρώπων και δεν έλεγε, όπως ένας επίσκοπος ορεινής επαρχίας, «Τί να σας πώ, αφού δεν καταλαβαίνετε ;». Τα γεγονότα της εποχής, τα οποία ευρέως χρησιμοποιούσε, ήταν στα κηρύγματα του τα σημεία επαφής με το ακροατήριο. 


Ο Αυγουστίνος δεν υπήρξε άνθρωπος των διαμερισμάτων και των σαλονιών. Έζησε την ζωή της υπαίθρου και πλησίασε τον άνθρωπο του μόχθου όσο κανείς άλλος. Στις ομιλίες του και στα βιβλία του μας έδωσε ζωντανές εικόνες από την ξηρά και την θάλασσα. Ακόμα και από την ζωή του χωριού διατηρούσε καλές αναμνήσεις, όπως το άναμμα του φούρνου με τα φρύγανα και η συνάντηση των γυναικών στην πηγή ή το πηγάδι του χωριού. Οι παραστάσεις από την ποιμενική, γεωργική και αλιευτική ζωή είναι εφάμιλλες εκείνων του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Όταν τον ακροαζόμασταν, λέγαμε καθ’ εαυτούς : «Συμμαθητές θα ήταν στο σχολείο και αντέγραφε ο ένας τον άλλον». Ποιός σήμερα μπορεί να μας δώσει παραδείγματα από την ζωή της υπαίθρου, όπως η αγία Γραφή, που βρίθει από τέτοιες διηγήσεις ; 



Ο πατήρ Αυγουστίνος σαν κήρυκας είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο, με το οποίο πρέπει να καταπιαστούν οι άμεσοι μαθητές του. Αυτοί πρέπει να κωπηλατούν στην τριήρη του π. Αυγουστίνου και όχι εγώ ο καλόγερος. Συγχαίρω τους Λογγοβαρδίτες πατέρες, που τιμούν τις ρίζες τους, και συνεχίζουν να εκδίδουν το περιοδικό ΣΠΙΘΑ, με απομαγνητοφωνημένα κηρύγματα του Γέροντα Αυγουστίνου.

Τώρα ας σταθούμε στο φαγητό, στο πιοτό και στην ενδυμασία του Γέροντα. Υπήρξε καλόγερος ! Η ασκητικωτέρα μορφή στην Εκκλησία τον περασμένο αιώνα. Γνήσιος Λογγοβαρδίτης, ποτέ δεν απεμπόλησε από την ζωή του το ασκητικό πνεύμα αυτού του Μοναστηριού. Γι’ αυτό τον αξίωσε η Παναγία να το επανδρώσει με δικά του αγαπητά παιδιά. Στοιχήθηκαν στην παράδοση των Κολλυβάδων περισσότερο και από τους μοναχούς που εγκαταβιώνουν στα Μοναστήρια. 



Πότε ασχολήθηκε ο Αυγουστίνος με φαγητό, ποτό και ενδύματα ; Πορευότανε πάντοτε με τα βρισκούμενα (αυτή είναι μια φράση πέρα για πέρα παριανή). Κάποιοι που παίρνουν τους οίακες της Εκκλησίας στα χέρια τους, με τους γνωστούς τρόπους, έστειλαν έναν κακότροπο δημοσιογράφο, στα πρώτα χρόνια της κηρυκτικής του δράσεως στην Αθήνα, να του πάρει συνέντευξη. Ο καλοπληρωμένος και ξεδιάντροπος δημοσιογράφος πήγε σε κάποιο οικοτροφείο, που υπήρχε στη συνοικία Ψυρρή. Ρωτά τον τυχόντα.      
«Πού μένει ο κυρ-Καντιώτης» 



Και εκείνος του δείχνει την πόρτα στο υπόγειο. Χτυπά επιτακτικά, με όλο το κοσμικό θράσος, την πόρτα του κελλιού και ο κήρυκας ανυποψίαστος του λέγει.

«Ορίστε.»

Τότε βλέπει τον «λέοντα» πλαγιασμένο με τις αρβύλες του πάνω σε δύο σανίδες, τυλιγμένο με μια στρατιωτική κουβέρτα, την μισή από πάνω και την μισή από κάτω. Η «πυγολαμπίδα» είδε τον «ήλιο» να ανατέλλει στο υπόγειο και κρύφτηκε, γιατί σκέφτηκε πώς «για μένα μόνον το σκοτάδι υπάρχει».

-«Τι θέλεις, παιδί μου ;»
-«Την ευχή σου, παππούλη.» 


Και έφυγε το μειράκιον. Κρίμα στα λεφτά που πήρε.

Είπα παραπάνω πως ο Γέροντας Αυγουστίνος ήταν Λογγοβαρδίτης μοναχός. Σ’ αυτό το Μοναστήρι δεν υπάρχουν ατομικές τουαλέτες, και ο Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος στις κοινές πήγαινε. Και ο Γέρων Αυγουστίνος στο οικοτροφείο, που ανοικοδόμησε, στις κοινές πήγαινε. Δεν έφτιαξε ξεχωριστές για τον εαυτό του. Και αυτός περίμενε με την πετσέτα στον λαιμό του για την αναγκαία χρεία του σώματος και για το νίψιμο του προσώπου.

Έζησε σαν αγριολούλουδο στα απόκρημνα βράχια της Εκκλησίας. Στα ισιώματα πάθαινε ίλιγγο, σαν τους ναυτικούς όταν βγαίνουν από το πλοίο. Δεν του πήγαιναν τα ιερατικά στολίδια και τα λιλιά. Ποτέ δεν πίστεψε ότι αυτά αποτελούν την δόξα της Εκκλησίας και το μεγαλείο του Βυζαντίου. «Μάλλον στερούν την Εκκλησία – έλεγε – της αληθινής δόξης και τιμής». 



Ο Αυγουστίνος είχε πάντα στολίδι, σαν τα κρίνα του αγρού, τον ωραίο, εύγεστο και θρεπτικό λόγο του Θεού. Είχε βαθειά συναίσθηση ο παππούς ότι το Ευαγγέλιο είναι ασκητικό και η Ορθόδοξη Εκκλησία κατ’ εξοχήν ασκητική, όπως την παρουσιάζει ο Απόστολος Παύλος. «Έχετε ενδύματα, τροφές και σκεπάσματα ; Αρκεσθήτε σ’ αυτά και μη ζητάτε τίποτε άλλο». Πετούμενο πουλί ο Αυγουστίνος δεν δέθηκε ποτέ με τις μέριμνες του κόσμου. Γι’ αυτό και πέταξε ψηλά σαν αιθέριος αετός, όπως λέγει ο Ιωάννης της Κλίμακος.


(Συνεχίζεται)

ΠΗΓΗ : «ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ», ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ, τευχ, 32, ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ – ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2017, σσ. 24 κ.ε.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου