Τρίτη 22 Ιουλίου 2014

ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΚΑΙ Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ ΜΑΣ – ΑΡΧΙΜ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΓΟΝΤΙΚΑΚΗ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΙΒΗΡΩΝ


Τί σχέσι ἔχουν οἱ διοργανωτὲς τῆς Παιδείας μας μὲ τοὺς γενάρχες τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ; Θαυμάζομε τὸν πατρο-Κοσμᾶ καὶ λογοκρίνουμε τὴ διδασκαλία του· δὲν τὸν ἄφηνομε νὰ πῆ στὰ παιδιὰ τὴν ἀλήθεια.

Ἐπαινοῦμε τὸν Μακρυγιάννη καὶ περιφρονοῦμε τὴν καρδιὰ τῆς ζωῆς του, βγάζοντάς τον τρελὸ καὶ θρησκόληπτο.

Τί σχέσι ἔχει ὁ ἀνδρισμὸς καὶ ἡ χάρι τῶν Ἁγίων καὶ τῶν παλληκαριῶν τῆς παραδόσεώς μας μὲ τὸ ἦθος αὐτῶν ποὺ κάνουν διακηρύξεις γιὰ νέα ζωὴ στὰ παιδιά;

Καὶ ὅταν ξεσκεπαστῆ στὰ μάτια τῶν παιδιῶν αὐτὴ ἡ καπηλεία καὶ παραχάραξι ποὺ γίνεται, αὐτὰ τί θὰ προτιμήσουν, ἄλλο ἀπὸ τὴν πίστι καὶ τὸ ἦθος τοῦ πατρο-Κοσμᾶ καὶ τοῦ Μακρυγιάννη;

Γιατί νὰ μὴ μπορῆ ἕνα σημερινὸ παιδὶ νὰ πιῆ τέτοιο νερό; Νὰ ἀναπνεύση τέτοιο ἀέρα; Νὰ ὑψωθῆ σὲ τέτοιο ἐπίπεδο; Νὰ προχωρήση σὲ τέτοια εὐρυχωρία; Νὰ σταθῆ σὲ τόπο ἀποστολικό, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς; Νὰ χαρῆ μ᾽ αὐτὸν τὸν πάναγνο τρόπο τὴ ζωή του; Νὰ περάση στὴν αἰωνιότητα ψυχῇ τε καὶ σώματι ἀπὸ τώρα σὰν τὸν Μακρυγιάννη; Νὰ δεχθῆ τὸν Χριστὸ σὺν Πατρὶ καὶ Πνεύματι μέσα στὴν ψυχή του, τὸ εἶναι του;

Νὰ μιλήση πρωτότυπα καὶ ἐλεύθερα. Νὰ διοργανώση ὑπεύθυνα. Καὶ νὰ πολιτευθῆ συνετά.

Νὰ δώση λύσεις σὲ προβλήματα ἀκατάπαυστα νέα. Νὰ τοῦ εἶναι ὅλα ἁπλά, συνηθισμένα, τετριμμένα καὶ εὔκολα, τὰ πιὸ δύσκολα καὶ πρωτάκουστα καὶ δαιμονικῶς μπλεγμένα. Νὰ κάμη συντροφιὰ στοὺς ἀνθρώπους. Νὰ ἀγαπήση τὸν Χριστὸ καὶ νὰ ἑνωθῆ ἀδιάρρηκτα μὲ τοὺς ἀδελφούς του καὶ τὲς ἀδελφές του. Νὰ μὴν ἀφήση κανένα θηρίο νὰ τοὺς κατασπαράξη. Νὰ μιλήση καὶ νὰ συμπεριφερθῆ γαλήνια καὶ ἀδυσώπητα καὶ στοὺς θηριώδεις ἀνθρώπους. Νὰ τοὺς δαμάση. Νὰ τοὺς ἡμερέψη. Νὰ τοὺς κάμη νὰ ἐμέσουν τὸ δηλητήριο. Καὶ νὰ ἀξιοποιήση τὰ καλὰ στοιχεῖα ποὺ ἔχει ἡ φύσι τους, τὸ εἶναι τους, ἡ προσπάθεια, ἡ ἰδεολογία τους.

Νὰ σταθῆ σὲ τόπο ἀκρογωνιαῖο σὰν εὔθραυστο παιδί, σὰν ἄκμων τυπτόμενος· προφήτης, ἡγέτης, ποὺ ἀνασυγκροτεῖ, ἀνιστᾶ τὴν πεπτωκυΐαν σκηνήν, τὸ μεγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου. Σὰν τὸν ἅγιο Κοσμᾶ, τὸ καύχημα τοῦ Γένους μας καὶ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.

Γιατί νὰ δίνωμε στὰ παιδιὰ πράγματα κακορρίζικα, μικρά, στενά, ξέψυχα, μίζερα; Γιατί ἄψυχα, ἀνούσια, ποὺ προκαλοῦν ναυτία;

Γιατί χωρισμένα, σχιζοφρενικά, ἀντιμαχόμενα, διαλυμένα σὰν κομμένο γάλα;

Γιατί νὰ μὴν ζωοποιηθοῦν μὲ τοῦτο τὸ ἕνα πνεῦμα ποὺ δίδει νόημα στὸ καθετὶ καὶ ξεπερνᾶ τὸ θάνατο; Ποὺ φέρνει τὸν ἄνθρωπο, στὰ ὑπὲρ φύσιν. Καὶ γεμίζει τὴν τωρινή του ζωή, τὴ μικρὴ καὶ συνηθισμένη, μὲ αἴγλη καὶ χάρι πρωτόβλεπτη καὶ ἀνέκλειπτη;

Γιατί νὰ μὴν ἀνάψουμε τὴ λαμπάδα τῆς ζωῆς τοῦ παιδιοῦ ἀπ᾽ ἐδῶ; Νὰ δώσωμε σ᾽ ὅλα τὰ παιδιὰ τὴ δυνατότητα, πλησιάζοντας τοὺς πυρφόρους καὶ θεοφόρους τούτους ἀνθρώπους, τοὺς Ἁγίους μας, νὰ γίνουν κι αὐτὰ ἄνθρωποι ζωντανοί, αὐθόρμητοι, φοβεροὶ τοῖς ὑπεναντίοις, ἀτρόμητοι σὲ κάθε κίνδυνο, σὲ κάθε ἀπειλή· φοβεροὶ στὸν ἴδιο τὸ θάνατο;

Καὶ νὰ εἶναι ταυτόχρονα λεπτοί, εὐαίσθητοι, παρηγοριὰ γιὰ κάθε κατατρεγμένο καὶ πληγωμένο, γιὰ κάθε πλάσμα, γιὰ ὅλη τὴ δημιουργία ποὺ συνωδίνει καὶ συστενάζει, περιμένοντας καὶ αὐτὴ τὴν ἐλευθερία της ἀπὸ τὰ ἐλευθερωμένα τέκνα τοῦ Θεοῦ.

Νὰ νοιώσουν, νὰ καταλάβουν ὅτι δὲν ὑπάρχει διχασμὸς στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, δὲν εἶναι πνευματικὸ τὸ μὴ ὑλικό, ἀλλὰ τὸ γεμάτο μὲ τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ, ποὺ χαρίζει τὸν παράδεισο ἀπὸ τώρα σ᾽ ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξι τοῦ ἀνθρώπου.

Καὶ μεγάλος δὲν εἶναι ὁ ἱκανός, ποὺ μπορεῖ νὰ συνθλίψη, νὰ πληγώση, νὰ χτυπήση τὸν ἄλλο. Μεγάλος εἶναι ὁ ἐλάχιστος, ὁ εὐαίσθητος, ὁ ταπεινός, ὁ ἀγαπῶν, ποὺ δέχθηκε τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ καὶ εἶναι ἀνίκανος νὰ κάμη κακὸ στὸν ἄλλο, ἀνίκανος νὰ τὸν πληγώση. Καὶ ἱκανὸς νὰ ὑποφέρη, νὰ ὑπομένη, νὰ πεθαίνη αὐτὸς ἀπὸ ἀγάπη, γιὰ νὰ ζοῦν, νὰ προκόβουν, νὰ χαίρωνται οἱ ἄλλοι, ποὺ δὲν χωρίζονται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του.

Ἔτσι νὰ μάθουν σὰν τὸν ἅγιο Κοσμᾶ νὰ μιλοῦν, νὰ γράφουν, νὰ διοργανώνουν σχολεῖα καὶ κοινωνίες. Νὰ κτίζουν πόλεις, χωριά, σπίτια, ποὺ νὰ χωροῦν τὸν ἄνθρωπο, νὰ εἶναι ἀνθρώπινα, ὥστε ζώντας ἐκεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ παίρνη ἀφώνως καὶ ἀκόπως σωστὴ ἀγωγή.

Νὰ τραγουδοῦν, νὰ ψυχαγωγοῦνται καὶ νὰ εἶναι πράγματι ὅλα ψυχῆς ἀγωγὴ καὶ θεία δοξολογία καὶ ἀναγωγὴ ὁλοσώματη σὲ οὐράνια παράκλησι.

Καὶ νὰ προχέεται εἰρήνη, γαλήνη, εὐλογία, φῶς, ἀνάπαυσι, ἀπὸ τοὺς ἴδιους καὶ ἀπὸ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν καὶ τοῦ νοός των.

Ἔχει τότε ὁ ἄνθρωπος ὁ ἀδύνατος δύναμι ἀκαταγώνιστη. Διορθώνει τὰ κακά. Ἀξιοποιεῖ τὰ καλά. Θεραπεύει τὰ ἀσθενῆ. Καὶ τὰ κάνει ὅλα μὲ τὴ δύναμι καὶ τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ ὅλον συγκροτεῖ τὸν θεσμὸν τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν προσωπικὴ ζωὴ τοῦ κάθε πιστοῦ.

Εἶναι σαφέστατη ἡ τοποθέτησι τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ. Ἂν ζοῦσε ἐν σαρκὶ σήμερα, ἤρεμα καὶ ἀσυζήτητα, χωρὶς νὰ χαρίζεται σὲ κανέναν, οὔτε νὰ χρονοτριβῆ, θὰ ἔκλεινε τὰ ὑπάρχοντα σχολεῖα. Θὰ ἄνοιγε ἄλλα. Εἶναι εἰδωλοκλάστης ἀναντιμετώπιστος. Καὶ φίλος τοῦ ἀνθρώπου. Ἀνασταίνει τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο, στὸ λαό.

Θὰ ἦταν τόσο διακριτικός, ἤρεμος καὶ λεπτός, ποὺ θὰ μᾶς ἔπειθε ὅλους ἐσωτερικὰ ὅτι ἔτσι ἔπρεπε νὰ γίνη. Καὶ θὰ ἦταν τόσο ἄτεγκτος ὁ λόγος του, ποὺ δὲν θὰ χωροῦσε καμμιὰ ἀντίρρησι ἀπὸ κανέναν ἐπιπόλαιο. Ἔτσι ποὺ ὅλοι ἐμεῖς ποὺ κάνομε διακηρύξεις γιὰ νέα ζωή, ἔξω ἀπὸ τὴν ὄντως Ζωή, θὰ παρασυρόμασταν σὰν ἀθύρματα ἀνάξια λόγου ἀπὸ σίφουνα ποὺ μεταθέτει ὄρη εἰς καρδίας θαλασσῶν.

Ἂν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ζοῦσε... Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ζῆ, ὑπνώττει ἀγρύπνως στὴν καρδιὰ τοῦ λαοῦ. Ὁ λαὸς ὁ πάλι βασανισμένος, περιπαιγμένος, κουρασμένος περιμένει τὸν Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλὸ νὰ τοῦ δώση τὰ παιδιά του, γιὰ νὰ τὰ εὐλόγηση, νὰ τὰ ἁγιάση, νὰ τὰ βάλη στὰ σχολεῖα του. Νὰ τοὺς δώση τὴν ἀγωγή του. Νὰ τὰ κάνη νέους Κοσμάδες. Νὰ χαροῦν τούτη τὴ ζωὴ καὶ τὴν ἄλλη. Καὶ νὰ τοὺς ἀποκαλύψη πὼς τούτη εἶναι ἑνωμένη μὲ τὴ χάρι τῆς ἄλλης.

Τὰ παιδιὰ τοῦ λαοῦ, τὰ βασανισμένα, τὰ λιμώττοντα, ποὺ γίνεται τόση προσπάθεια ἀπὸ τόσους νὰ ξεβαφτιστοῦν, νὰ ξεμυρωθοῦν, νὰ ξεχάσουν αὐτὸ ποὺ εἶναι. Νὰ καταστραφοῦν.

ΠΗΓΗ : Ἀπόσπασμα ἀπὸ κείμενο τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος τοῦ Ἁγίου Ὄρους, Ἀνεξάρτητη ἔκδοση, 1984, «Πειραϊκή Εκκλησία, τευχ. 196, σσ. 16-17.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου