Δευτέρα 14 Ιουλίου 2014

«Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΩΝ ΚΟΛΛΥΒΑΔΩΝ – ΜΟΝΑΧΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΛΑΥΡΙΩΤΟΥ

Ιερομόναχου Αναστασίου από την έκδοση "Αθωνικά Δίπτυχα"
του Ιερού Κουτλουμουσιανού Κελλίου Τιμίου Προδρόμου.
Μετὰ τὸ ὁριστικὸ σχίσμα Ἀνατολικῆς καὶ Δυτικῆς Ἐκκλησίας, δύο βασικὰ ἀνανεωτικὰ «κινήματα» παρουσιάσθησαν στὸν χῶρο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὁ ἡσυχασμὸς καὶ τὸ «κίνημα» τῶν Κολλυβάδων.

Ὁ ἡσυχασμὸς προσέλαβε ἕνα εὐρύτερο χαρακτήρα. Ἄρχισε ἀπὸ μία θεολογικὴ «ἔριδα», ἐξελίχθηκε σὲ μία σύγκρουση στὸν χῶρο τῆς βυζαντινῆς Ἐκκλησίας, μεταξὺ οὑμανιστῶν λατινοφρόνων καὶ παραδοσιακῶν καὶ κατέληξε μὲ τὴν ἐπικράτηση τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἕνα πρόσωπο ὁ Βαρλαὰμ ὁ Καλαβρὸς κατάφερε μὲ τὶς δοξασίες καὶ τὶς ραδιουργίες του νὰ διχάσει τοὺς βυζαντινούς, νὰ προκαλέσει ρήγματα στὴν Ἐκκλησία καὶ ἐμφύλιο πόλεμο στὸ κράτος, ὅταν δυτικοὶ καὶ Τοῦρκοι ἀπειλοῦσαν τὴν ὕπαρξή του. Τὴν περίοδο αὐτὴ ἕνα ἄλλο πρόσωπο, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, μὲ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου καὶ τὰ συγγράμματά του, ἀντιμετώπισε τὴν ἐπικίνδυνη δράση τοῦ Βαρλαάμ, ἀγωνίσθηκε, φυλακίσθηκε, ἀλλὰ τελικὰ διέσωσε τὸ κύρος τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ὀρθοδοξία τῶν δογμάτων της, ἔναντι τοῦ ἀλλοπρόσαλλου λατινόφρονος Πατριάχου Ἰωάννου Καλέκα.

Τὸν 18ο αἰώνα, ἕνα ἄλλο «κίνημα», ἐξ ἴσου σημαντικὸ γιὰ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων, ὅπως ἀποκλήθηκε ἀπὸ τοὺς ἀντικολλυβάδες, ἐνδο-αγιορειτικὸ ἀρχικά, γενικώτερο ὕστερα, σφράγισε τὴν ζωὴ καὶ ἱστορία τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ τῆς Ἐκκλησίας.

Τὸ πρόβλημα ἄρχισε ἀπὸ τοὺς ἀντικολλυβάδες σχετικὰ μὲ τὴν ἡμέρα τελέσεως τῶν μνημοσύνων, τὸ Σάββατο ἢ τὴν Κυριακή. Οἱ κολλυβάδες πιστοὶ στὴν παράδοση ἐπέμειναν στὴν κατὰ τὸ Σάββατο τέλεσή τους. Ἀντίθετη θέση εἶχαν οἱ ἀντικολλυβάδες. Οἱ «κολλυβάδες» ἔδρασαν σὲ μία ἐποχή, «καταπτώσεων καὶ ἀνορθώσεων τῶν Μονῶν, παρακμῆς καὶ ἀνορθώσεως πνευματικῆς τοῦ μοναχικοῦ βίου…»1.

«Ἀγωνίσθησαν διὰ τὴν ἐπιστροφὴν εἰς στὴν ὀρθόδοξιν παράδοσιν»2. Ἐπρόκειτο γιὰ μία προσπάθεια ἐκλεκτῶν ρασοφόρων, ὄχι μόνο ἐπιστροφῆς στὴν γνήσια παράδοση τῆς Ἐκκλησίας σὲ θέματα τυπικοῦ, λειτουργικά, μυστηρίου κ.ο.κ., ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀφύπνιση καὶ ἀναγέννηση τοῦ λαοῦ.

Ἀντίθετα, οἱ ἀντικολλυβάδες στὴν προσπάθειά τους νὰ πλήξουν τοὺς ἀντιπάλους, «προέβησαν εἰς διωγμοὺς καὶ ὕβρεις, εἰς βιαιοπραγίες, ἐνέβαλλαν σκάνδαλα εἰς τὰς ψυχὰς πάντων τῶν ὀρθοδόξων καὶ εἰς πειρασμὸν τὴν ἐν Κωνσταντινουπόλει Μ. Ἐκκλησίαν»3.

Ἔδειξαν πείσμονα ἐμμονὴ στὶς δοξασίες τους καὶ ἐκδικητικὸ μένος κατὰ τῶν Κολλυβάδων, μέχρι σημείου νὰ συγκαλέσουν σύναξη στὴ Μονὴ Κουτλουμουσίου, μὲ τὴν συμμετοχὴ δύο πρώην Πατριαρχῶν Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου Ε΄ καὶ Ἀλεξανδρείας Ματθαίου, ὄχι γιὰ νὰ ἑνώσουν τὰ διεστῶτα, ἀλλὰ γιὰ νὰ καταδικάσουν τοὺς ἀντιφρονοῦντες. Μὲ συνεχεῖς παραστάσεις κ.ἄ. στὰ Πατριαρχεῖα προκάλεσαν ἐν τέλει τὴν καταδίκη τῶν Κολλυβάδων ἐπὶ Πατριαρχείας Σωφρονίου Β΄, μὲ τὴν ἔκδοση ἀφοριστικοῦ ἐγγράφου στὸ ὁποῖο μεταξὺ ἄλλων ἀναφέρεται4:

«Σωφρόνιος ἐλέῳ Θεοῦ… ἐπειδὴ δὴ τις ταραχὴ καὶ σύγχυσις κατέλαβε πρὸ χρόνων ἤδη τὴν Ἐκκλησίαν καὶ τὸν Χριστώνυμον καὶ περιούσιον λαὸν τοῦ Θεοῦ, καὶ διετάραξε πᾶσαν τάξιν ἱερωμένων μοναχῶν τε καὶ λαϊκῶν διὰ δοκησισόφων καὶ δοκοφρόνων, μᾶλλον δ’ εἰπεῖν εὐσέβειαν καὶ ἀνταρσίαν νοσούντων… ὧντινων ἀρχηγοὶ καὶ τῆς τοιαύτης καινοτομίας πρωταίτιοι καὶ δραματουργοὶ ὑπάρχουσιν ὅ τε Κακοαθανάσιος Πάριος, ὁ Κακοϊάκωβος Πελοποννήσιος καὶ ὁ Ἀγάπιος Κύπριος καὶ ὁ Χριστόφορος. Τῆς οὖν καινοτομίας ταύτης καὶ κακοδοξίας καταδήλου γενομένης… διορίζοντες διὰ τοῦτο καὶ ἀποφαινόμενοι κατὰ τὴν ἀνέκαθεν ἱεράν τῆς Ἐκκλησίας τάξιν καὶ κανονικὴν διατύπωσιν ἀπαρατηρήτως τελεῖσθαι καὶ ἐν Σαββάτῳ καὶ ἐν Κυριακῇ καὶ ἐν ὅλαις ταῖς ἡμέραις τῆς ἑβδομάδος τὰ μερικὰ τῶν Ὀρθοδόξων μνημόσυνα κατὰ τὴν Παράδοσιν τῶν Ἀποστολικῶν Διατάξεων…

Ὅσοι μὲν οὖν συνῳδὰ τῇ Ἐκκλησίᾳ καὶ τῷ παρόντι Συνοδικῷ θεσπίσματι καὶ φρονοῦσι καὶ πράττουσι, τελοῦντες ἀπαρατηρήτως καὶ ἐν Σαββάτῳ καὶ ἐν Κυριακῇ καὶ ἐν ὅλαις ταῖς ἡμέραις τῆς ἑβδομάδος τὰ μερικὰ τῶν Ὀρθοδόξων μνημόσυνα, οἱ τοιοῦτοι εἴησαν συγκεχωρημένοι παρὰ Θεοῦ Κυρίου Παντοκράτορος… Οἱ δὲ πρωταίτιοι καὶ ἀρχηγοὶ καὶ συνίστορες τῆς τοιαύτης δόξης ὅτε Κακοαθανάσιος Πάριος καὶ ὁ Κακοϊάκωβος Πελοποννήσιος καὶ ὁ Κακοαγάπιος Κύπριος, οἱ φατρίαν συστήσαντες… καθῃρημένοι ὑπάρχουσιν ἀπὸ Θεοῦ Κυρίου Παντοκράτορος καὶ γεγυμνωμένοι πάσης Θείας Χάριτος καὶ ἱεροπραξίας… καθῃρημένους καὶ πάντῃ ἀνιέρους ἐν βάρει ἀργίας καὶ ἀλύτου ἀφορισμοῦ… «Ἐξ ἀποφάσεως…».

Νέα πνοή, περιεχόμενο καὶ προοπτικὴ στὸ «κίνημα» τῶν Κολλυβάδων, ἔδωσε ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης μὲ τὸ βιβλίο περὶ συνεχοῦς θείας Μεταλήψεως, τὸ ὁποῖο ἤγειρε θύελλα διαμαρτυριῶν καὶ σάλο ἀπὸ τοὺς «ἀντικολλυβάδες». Νέες κατηγορίες, νέες παρεμβάσεις στὰ Πατριαρχεῖα, ἀσύλληπτα ψεύδη, ἔκνοες ἐνέργειες.

Τὸ θέμα ἀπασχόλησε καὶ τὴν σύναξη τῶν Ἀντιπροσώπων τῶν Ἱ. Μονῶν στὶς Καρυές, οἱ ὁποῖοι ἐξέδωσαν σχετικὴ ἀνακοίνωση στὴν ὁποία στηλιτεύεται ἡ τακτικὴ καὶ συμπεριφορὰ τῶν ἀντικολλυβάδων καὶ συστήνεται:

«…τούτου δὲ τὸ παράδειγμα (τοῦ φιλολοιδώρου δηλ. Διακόνου) ἂς σωφρονήσῃ καὶ τούς ἄλλους φιλολοιδώρους καὶ ψευδοκατήγορους, οἵτινες καρδίαν ἔχοντες γυμνασμένην εἰς τὰ ψεύδη, καὶ γλῶσσαν φιλεγκλήμονα, κινούμενοι ὑπὸ τοῦ διαβόλου, ἀνοίγουν τὸ ἀπύλωτον στόμα των καὶ φλυαροῦν ἀθεοφόβως κατὰ τῶν ἀνευθύνων καὶ ὀρθοδόξων ἀδελφῶν, κολλυβάδες αὐτοὺς ἀποκαλοῦντες καὶ φαρμασόνους καὶ αἱρετικοὺς καὶ κακόδοξους αἱ ψευδοκατηγορίαι των γὰρ αὗται προξενοῦσι μάχας, γεννῶσι ταραχὰς, διεγείρουσι μίσος, διαταράττουσι τὴν κοινὴν εἰρήνην τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ ἐκριζώνουσι ἀπὸ τάς καρδίας των τὴν ἀγάπην, ἥτις εἶναι τὸ σημεῖον καὶ γνώρισμα τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ κεφάλαιον ὅλων τῶν ἀρετῶν, χωρὶς τῆς ὁποίας εἶναι ἀδύνατον νὰ σωθῇ τινάς…»5.

Πρὸς διάλυση τῶν συκοφαντιῶν καὶ τὴν ἀποφυγὴ σκανδαλισμοῦ τῶν πιστῶν, ὁ ἱερὸς πατὴρ συνέταξε «ἰδιόχειρον ὁμολογίαν Πίστεως», ἀπολογούμενος «διὰ βραχέων», τι φρονεῖ καὶ περὶ ὅσων ἀδίκως κατηγοροῦνταν.

Στὴν «Ἀπολογία», ἀφοῦ ἐκθέτει τὰ πιστεύω του, καταλήγει: «Ἀδελφοὶ καὶ πατέρες, ἐὰν δὲν ἐκριζώσετε τὸ μίσος ἀπὸ τὴν καρδίαν σας καὶ δὲν ἐμφυτεύσετε τὴν ἀγάπην, καὶ ἂν δὲν παύσητε ἀπὸ τὰς κατὰ τῶν ἀδελφῶν σας δυσφημίας… ματαίως κατοικεῖτε εἰς τὰ ὄρη καὶ τὰ βουνά…»6.

Ἡ Ἱ. Κοινότης, ἡ ὁποία ἀσχολήθηκε μὲ τὸ θέμα, ἐξέδωσε Ἐγκύκλιο στὴν ὁποία ὑπογραμμίζεται, μεταξὺ ἄλλων: «…Ἡμεῖς ἅπαντες ὁμοφώνως κηρύττομεν αὐτὸν καὶ ὁμολογοῦμεν εὐσεβέστατον καὶ Ὀρθοδοξότατον, καὶ τῶν δογμάτων τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας τρόφιμον, καθὼς καὶ ἐκ τῶν ἱερῶν καὶ κοινωφελῶν συγγραμμάτων αὐτοῦ ἀποδεικνύεται, μέσα εἰς τὰ ὁποῖα οὐδὲν φρόνημα αἱρετικὸν περιέχεται. Καὶ καθὼς ἡμεῖς ὁμολογοῦμεν αὐτὸν Ὀρθόδοξον, οὕτω καὶ ὑμεῖς ἅπαντες νὰ τὸν γνωρίζητε ὡς τοιοῦτον ὄντα τῇ ἀληθείᾳ…»7.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος συγχώρεσε τὶς μικρότητες καὶ ραδιουργίες τῶν ἀντιφρονούντων καί, πέρα ἀπὸ τὴν καλλιέργεια καὶ κατάκτηση τῶν μοναχικῶν ἀρετῶν, ἀναλώθηκε μὲ ζῆλο καὶ εὐθύνη στὴ συγγραφὴ διαφόρων βιβλίων, πρὸς ὠφέλεια τοῦ δούλου γένους. Ἀκαταπόνητος, χαλκέντερος, συνέλεξε ποικίλο συγγραφικὸ ὑλικό, συνέταξε πλῆθος συγγραμμάτων διαφόρου περιεχομένου σὲ γλώσσα κατανοητή, χάριν καὶ τῶν ἁπλουστέρων. Πολλοὺς κόπους κατέβαλε καὶ γιὰ τὴν ἔκδοση τῶν συγγραμμάτων του.

Σκοπὸς τῶν βιβλίων, ἡ ὠφέλεια τῶν ὑποδούλων ὀρθοδόξων, οἱ ὁποῖοι κινδύνευαν ἀπὸ τοὺς Τούρκους, τοὺς «χριστιανούς» τῆς δύσεως, ἰδιαίτερα ἀπὸ τοὺς μισσιοναρίους τῆς «πρεσβυτέρας» Ρώμης, οἱ ὁποῖοι φυσικὰ δὲν εἶχαν σκοπὸν νὰ ἁπαλύνουν τὸ βάρος τοῦ ζυγοῦ τῆς σκλαβιᾶς, ἀλλὰ νὰ ἐκμεταλλευθοῦν τὴν κατάσταση γιὰ τὴν ἐπέκταση τῆς ἐπικρατείας της καί, τέλος, ἀπὸ τοὺς διαφωτιστές, οἱ ὁποῖοι ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς ἀμπελοσοφοῦσαν ἐπὶ παντὸς ἐπιστητοῦ.

Τὸ ἔργο τοῦ ὁσ. Νικοδήμου φέρει τὴν προσωπική του σφραγίδα. Τεράστιο σὲ ἔκταση καὶ ποικιλία, «προκαλεῖ κατάπληξη τὸ πλῆθος τῶν θεμάτων, ἡ πολυμέρεια καὶ τὸ θεολογικὸ βάθος»8.

Ὁ Νικόδημος, παρατηρεῖ ὁ κ. Σάθας, «κατατάσσεται μεταξὺ τῶν λογιωτέρων τοῦ καιροῦ του, πάντων ὑπέρτερος κατὰ τὴν φιλοπονίαν… τὰ δὲ πολυάριθμα αὐτοῦ συγγράμματα οὐκ ὀλίγον συνετέλεσαν εἰς τὴν κραταίωσιν τῆς Ὀρθοδοξίας, ὠφελείας ἀνυπολογίστου, τοῦ ὑμετέρου ἔθνους πρόξενα γενόμενα»9.

Καὶ ἐνῷ ὁ ὅσιος ἦταν προσωπικότης τοιούτου μεγέθους, ὁ ἴδιος ζοῦσε ὡς ἁπλοὺς μοναχός, ὅπως μαρτυρεῖ, «πᾶς ὁ βίος αὐτοῦ, ὁ περιορισμένος μέσα στὰ πλαίσια τῶν στερήσεων τῆς νηστείας, τῆς λιτότητος, τῆς προσευχῆς καὶ συγχρόνως τῶν κατατρεγμῶν καὶ διώξεων, χωρὶς μάλιστα σταθερὰν ὑγείαν»10.

Ὁ ἅγιος δὲν ἔγραφε ἁπλῶς γιὰ νὰ γράφει. «Καθαρὰ πνευματικὸς ἄνθρωπος, θεολόγος δεινὸς μὲ σπάνια μόρφωση καὶ ἐξειδίκευση μέσα ἀπὸ τὶς σελίδες τῶν συγγραμμάτων του διδάσκει, κατατοπίζει, φρονηματίζει, ἔχει ἀνοικτὸ διάλογο μὲ ὁποιαδήποτε ἀναγνώστη του ἐπὶ τοῦ θέματος»11.

Παραγωγικὴ καὶ ἀποδοτικὴ ὑπῆρξε ἡ συνεργασία του μὲ τοὺς δύο ἄλλους κορυφαίους «ἡγέτες» τῶν Κολλυβάδων. Τὸν ἅγιο Μακάριο Κορίνθου καὶ τὸν Ἀθανάσιο Πάριο. Διὰ βίου ὑπὸ διωγμόν. Μετὰ θάνατον ἅγιοι καὶ οἱ Τρεῖς. Αὐτὴ εἶναι ἡ ὁδὸς τῶν εὐσεβῶν καὶ τῶν ἁγίων.

Ἡ συνεργασία κάλυπτε ὅλους τους τομεῖς: Συγγραφικό, κηρυκτικὸ καὶ ἱεραποστολικό. Κοινὸς ἀγὼν γιὰ τὴν προσφορὰ στὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὸ γένος, στὴν ἀντιμετώπιση τῶν ραδιούργων ἀντιπάλων.

Καὶ ἡ Μ. Ἐκκλησία «ἐπιβράβευσε» τὸ ἔργο τους. «Συμπεριφέρθηκε ἐχθρικὰ ἀπέναντι τῶν τριῶν. Τὸν Νικόδημο ἀνάγκασε νὰ συγγράψει τὴν Ἀπολογία τῆς πίστεώς του, ἔργο μὲ πολύτιμες εἰδήσεις.

Τοῦ Μακαρίου, τὸ βιβλίο περὶ συνεχοῦς Θ. Μεταλήψεως, κατεδίκασε διὰ τῶν Πατριαρχῶν Γαβριὴλ Δ΄ καὶ Προκοπίου, τὴν καταδίκη ἦρε ὁ Νεόφυτος Ζ΄. Τὸν Ἀθανάσιο καθήρεσε τὸ 1776, ἀπάλλαξε τὸ 1781.

Ἀναμφισβήτητον εἶναι… ὅτι οἱ τρεῖς ἔχουν ὁσιότητα βίου… ὁ λόγος τῶν τριῶν συμπορεύεται μὲ τὸν βίον των… Ἀπὸ τὸ περιεχόμενον καὶ τὴν ποιότητα τοῦ λόγου των συνάγεται ὅτι καὶ οἱ τρεῖς ἦσαν κατὰ κυριολεξίαν καὶ κατ’ ἐξοχὴν διδάσκαλοι, εἴτε χρησιμοποιοῦν τὸν Ἄμβωνα, εἴτε τὴν διδασκαλικὴ καθέδρα, εἴτε τὴν γραφίδα…»12.

Ὁ ὅσιος Νικόδημος ἦταν ὁ θεολογικὸς νοῦς τῶν Κολλυβάδων, ὁ θεωρητικὸς ἐκφραστὴς τῶν ἰδεῶν τους. Διετύπωσε τὴ διδασκαλία του χωρὶς ἀκρότητες, μὲ σεβασμὸ στὴν παράδοση καὶ τὶς ἐκκλησιαστικὲς ἀρχές.

Οἱ ἀντίπαλοί τους πέρα ἀπὸ τὴν ξεχωριστὴ ἐπίδοση στὴν ἐξύφανση καὶ πλοκὴ τῶν συκοφαντιῶν τους, δὲν παρουσίασαν θετικὸ ἔργο, ἕνα σοβαρὸ σύγγραμμα, μιὰ ἀξιόλογη ἱεραποστολικὴ δραστηριότητα. Πέρασαν καὶ χάθηκαν μαζὶ μὲ τὶς ἰδέες των.

Τὸ ἔργο, ἡ δράση καὶ ἡ προσφορὰ τοῦ ἁγίου Νικοδήμου καὶ τῶν λοιπῶν Κολλυβάδων ἀπέκτησε διαχρονικὴ σημασία καὶ διάσταση. Πλούσιοι εἶναι οἱ καρποὶ τοῦ ἔργου καὶ τῆς δράσεώς των μέχρι τῶν ἡμερῶν μας. Καὶ ἡ Ἐκκλησία τοὺς μνημονεύει μὲ εὐγνωμοσύνη καὶ εὐχαριστία καὶ τοὺς κατέταξε στὴν χορεία τῶν ἁγίων καὶ τῶν διδασκάλων της.

ΠΗΓΗ : «ΠΕΙΡΑΪΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ», αρ. φυλ. 205, 2009, σσ. 31-33.

_______________
1. Κοσμᾶ Βλάχου, «Ἡ χερσόνησος τοῦ Ἁγίου Ὄρους Ἄθως, Βόλος 1903», σ. 110.
2. Κ. Κ. Παπουλίδη, «Τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων», Ἀθῆναι 1991, σ. 24.
3. Κ. Κ. Παπουλίδη, «Τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων», Ἀθῆναι 1991, σ. 26.
4. Κ. Κ. Παπουλίδη, «Τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων», σ. 60, 61.
5. Θεοκλήτου Μον. Διονυσιάτου, «Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης», σ. 45.
6. Θεοκλήτου Μον. Διονυσιάτου, «Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης», σ. 346.
7. Κ. Κ. Παπουλίδη, «Τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων», σ. 67.
8. Χρ. Κρικώνη, «Τὸ συγγραφικὸ ἔργο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, Πρακτικὰ Α΄ Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου, τόμος Α΄», Γουμένισσα 2006, σ. 135.
9. Κ. Σάθα, «Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, Νεοελληνικὴ Φιλολογία», Βιογραφίας…, Ἀθῆναι 1868, σ. 626.
10. Τάσσου Ἀθ. Γριτσόπουλου, «Νικόδημος Ἁγιορείτης – Κίνημα τῶν Κολλυβάδων», Ἐπετηρὶς Κυκλαδικῶν Μελετῶν, τ. 162, σ. 70.
11. Τάσσου Ἀθ. Γριτσόπουλου, «Νικόδημος Ἁγιορείτης – Κίνημα τῶν Κολλυβάδων», Ἐπετηρὶς Κυκλαδικῶν Μελετῶν, τ. 162, σ. 71.
12. Τάσσου Ἀθ. Γριτσόπουλου, «Νικόδημος Ἁγιορείτης – Κίνημα τῶν Κολλυβάδων», Ἐπετηρὶς Κυκλαδικῶν Μελετῶν, τ. 162, σ. 65.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου