Τετάρτη 28 Μαΐου 2014

ΔΙΗΓΗΣΙΣ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΙΕΡΕΩΣ ΤΟΥ ΑΛΙΕΥΟΝΤΟΣ ΤΗΝ ΝΥΚΤΑΝ

Ανατολή στον Άθωνα.
Ότε, κατά τα πρώτα έτη της κουράς μου, ειργαζόμην εις το παρά το Μεταγγίτσι ημέτερον εν Χαλκιδική υδρόμιλον, υπό οικονόμον τον γέροντα Δαβίδ (1919-1920), ήκουσα παρά τινος προσώπου ότι εκείνα τα χρόνια ένας παπάς του χωρίου των είχε την συνήθειαν κατά τας νύκτας να ψαρεύει εις τον Μεγάλον Λάκκον, χωρίς ράσα ωσάν κοσμικός και δια να τον σωφρονίσει ο Θεός, διότι ως παπάς που ήτο δεν επετρέπετο να κάμει τέτοιες δουλειές, παρεχώρησε μίαν νύκτα εκεί που ψάρευε και βλέπει ένα πλήθος τσιγγάνους, οι οποίοι εφωνοκοπούσαν με νταούλια, κλαρίνα και γλεντούσαν. Ως τον είδον τον παπά με τα αλιευτικά εργαλεία, ηλάλαζαν από την χαρά τους και εφώναζον : «ίδετε ένας παπάς τι κάνει ! μπρός τώρα πάμε να τον πιάσωμεν !........».

Ο καϋμένος ο παπάς, ως τα ήκουσεν αυτά, ενεκρώθηκε από τον φόβον του και, ως τον επλησίασαν για να τον συλλάβουν, ανέβηκεν απάνω εις ένα πλάτανο. Εκεί προσηύχετο ο πτωχός με όλην την ψυχήν και την καρδίαν του. Πλησιάσαντες οι αθίγγανοι – τα πονηρά πνεύματα – και δοκιμάζοντες ν΄ ανέβουν εις τον πλάτανον, δεν μπορούσαν και έλεγον : «Ω, καίει ως φωτιά, καίει δεν μπορούμε να πλησιάσουμε. κι έτσι απομακρύνθηκαν από κοντά του».  

Ο παπάς, έως ότου ξημέρωσεν ο Θεός, ήτο επάνω εις τον πλάτανον, ύστερον ξεθάρρησε και κατέβηκε κάτω, επήγε στο σπίτι του και από τότε, πού πλέον να το ξανακάμει, δηλαδή να γυρίζει την νύκτα, ως οι άλλοι κοσμικοί, για να ψαρεύει. Αγαθή ήτο η ώρα και έτσι σωφρονισθείς ησύχαζε και πρόσεχε τα της Ιερωσύνης του καθήκοντα.


ΠΗΓΗ : ΛΑΖΑΡΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΟΥ, ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΙΚΑΙ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ, ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ 1989, σελ. 83.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου