Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2018

«ΜΕ ΕΣΤΕΙΛΕ Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΣΑΣ ΔΕΙΞΩ ΤΙ ΤΟΥ ΒΡΩΜΑΕΙ»


Κάποτε ένας γέροντας μοναχός κατέβαινε από το βουνό με τον υποτακτικό του στην πόλη. Όπως κατέβαιναν λοιπόν, αριστερά του δρόμου βρίσκονταν ένα ψόφιο ζώο, και καλοκαίρι όπως ήταν βρωμούσε. Μπροστά τους όμως πήγαινε ένας ψηλός, ο οποίος πέρασε χωρίς να πιάσει τη μύτη του από τη βρώμα, εφ’ όσον αυτοί, αν δεν πιάναν την μύτη τους, δεν μπορούσαν να περάσουν.

Τους έκανε εντύπωση επειδή αυτός δεν έπιασε τη μύτη του, δεν είπαν τίποτα όμως μεταξύ των. Προχωρούν πιο κάτω και βρίσκουν ένα σκύλο ψόφιο, το ίδιο αυτός ο ψηλός, δεν έπιασε την μύτη του, αυτοί οι δύο ξαναπιάσανε τη μύτη τους.

Προχωρούν, φτάνουν προς την πόλη, πάντοτε ο ψηλός προπορεύετο. Από την πόλη όμως ερχόταν μια κοπέλα, ωραία ντυμένη, ωραία όπως εμείς νομίζουμε.

Όταν πλησίαζε αυτή, αυτός πιάνει την μύτη του, του μικρού υποτακτικού του φάνηκε περίεργο, και ρωτάει τον γέροντα. Γέροντα είδες τίποτα ; λέει, κάτι είδα. Τί είναι αυτό ; περάσαμε από το ζώο το ψόφιο, δεν έπιασε τη μύτη του και από τον σκύλο τον ψόφιο, τώρα που έρχεται η κοπέλα αυτή από εκεί, τόσο ωραία κλπ. πιάνει τη μύτη του, τί συμβαίνει ; του λέει, τρέξε να τον φτάσουμε. Πλησιάζουν λοιπόν και του λένε. ευλόγησον. ο Κύριος να ευλογεί.

Θέλουμε να σε παρακαλέσουμε να μας πεις τί είσαι ; άνθρωπος ή τίποτε άλλο ; Λέει, γιατί ρωτάτε ; Όταν περάσαμε από τις βρωμιές αυτές δεν έπιασες τη μύτη σου, και την πιάνεις τώρα που έρχεται η γυναίκα αυτή ; εγώ είμαι άγγελος, λέει, δεν είμαι άνθρωπος και με έστειλε ο Θεός να σας δείξω τί του βρωμάει αυτού.

Αυτού δεν του βρωμάει η βρωμιά αυτή, αλλά του βρωμάει η βρωμιά του εγωϊσμού, αυτού που έρχεται από κει, όλα αυτά που έχει φτιάξει αυτή στο κεφάλι της και όπως αυτή έχει ντυθεί βρωμάνε του Θεού και γι’ αυτό με έστειλε. και είναι μια αλήθεια αυτό το πράγμα.

ΠΗΓΗ : ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΙΚΟΝ ΤΕΥΧΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΥ ΔΗΜ. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ, εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», σ. 42 κ.ε.


ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΝΑΟ Ο ΠΙΣΤΟΣ – ΨΑΛΜΟΣ 14 - ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΓΟΡΤΥΝΟΣ κ.κ. ΙΕΡΕΜΙΑ


1. Στήν ἑρμηνεία τοῦ ἱεροῦ Ψαλτηρίου πού κάνουμε, ἀδελφοί μου χριστιανοί, βρισκόμαστε στόν 14ο Ψαλμό, τόν ὁποῖο θά σᾶς ἑρμηνεύσω σήμερα. Παρακαλῶ προσέξτε τήν ἑρμηνεία του. Ὑπῆρχε παλαιά συνήθεια ὁ ἱερεύς, στεκόμενος μπροστά στίς πύλες τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ, νά ἐρωτᾶ τούς ἐρχομένους πιστούς, ἄν εἶναι καλά προετοιμασμένοι, γιά τήν προσευχή καί τήν θυσία πού θά προσφέρουν στόν Ναό (βλ. Α´ Βασ. 21,1. Ἀγγ. 2,11. Ζαχ. 7,1). Στόν Ψαλμό μας ὅμως ἐδῶ, ἀντίθετα πρός τήν πρώτη παλαιά συνήθεια, ὁ πιστός ἐρωτᾶ τόν ἱερέα καί ὄχι ὁ ἱερέας τόν πιστό, πῶς πρέπει νά εἶναι, γιά νά παρασταθεῖ ἐνώπιον τοῦ Κυρίου στόν Ναό κατά τήν θεία λατρεία (στίχ. 1). Ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ἀκόμη ὁ ἱερός Ναός ἐθεωρεῖτο ὡς τόπος παρουσίας τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἁπλᾶ ὡς τόπος συγκεντρώσεως τῶν πιστῶν. Καί ἀφοῦ λοιπόν ὁ Ναός εἶναι τόπος παρουσίας τοῦ Θεοῦ, ὁ πιστός, πού ἐπισκέπτεται τόν Ναό, θεωρεῖται ἐκεῖ φιλοξενούμενος ἀπό τόν Θεό. Γι᾽ αὐτό καί ὁ Ψαλμός μας ἐδῶ λέγει, «Κύριε τίς “παροικήσει” ἐν τῷ σκηνώματί σου» (στίχ. 1)

2. Μᾶς κάνει ἐντύπωση, ἀγαπητοί μου, ἡ ἀπάντηση τοῦ ἱερέα στόν ἐρωτῶντα πιστόν. Πρέπει νά ἦταν πολύ καλός ὁ ἱερεύς αὐτός καί πολύ μορφωμένος θεολογικά. Πρέπει νά εἶχε διαβάσει πολύ τήν διδασκαλία τῶν προφητῶν. Γιατί στήν ἀπάντησή του πρός τόν πιστό Ἰουδαῖο πού τόν ἐρωτᾶ, τί πρέπει νά ἔχει γιά νά παρουσιασθεῖ στόν Ναό καί νά παρασταθεῖ στόν Θεό, αὐτός (ὁ ἱερεύς) δέν τοῦ λέγει νά προσκομίσει ὑλικές προσφορές – πού ἕνας πλούσιος μπορεῖ νά τό κάνει –, ἀλλά τοῦ λέγει νά εἶναι κοσμημένος μέ ἀρετές. Καί κατά πρῶτον, τοῦ λέγει γενικά, ὅτι πρέπει νά εἶναι «ἄμωμος» (στίχ. 2), νά εἶναι δηλαδή τέλειος ἠθικά. Ἔπειτα τοῦ λέγει εἰδικά τίς ἀρετές πού πρέπει νά ἔχει. Πρέπει νά εἶναι δίκαιος καί νά «λαλεῖ ἀλήθεια στήν καρδία του» (στίχ. 2), νά ἔχει δηλαδή εἰλικρινῆ σκέψη καί θέληση. Τοῦ λέγει μετά, νά μήν ἔχει «δόλια» γλώσσα (στίχ. 3), νά μήν διαβάλλει, δηλαδή, τούς ἄλλους ἀνθρώπους, οὔτε νά τούς ὀνειδίζει (στίχ. 3). Ἀκόμη περισσότερο, αὐτός πού θέλει νά γίνει δεκτή ἡ προσφορά του ἀπό τόν Θεό στόν Ναό, πρέπει νά συναναστρέφεται μέ τούς εὐσεβεῖς καί νά τούς τιμᾶ (βλ. καί Ψαλμ. 1) καί, ἀντίθετα, νά καταφρονεῖ αὐτούς πού πράττουν τό κακό (στίχ. 4). Ἀκόμη, ὁ πιστός πού ἐμφανίζεται στόν Ναό γιά νά λατρεύσει τόν Θεό, πρέπει νά μήν εἶναι ἐπίορκος· γιατί πολλοί σέ στιγμή ἀνάγκης ἤ ἀπερισκεψίας δίνουν ὅρκο ὅτι θά κάνουν αὐτό ἤ ἐκεῖνο, καί ἔπειτα λησμονοῦν τόν ὅρκο τους (στίχ. 4). Τέλος ὁ εὐσεβής, πού θέλει νά λατρεύσει σωστά τόν Θεό στόν Ναό, πρέπει νά μήν δανείζει μέ τόκο (βλ. ἐξ, 22,25. Λευιτ. 25,37. Ἰεζ. 18,8) καί κατά τήν ἀπονομή τοῦ δικαίου νά μήν δωροδοκεῖται, πράγμα πού ἀποβαίνει ἐναντίον τῶν ἀθώων (στίχ. 5· «δῶρα ἐπ᾽ ἀθώους οὐκ ἔλαβεν»).

3. Ἀσφαλῶς, ὅποιος ἔχει αὐτές τίς ἀρετές πού εἶπε παραπάνω ὁ Ψαλμωδός μας, δηλαδή: ῞Οποιος ἔχει δικαιοσύνη καί φιλαλήθεια (στίχ. 2)· ὅποιος δέν κατηγορεῖ καί δέν ὀνειδίζει κανένα (στίχ. 3) καί εἶναι φίλος τῶν φίλων τοῦ Θεοῦ(!), φίλος τῶν εὐσεβῶν δηλαδή ἀνθρώπων, καί ἀπέχει ἀπό τούς ἀσεβεῖς (στίχ. 4)· καί τέλος, ὅποιος δέν εἶναι ἐπίορκος καί δέν δανείζει μέ τόκο, οὔτε δωροδοκεῖται γιά νά ἀδικήσει τόν δίκαιο (στίχ. 5), αὐτός θά ἔχει μεγάλη εὐλογία ἀπό τόν Θεό, λέγει ὁ ἱερεύς στόν ἐρωτῶντα αὐτόν ἀπό τήν ἀρχή εὐσεβῆ Ἰουδαῖο. Αὐτό θέλει νά πεῖ τό τέλος τοῦ Ψαλμοῦ μας, «ὁ ποιῶν ταῦτα οὐ σαλευθήσεται εἰς τόν αἰῶνα» (στίχ. 5).

4. Τό δίδαγμα τοῦ Ψαλμοῦ μας, ἀδελφοί χριστιανοί, πού εἶναι ἕνα ὑψηλό κήρυγμα καί τῆς Καινῆς Διαθήκης, εἶναι ὅτι ἄνθρωπος πλησιάζει καί εὐαρεστεῖ τόν Θεό ὄχι μέ ἐξωτερικούς τύπους τῆς λατρείας, ἀλλά μέ τήν ἀρετή του, μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἀληθινή λατρεία στόν Θεό εἶναι αὐτή πού προσφέρεται ὄχι ἀπό χέρια γεμάτα μέ ὑλικές προσφορές, ἀλλά ἀπό χέρια καθαρά ἀπό ἀδικίες καί δολιότητες. Αὐτό εἶναι τό κήρυγμα τῶν προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τό κήρυγμα τό ὁποῖο μεταδίδει δυνατά καί ἠχηρά ὁ μικρός μας 14ος Ψαλμός τοῦ Ψαλτηρίου μας.

ΠΗΓΗ : † Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας, "ΑΠΛΗ ΚΑΤΗΧΗΣΗ", Νοέμβριος - Δεκέμβριος  2015, αριθ. 78, σ. 192 κ.ε.



Η ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΑ


«Η καταγωγή μου είναι γνωστή σε όλη την Αλεξάνδρεια. Οι γονείς μου είναι από τους ευγενέστερους της αυτοκρατορίας σου. Επέρασα τη νεότητά μου αναζητώντας την αλήθεια. Όσο μελετούσα, τόσο έβλεπα τη ματαιότητα των ειδώλων. Έτσι έγινα χριστιανή και πιστεύω στη μόνη αληθινή θρησκεία. Όλη μου η δόξα και το καύχημά μου είναι να φανώ αντάξια χριστιανή και νύμφη του Ιησού Χριστού……». Είναι τα λόγια που είπε μπροστά στον αυτοκράτορα η αγία μεγαλομάρτυς και πάνσοφος Αικατερίνα, της οποίας η Εκκλησία σήμερα τιμά και εορτάζει τη μνήμη. Από τα λόγια της, που είναι γεμάτα πίστη και χριστιανική αξιοπρέπεια, ξεχωρίζομε την ομολογία της, ότι όσο μελετούσε, τόσο έβλεπε την ματαιότητα των ειδώλων. Μόνο οι ημιμαθείς και οι αδιάβαστοι κάνουν τους αθέους, οι πραγματικά σοφοί ομολογούν και κηρύττουν. «Κύριε, ο Κύριος ημών, ως θαυμαστόν το όνομά σου εν πάση τη γη !».

ΠΗΓΗ : + ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ Δ. ΨΑΡΙΑΝΟΥ, ΜΙΚΡΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ, ΑΘΗΝΑΙ 1980.



Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2018

Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΑΚΡΟΘΥΜΟΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣ – ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΓΕΡΩΝ π. ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ


«…Μή πλανώμεθα, αγαπητοί, πάσα παράβασις και παρακοή, λέγει ο Απόστολος Παύλος, έλαβεν ένδικον μισθαποδοσίαν, πώς εμείς εκφευξόμεθα τηλικαύτης αμελήσαντες σωτηρίας ; (Εβρ. 2,2).

Η αμαρτία γεννά θάνατον.
Η αμαρτία εκρήμνησε τον εωσφόρον από τους ουρανούς.
Η αμαρτία εξώρισε τους πρωτοπλάστους του Παραδείσου.
Η αμαρτία επέφερε κατακλυσμόν εις το ανθρώπινον γένος.
Η αμαρτία κατέκαυσε τας πόλεις Σοδόμων και Γομμόρων.
Η αμαρτία κατέστρεψε και αφάνισε πόλεις, έθνη και λαούς.

Διά τας αμαρτίας, λέγει ο απόστολος Παύλος, έρχεται η οργή του Θεού επί τους υιούς της απειθείας. Φυλάσσει Κύριος πάντας τους αγαπώντας Αυτόν και πάντας τους αμαρτωλούς εξολοθρεύσει, λέγει ο προφήτης Δαβίδ…

Ο Θεός, αγαπητοί μου, είναι μακρόθυμος και πολυέλεος, μετανοών επί ταις κακίαις των ανθρώπων. Είναι μακρόθυμος, αλλ’ είναι και δίκαιος….

Έως πότε θα μας περιμένει ; Εύσπλαχνος και πολυέλεος και μακρόθυμος υπάρχει, αλλά ας μή παραβλέψωμε την συμβουλή που μας δίδει ο θείος Χρυσόστομος. «Μή της μακροθυμίας αυτού καταφρονώμεν, λέγει, αλλά θησαυρίσωμεν εαυτοίς, μή οργήν, αλλά σωτηρίαν, μή κόλασιν και τιμωρίαν, αλλά τιμήν και στεφάνους».

Ας μη χάσωμε χρόνο, σήμερα, εάν είναι δυνατόν, χωρίς να περιμένωμε αύριο, διότι η αναβολή είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο της σωτηρίας μας. ας λουσθούμε ας καθαρισθούμε εις το μυστήριο της εξομολογήσεως με την βεβαιότητας ότι η Θεοτόκος θα είναι γι’ εμάς η καταφυγή, η ελπίδα και η Μήτηρ μας.

Διά της εξομολογήσεως κερδίζουμε την αγάπη του Χριστού, και αμαρτωλοί υπάρχοντες γινόμαστε άξιοι της ουρανών βασιλείας. «Ώ φιλανθρωπίας μέγεθος, λέγει, ο ι. Χρυσόστομος, ω αγαθότητος υπερβολή, τον ημαρτηκότα, επάν ομολογήση τα ημαρτημένα, και την εξής ασφάλειαν επιδείξηται, αθρόον ο Θεός δίκαιον αποφαίνει».

ΠΗΓΗ : ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΖΕΡΒΑΚΟΥ, ΠΑΤΡΙΚΕΣ ΔΙΔΑΧΕΣ, εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2018, σ. 9 κ.ε.



Συνέντευξη Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεόφυτου, στην εφ. Ορθόδοξη Αλήθεια για τον Γέροντά του, άγιο Ιάκωβο Τσαλίκη (6.06.2018)

Ένας από τους ανθρώπους που έζησε από πολύ κοντά τον Άγιο Ιάκωβο και η γνωριμία του με αυτόν υπήρξε καθοριστική για την πορεία της ζωής του, είναι και ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος.

Γεννημένος το 1962 στην κατεχόμενη σήμερα Πάνω Ζώδια της επαρχίας Μόρφου, ζώντας στο χωριό του, όπως ο ίδιος λέει χαρακτηριστικά, «ως εμπειρία παραδείσου, κοντά σε ανθρώπους απλούς και συνετούς, διότι ο άνθρωπος είναι ο τόπος και ο τόπος έρημος», επρόκειτο από την παιδική του ήδη ηλικία να βιώσει το δράμα της ορφάνιας, του πολέμου και της προσφυγιάς, στα πέτρινα χρόνια του Κυπριακού Ελληνισμού, που ακολούθησαν την τουρκική εισβολή   του 1974.
Γνώρισε τον Άγιο Ιάκωβο το 1982, όταν ακόμα ήταν φοιτητής της Νομικής Σχολής στην Αθήνα και η γνωριμία του αυτή υπήρξε σταθμός στη ζωή του, καθώς στο πρόσωπο του Αγίου Γέροντά του, επρόκειτο να βιώσει την πατρότητα που είχε στερηθεί από μικρός. 
Ο Πανιερώτατος δέχθηκε να μιλήσει στην Ορθόδοξη Αλήθεια για τον Θεοφόρο Γέροντα, στην συνέντευξη που ακολουθεί. Με ύφος γλαφυρό και πηγαίο και με τον άριστο χειρισμό της ελληνικής γλώσσας  (που πλέον  οι Έλληνες της Κύπρου κυρίως, μπορούν να χειρίζονται τόσο καλά), μας κατέθεσε την προσωπική του εμπειρία για τον Άγιο Ιάκωβο, όπως τον γνώρισε και τον έζησε.
Πανιερώτατε, την ευχή σας. Ευχαριστούμε που ανταποκριθήκατε στην παράκληση της Ορθόδοξης Αλήθειας να μας μιλήσετε για τον μεγάλο Άγιο των ημερών μας, τον Γέροντα Ιάκωβο, τον οποίον γνωρίσατε, ζήσατε κοντά του για πολλά χρόνια και η παρουσία του υπήρξε καθοριστική για τη ζωή σας.
Θα θέλαμε αρχικά να σας ρωτήσουμε πότε και υπό ποιες συνθήκες γνωρίσατε για πρώτη φορά τον Άγιο Ιάκωβο;
Τον όσιο Ιάκωβο τον γνώρισα το Πάσχα του 1982, μετά από προτροπή του οσίου Πορφυρίου τον οποίον επισκέφτηκα  αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν ήμουν  φοιτητής της Νομικής στην Αθήνα,  με την ελπίδα ότι θα έλυνα το ζήτημα του πνευματικού που τόσο επειγόμουν να βρω. Οπόταν, κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μου με τον Όσιο, όταν του εξέθεσα αυτό που ζητούσα μου λέει: «Υπάρχει ένας πνευματικός στην Εύβοια, ο γέροντας Ιάκωβος, ο οποίος έχει μεγάλη ευγένεια. Είναι ο πιο ταπεινός απ’ όλους, κι αυτός σου ταιριάζει».
Ποια ήταν η πρώτη εντύπωση που αποκομίσατε από τον Γέροντα;
Αισθάνθηκα ότι είναι άγιος… από την πρώτη στιγμή. Ήδη από την ώρα που εισήλθε στον ναό, ήταν κάτι άλλο. Ο τρόπος που περπατούσε, σαν να μην είχε βαρύτητα, σαν να είχε μια κίνηση προς τα άνω. Μετά, ο τρόπος που ιερουργούσε: Σαν να μην ήταν μόνος, σαν να υπήρχε αόρατο πλήθος αγίων και αγγέλων μέσα στην εκκλησία. Επίσης ο τρόπος που  ήταν γονυπετής κατά την ώρα της προσευχής μέσα στη Θεία Λειτουργία. Ακόμα και το Χερουβικό, το έψαλλε γονυπετής.
Μετά, στην Εξομολόγηση, μου αποκάλυψε γεγονότα και συμβάντα  από τη ζωή μου, από την ημέρα που γεννήθηκα τα οποία δεν γνώριζα. Μου είχε πει για το όνομά μου, ότι είχε γίνει κάποιο λάθος από τη γιαγιά μου. Μου αποκάλυψε το σημερινό μου όνομα, όταν μερικές φορές με απεκάλεσε Νεόφυτο1,  προσποιούμενος ότι έκανε λάθος!  Οπόταν άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι  ενώπιον μου είχα έναν άνθρωπο στον οποίον υπήρχαν έκδηλα τα σημεία της χάριτος. Επίσης, κάτι που δεν το έχω πει ποτέ, είναι ότι το κλίμα που επικρατούσε στη μονή ήταν πολύ άνετο. Τότε ήταν τρεις Πατέρες όλοι και όλοι: ο Γέρων Ιάκωβος, ο ιερομόναχος πατήρ Κύριλλος2  και ο μοναχός πατήρ Σεραφείμ. Βέβαια να πω ότι το συγκεκριμένο κλίμα που μου έκανε εντύπωση  ήταν αυτό πού καθιέρωσε ο Γέρων Ιάκωβος, και δεν ήταν άλλο από ένα οικογενειακό κλίμα. Δεν ήταν όπως των μοναστηριών του Αγίου Όρους ή άλλων μοναστηριών που πηγαίναμε, όπου ένιωθες ότι υπήρχε κλίμα ιεραρχίας. Στη μονή του Οσίου Δαβίδ υπήρχε κλίμα έντονης φιλοξενίας, κάτι που άρεσε ιδιαίτερα σε μας τους Κυπρίους φοιτητές. Ήταν κάτι που μας θύμιζε τα δικά μας μοναστήρια… Δεν ήταν λοιπόν μόνον η παρουσία του Γέροντα, αλλά και των άλλων δύο Πατέρων που δημιουργούσε αυτό το φιλόξενο οικογενειακό κλίμα.
Πώς ήταν ως πνευματικός;
Απέναντι σε μένα ήταν πολύ επιεικής. Επειδή είχα και εξομολόγο στην Αθήνα την ίδια εποχή, τον Γέροντα Ευμένιο Σαριδάκη, ο οποίος ήταν αυστηρός. Εν αντιθέσει, ο Ιάκωβος ήτανε πατρικός… ήταν πατέρας, ένας πολύ επιεικής πατέρας, που κατανοούσε την τότε  νεότητά μας, την οποία φιλτράραμε μέσα από τη φοιτητική μας ζωή. Ήταν άνθρωπος  μεγάλης αγάπης. Αλλά το μεγαλύτερό του χάρισμα ήταν όπως προείπα αυτό της πνευματικής πατρότητας. Φρόντιζε να σου αποκαλύπτει διάφορα που σε αφορούσαν, είτε του παρελθόντος είτε του παρόντος είτε του μέλλοντος, για να σε κάνει πιο ταπεινό, για να σε κάνει υπεύθυνο απέναντι στον εαυτό σου, απέναντι στον Θεό. Έτσι χειριζόταν τα πράγματα. Αυτό που μας εξέπεμπε ήταν σαν να μας έλεγε, «κοίταξε, είμαι πατέρας σου. Ανάλαβε κι εσύ κάποιες ευθύνες απέναντι σ’ αυτή την αγάπη.» Κάπως έτσι.
Γνωρίζουμε ότι, μολονότι ήταν ολιγογράμματος, με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος ήταν μύστης και γνώστης υψηλής θεολογίας, αν και έκρυβε επιμελώς τα χαρίσματα του αυτά, για να μη δοξαστεί από τους ανθρώπους. Μιλήστε μας λίγο γι’ αυτό.
Αυτό για μας είναι κάτι το φυσικό, δεν είναι κάτι το θαυμαστό. Είναι η ζώσα εμπειρική θεολογία των Αγίων, του αγίου Αντωνίου, του αγίου Σάββα, του αγίου Ιακώβου, του αγίου Πορφυρίου. Η θεολογία δεν είναι αποτέλεσμα βιβλίων, ούτε σπουδών σε ακαδημαϊκά συστήματα και πανεπιστήμια. Εξάλλου και το ίδιο το Ευαγγέλιο είναι γραμμένο από ανθρώπους που δεν χαρακτηρίζονται για τη μεγάλη τους παιδεία. Το Ευαγγέλιο είναι αποτέλεσμα εμπειρίας, δηλαδή πρώτα ἀκηκόαμεν καὶ ἑωράκαμεν και μετά κατεγράψαμε λεν οι  Ευαγγελιστές, κι αυτό  συμβαίνει και σε κάθε άγιο. Δεν συμβαίνει μόνο με τον άγιο Ιάκωβο, αλλά κάθε άγιος της Εκκλησίας μας μπορεί να θεολογεί, επειδή ζει εμπειρικά ένα θεολογικό γεγονός. Και όπως λέει ο άγιος Σιλουανός, οι τέλειοι δεν ομιλούν, παρά μόνον εάν ξέρουν και αν ερωτηθούν.
Επιπλέον αυτός που επιβεβαιώνει αυτό που με ρωτάτε, είναι ο μεγάλος πατρολόγος και βιογράφος του οσίου Ιακώβου, ο μακαριστός Στυλιανός Παπαδόπουλος, ο οποίος, κατά την άποψή μου,  έχει γράψει την καλύτερη Πατρολογία στον 20ό αιώνα. Ήταν καθηγητής μου και μάλιστα συνέπεσε η επίσκεψή του να γίνει ένα Πάσχα που ήμουν και εγώ στο Μοναστήρι. Τον θυμάμαι που έβαζε στον Γέροντα δύσκολες ερωτήσεις γύρω από θεολογικά θέματα της Εκκλησίας, και ο Γέροντας τα απαντούσε και προσωπικά δεν εκπληττόμουν, γιατί ένας άνθρωπος που είχε όραση των   Αγγέλων, που μιλούσε με τους Αγίους –και όχι μόνο με τον όσιο Δαυΐδ, αλλά και με πολλούς άλλους Αγίους-  δεν θα μπορούσε να θεολογήσει;
Μιλήστε μας λίγο για την διάκριση και την ευγένειά του.
Η ευγένειά του ήταν φυσική!  Ήταν επακόλουθο της  αγιωτικής του κληρονομικότητας, και εδώ θα ήθελα να τονίσω ότι πολλοί άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται πόσο σημαντικό είναι για την πνευματική μας πορεία, για τη μετάνοια και την προσευχή μας  η κληρονομικότητά μας, πόσο μάλλον ενός Αγίου. Οι πρόγονοί του ήταν αγιασμένοι, ιδιαιτέρως από την πλευρά της μάνας του. Και φαίνεται ότι είχαν έφεση, ας πούμε, στην αρχοντιά και στην εκκλησιαστική ζωή. Ο τρόπος που περπατούσε, όπως σας τον περιέγραψα, ο τρόπος που μιλούσε, δεν προσέβαλε κανένα… αν ήθελε να σε αφυπνίσει λίγο, έκανε μόνο μια πολύ ελαφρά ειρωνεία και αντιλαμβανόσουν ότι απέναντί σου έχεις έναν άρχοντα, κάτι το οποίο ήταν παράδοξο για τα ελλαδικά δεδομένα.  Πήγα στο Άγιον Όρος και αυτήν την αρχοντιά  δεν τη βρήκα σε πολλούς. Ό όσιος Ιάκωβος, θα έλεγα σκιαγραφώντας το πρόσωπό του, συνδύαζε την ασκητικότητα του οσίου Παϊσίου με τη μητρότητα  (και ξέρω τι σου λέω) του οσίου Πορφυρίου. Τα χαρίσματα αυτά των δύο μεγάλων Αγίων, τα  έβλεπες ενωμένα σε έναν άνθρωπο, συν την αρχοντιά που περιέγραψα προηγουμένως. Ο τρόπος επικοινωνίας του οσίου Ιακώβου ήταν τελείως διαφορετικός και από του Παϊσίου και από του Πορφυρίου. Ο όσιος Πορφύριος μιλούσε σαν να ήταν μητέρα και ο όσιος Παΐσιος σαν να ήταν στρατηγός. Ο δε όσιος Ιάκωβος ήταν ο κατ’ εξοχήν πατέρας. Ο τρόπος του είχε μία αρρενωπότητα, όπου ήθελε να σιωπήσει, ήξερε να σιωπήσει, όπου ήθελε να είναι «πολυλογάς» γινόταν επίτηδες πολυλογάς και ήταν έντονα αφηγηματικός. Δηλαδή μέσα από παραδείγματα σου απαντούσε σε όποιες ερωτήσεις είχε μέσα σου, πριν ακόμα τις υποβάλλεις.  Ανατολικός τύπος…
Τι θεωρείτε ότι σας έμεινε από τον Άγιο ως τελευταία «υποθήκη ζωής»;
Δεν μου είναι δύσκολο να απαντήσω, γιατί  σε μένα προσωπικά, μου το είπε κιόλας. Όταν πήγα για τελευταία φορά και τον είδα ήταν στο Γενικό Κρατικό ήταν μήνας Σεπτέμβριος, δύο μήνες πριν κοιμηθεί. Ο Γέροντας κοιμήθηκε τον Νοέμβριο. Σπούδαζα τότε στη Θεολογική, και ήδη ήμουν Διάκος, με το όνομα Νεόφυτος·  και επειδή ήξερε ότι μετά το πέρας των εξετάσεων θα πήγαινα να τον βρω – αφού συνήθως πήγαινα και έμενα μια βδομάδα μαζί του και μετά  επέστρεφα Κύπρο. Κοίταξε λοιπόν πόσο πατρικός ήταν. Με ειδοποίησε μέσω άλλων να μην ανέβω στο Μοναστήρι, αλλά να πάω να τον δω στην Αθήνα , στο Γενικό Κρατικό, όπως είπαμε. Ήταν τότε που νοσηλευόταν εκεί και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Πήγα λοιπόν και τον βρήκα. Μιλήσαμε… Καθόταν οκλαδόν πάνω στο κρεββάτι, όπως κάθονται οι Ανατολίτες, με τα δύο πόδια σταυρωμένα. Και όταν πήγα να τον αποχαιρετήσω μου είπε: «Άκουσε, Διάκο. Είναι η τελευταία φορά που σε βλέπω επί της γης. Θα τα λέμε τώρα από τον ουρανό. Να μη λυπηθείς όταν ακούσεις σε μερικούς μήνες ότι έφυγα. Ιδιατέρως εσάς που είστε μακρυά, σας συμφέρει περισσότερο». Του λέω «γιατί;» «Γιατί τώρα», μου λέει, «θα λυθώ από τα δεσμά του σώματος και της σαρκός και θα έρχομαι πιο εύκολα στην Κύπρο να σας βλέπω». Και την ώρα που ασπαζόμασταν μου είπε τρεις φορές τον εξής λόγο του Ευαγγελίου: «Ἐν τῇ ὑπομονῆ  ὑμῶν κτήσασθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν. Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν. Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν, Νεόφυτέ μου, κτήσαθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν. Κατανόησες;»  Του λέω  «μα τόση πολλή υπομονή πια πρέπει να κάνω»;   Μου λέει «Τόση». Για μένα λοιπόν, η υπομονή είναι η παρακαταθήκη του.
Πόσο κοντά σας συνεχίζετε να τον αισθάνεστε, από τότε που εντάχθηκε στον χορό των Αγίων;
Μα δεν είναι μόνον από τότε που αγιοκατατάχθηκε, αυτό έγινε μόλις πριν λίγους μήνες…. Κοίταξε, η παρουσία του οσίου Ιακώβου στη Μητρόπολή μας είναι πάρα πολύ έντονη. Η πατρότητά του είναι εκπληκτικό πόσο αγκαλιάζει, όχι μόνο εμένα, αλλά και ανθρώπους της περιοχής. Να σου δώσω να καταλάβεις, ένα περιστατικό μόνο. Πριν είκοσι χρόνια που έγινα Μητροπολίτης ήμουν μόνον 36 ετών. Ήμουν σε ένα μοναστηράκι που μόλις είχαμε κτίσει και ήμουν χαρούμενος που έκανα το όνειρο της ζωής μου. Ήξερα ότι θα γίνω Επίσκοπος, μου το είχε πει ο ίδιος (σ.σ. ο άγιος Ιάκωβος). Ήξερα επίσης ότι θα είμαι σε αυτή την περιοχή, αφού μου είπε, «στον τόπο της γεννήσεώς σου». Αλλά σκεπτόμουν ότι αποκλείεται να γίνω τώρα, 36 ετών. Θα γίνω όταν θα είμαι 56. Λοιπόν, ξαφνικά πεθαίνει ο προκάτοχος μου Μητροπολίτης Μόρφου κυρός Χρυσάνθος και, έγινε μια φασαρία μεταξύ των κατοίκων και της Αρχιεπισκοπής, γιατί άλλον ήθελαν οι κάτοικοι και άλλον η Αρχιεπισκοπή. Οι τότε Συνοδικοί έβαλαν στη θέση του Τοποτηρητή τον τότε μακαριστό Μητροπολίτη Κυρηνείας κυρό Παύλο, για να αναπληρώσει το κενό μέχρι να βρεθεί πρόσωπο κοινής αποδοχής. Οπότε ο κόσμος εδώ έμεινε ορφανός. Για δύο χρόνια δεν είχαν Μητροπολίτη. Μία ευσεβής γυναίκα σε ένα χωριό της περιοχής μας, προσευχόταν και έλεγε «Χριστέ μου, όλες οι περιοχές έχουν Μητροπολίτη, για μας δεν υπάρχει ένας άνθρωπος, παρά γίνεται όλη αυτή η φασαρία και οι καυγάδες και τα λόγια, οι κρίσεις και οι κατακρίσεις;» Όταν λοιπόν πήγε να εκκλησιαστεί, κι αφού έκανε ο παπάς του χωριού απόλυση, όπως ήταν εκεί και προσευχόταν να βρεθεί ένας Επίσκοπος για την περιοχή, είδε εκεί που ήταν προ ολίγου ο ιερέας έναν ψηλό αρχιμανδρίτη, ιεροπρεπέστατο, με μακρυά γενειάδα και της έκανε νόημα να τον πλησιάσει. Πήγε κοντά και της είπε, «μη στεναχωριέσαι. Θα στείλω ένα παιδί δικό μου και θα περάσετε πολύ καλά. Και αυτή του είπε «ευχαριστούμε πάτερ», κι εκείνος μπήκε στο Ιερό και χάθηκε. «Μετά ήλθες εσύ», μου είπε όταν μου διηγήθηκε την ιστορία. Οπόταν στην πρώτη ομιλία που έκανα στη μητροπολιτική μου περιφέρεια ήταν για τον όσιο Ιάκωβο, κι εκεί πουλούσαμε κάποια βιβλία που είχαν τη φωτογραφία του. Η γυναίκα αυτή μόλις είδε το βιβλίο αναγνώρισε στη φωτογραφία του Οσίου το πρόσωπο που της είχε εμφανιστεί στην όραση που είχε μέσα στην εκκλησία. Αυτό, λοιπόν, δείχνει ότι η  πατρότητα του Οσίου συνεχίζει να υπάρχει και μετά την κοίμησή του και αγκαλιάζει  όχι μόνο εμένα, αλλά και όλη την περιοχή της Μητροπόλεώς μας, και όλη την Κύπρο. 
Πανιερώτατε, σας ευχαριστούμε πολύ για το χρόνο σας και για όσα μας είπατε για τον Άγιο Ιάκωβο. Την ευχή σας.
***
 1Το κοσμικό όνομα του Πανιερωτάτου ήταν Όμηρος. Όπως έχει πει ο ίδιος σε άλλες συνεντεύξεις και ομιλίες του, το όνομα Όμηρος το πήρε από την γιαγιά του, που η ίδια είχε το όνομα Μυροφόρα και νόμισε εσφαλμένα ότι το αντίστοιχο αρσενικό είναι το Όμηρος, αντί Μύρων, που θα ήταν το σωστό. Ο Άγιος του είχε αποκαλύψει και αυτή τη λεπτομέρεια.
2Ο Γέροντας Κύριλλος Γεραντώνης (1938-2012), διεδέχθη τον Άγιο Ιάκωβο  στην ηγουμενία της Ι. Μ. Οσίου Δαυΐδ. Όπως αναφέρει ο σημερινός Γέροντας της Μονής, π. Γαβριήλ, «στην Ιερά Μονή του Οσίου Δαυίδ του Γέροντος προσήλθε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και εκάρη Μοναχός την 2α Οκτωβρίου 1965 από τον μακαριστό Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Αρχιμανδρίτη Νικόδημο Θωμά († 1977), με το όνομα Κυπριανός. Διακρίθηκε για την ταπείνωση, την υποδειγματική υπακοή και την διάθεσή του να υπηρετεί τους πάντες. Ως ιερομόναχος εξυπηρέτησε την Ιερά Μονή της μετανοίας του, μαζί με τον Άγιο προκάτοχό του Ιάκωβο Τσαλίκη († 1991), όπως και τα γύρω χωριά, τα οποία εστερούντο μονίμου εφημερίου. Παράλληλα και για 20 και πλέον χρόνια, μαζί με τον μακαριστό π. Ιάκωβο και τον επίσης μακαριστό Μοναχό π. Σεραφείμ († 2009) κράτησαν την Ιερά Μονή του Οσίου Δαυίδ του Γέροντος και διηκόνησαν τους αναρίθμητους προσκυνητές της. Το 1991 και μετά την κοίμηση του μακαριστού Ηγουμένου Γέροντος Ιακώβου Τσαλίκη, εξελέγη με την ψήφο όλης της Αδελφότητος Ηγούμενος της Ιεράς Μονής του Οσίου Δαυίδ και ενθρονίστηκε επισήμως στην Ιερά Μονή από τον μακαριστό Μητροπολίτη Χαλκίδος Χρυσόστομο Α’ (†2010) στις 5 Αυγούστου του 1992.
Τα τελευταία χρόνια του επιγείου του βίου  αντιμετώπισε  σοβαρά προβλήματα   υγείας   και νοσηλεύθηκε πολλές φορές. Όμως και στο πρόβλημα της υγείας του, έγινε παράδειγμα μίμησης για όλους, « αφού», όπως λέει ο ηγούμενος π. Γαβριήλ, «το χαμόγελο δεν έλειψε ποτέ από τα χείλη του και η φράση «Δόξα σοι ο Θεός», ήταν η μόνιμη απάντηση σε όσους τον ρωτούσαν για την πορεία της υγείας του, δείγμα ότι εμπιστευόταν ολοκληρωτικά τον εαυτό του στην προστασία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και των Αγίων Του». Τις πρωινές ώρες της Παρασκευής του Ακαθίστου στις 30 Μαρτίου 2012 εκοιμήθη εν Κυρίω στο Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών, όπου νοσηλευόταν το τελευταίο χρονικό διάστημα.  
Υπήρξε πράγματι άξιος διάδοχος του μεγάλου προκατόχου του και πολλοί άνθρωποι βρήκαν ανάπαυση στο πετραχήλι και  τις συμβουλές του. 





Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2018

ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΙΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ – ΤΑ ΜΕΛΛΟΥΜΕΝΑ


Ο αείμνηστος πιστός και εκλεκτός εργάτης του Ευαγγελίου και σοφός Δημ. Παναγόπουλος (+13 Φεβρουαρίου 1982), μεταξύ των πολλών συγγραμμάτων του (τα οποία ίσως ξεπερνούν τα 100), συνέγραψε και ένα με τίτλο : «Άγιοι και Σοφοί περί των μελλόντων να συμβώσι», το οποίο πρέπει να κυκλοφόρησε τη δεκαετία του 1960 (αν κρίνω σωστά από τη κατάσταση του βιβλίου), όταν τα ζητήματα που πραγματεύεται στο έργο του, ήσαν παντελώς άγνωστα στους πολλούς. Σε αυτό συγκεντρώνει τις Προφητείες για τα μελλούμενα και καταλήγει στο συμπέρασμα το οποίο ακολουθεί και έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Επειδή «οι καιροί μας πονηροί εισίν», αποφάσισα να το παραθέσω προς ωφέλειαν όσων ασχολούνται με τα ζητήματα αυτά. Εν κατακλείδι, ο συγγραφεύς σημειώνει με νόημα : «Ας μετανοήσωμεν, όσον έχομεν χρόνον και ο Θεός βοηθός».

Η Ρωσία κατ’ αρχάς κατέρχεται εις Κωνσταντινούπολιν, ήτις καταλαμβάνει ολόκληρον την Τουρκίαν, η Βουλγαρία καταστρέφεται και η Σόφια γίνεται παρανάλωμα πυρός. Ο βουλγαρικός στρατός, καταδιωκόμενος υπό των Ρώσων οπισθοχωρεί εις τα Ελληνικά εδάφη και αφοπλίζεται. Η Γερμανία με ορμήν εναντίον της Ρωσίας, και η Ιταλία επίσης αποβιβάζει στρατεύματα εις την Αλβανίαν και κατέρχεται δρομαία εναντίον των Ρώσων. Το μέτωπον μεταφέρεται από την Δύσιν εις την Νοτιοανατολικήν Ευρώπην, Βαλτικήν θάλασσαν, Ουκρανίαν, Εύξεινον Πόντον, τα πέριξ των ορίων της Κωνσταντινουπόλεως. Η Ρωσία συγκεντρώνει μεγάλας δυνάμεις προς υποστήριξιν των στενών και αποκοπήν της Γερμανίας εισβαλείν εις την Μικράν Ασίαν. Η Αγγλία εν συννενοήσει μετά της Ρωσίας και αυτής της Τουρκίας θα αναγκασθεί να γίνει υποχείριος της Ρωσίας, παραβιάζει μικρά τινα Έθνη με την ισχύν του στόλου, καταλαμβάνει βάσεις τινάς στρεφομένας εναντίον της Ιταλίας. Η Ιταλία κατόπιν εκπλήξεως, την οποίαν θα δοκιμάσει υπό του Αγίου Σπυρίδωνος τρομοκρατουμένη θα σεβαστεί το ιερόν έδαφος της Ελλάδος. Η Ιαπωνία εξέρχεται εις τον πόλεμον σύμμαχος Γερμανίας και Ιταλίας. Η Ρωσία είναι κυρίαρχος των Στενών της Πόλεως 5 μήνας, εις το διάστημα αυτό θα γίνονται αι σκληρότεραι μάχαι και οι νεκροί αμφοτέρων θα είναι άπειροι. Εις την δυτικήν Ευρώπην θα εξακολουθήσουν Επαναστάσεις και το αίμα θα ρεύσει. Μετά 5 μήνας εις την Ασίαν η Ιαπωνία θα νικήσει την Ρωσίαν. Ο κλονισμός ούτος εις αυτήν θα την αδυνατήσει, οπότε η Γερμανία και η Ιταλία θα εύρουν την ευκαιρίαν να κατανικήσουν αυτήν και θα καταλάβουν ολόκληρον την Τουρκίαν και πέραν αυτής, τότε θα επαναστατήσουν αι Ινδίαι και θα αποχωρησθούν της Αγγλίας.

Κατόπιν προσωρινής συμφωνίας θα διορισθούν 3 Προνοηταί εις την Ανατολήν, η δε Κωνσταντινούπολις γίνεται αυτόνομος. Τούτο όμως θα δώσει ευκαιρίαν εις ένα εκ των νικητών των Εθνών, των διορισάντων τους 3 Προνοητάς, να καταλάβει την Πόλιν. Τότε όλα τα Έθνη βόρεια και νότια εν όλω 18 θα σπεύσουν μετά θυμού να καταλάβουν τα όρια της Πόλεως, και Μικράς Ασίας. Και εκεί θα γίνει ο τελευταίος και σκληρότερος πόλεμος και ολίγοι θα σωθούν.

Η Ελλάς όπως απ’ αρχής δεν θα μετάσχει του πολέμου τούτου, αλλά θα είναι εις τα σύνορά της ο στρατός, ως θεατής επί τρεις ημέρας και τρεις νύκτας, θα εξακολουθήσει αύτη η σκληρά μάχη εις μέτωπον 1800 εις την θάλασσαν από τα στενά, της Σμύρνης, Δωδεκανήσου κ.λ.π.

Της Μεσογείου τα πλοία ως φρύγανα θα πεταχθούν εις τον αέρα, εις δε την ξηράν από της Κωνσταντινουπόλεως και πέραν του Ξήρου θα πλεύσει το αίμα ως τον χαλινόν του ίππου, ολίγοι δε θα σωθούν και θα παραμείνουν εκ των εναπομεινάντων στρατών.

Την 3ην ημέρα της μάχης, την 3ην ώραν μ.μ. της 3ης ημέρας θα φανεί εν σύννεφον εις τον ουρανόν λαμπρότερον του ηλίου, από το οποίον θα φωτισθεί ολόκληρος ο κόσμος και δεξιά ένας Σταυρός πύρινος, τότε οι πολεμούντες έντρομοι και ατενίζοντες εις τον ουρανόν, στρεφόμενοι προς το λαμπρόν σύννεφον θα ακούσουν φωνήν βροντώδη : «Στώμεν, στώμεν, στώμεν, Ειρήνη υμίν». Τότε οι πολεμούντες θα ρίψουν τα όπλα έντρομοι γενόμενοι, θα ιδούν εις τον ουρανόν στρεφόμενον το λαμπρόν σύννεφον προς το μέρος της Ελλάδος, και θα ακούσουν δευτέρα φωνήν βροντώδη :  Στρέψατε εις τα δεξιά μέρη και ευρίσκεται άνθρωπος ικέτης, υψίνους, τούτον εκλέξατε Δεσπότην, φίλος γαρ Εμού υπάρχει, απ’ αυτού θα συγκροτηθούν Επιτροπαί, εκ των εναπομεινάντων στρατών των Εθνών και θα έλθουν προς την Ελλάδα, εις το άκρον του τόξου και θα εύρουν ένα γέροντα εβδομηκοντούτην, κατηφή, καθήμενον εν μέσω δύο κιόνων το όνομα Ιωάννης, γνωστός τοις πάσι και κρυπτόμενος σήμερον τοις οφθαλμοίς ημών, ον γνωρίσαμεν άπαντες, και ουδόλως εννοήσαμεν ποίος ήτο, και απών ην εν τω μέσω ημών, τον οποίον θα συνοδεύσουν μετά χαράς μεγάλης και ευχαριστήσεως προς τον Θεόν όπως ανακηρύξουν αυτοκράτορα Κωνσταντινουπόλεως, ολοκλήρου Βαλκανικής χερσονήσου, Μικράς Ασίας, Αιγύπτου, Παλαιστίνης έως Ινδιών.

Τότε ο Ελληνικός στρατός θα σπεύσει να καταλάβει όλα τα μέρη αυτά εγκαθιδρύων Διοικητάς κατά διαταγήν του Αυτοκράτορος του αρμοδίου προς ανόρθωσιν των Εθνών, άτινα θα υπαχθώσιν εις το Ελληνικόν Έθνος. Κατ’ αρχάς θα συνέρχεται εις τας Αθήνας η Σύνοδος της Εκκλησίας και Ιεροσολύμων, ως ότου η Πόλη ανοικοδομηθεί διότι θα καταστραφεί υπό του πυρός του πολέμου.

Οι Τούρκοι θα πιστεύσουν και θα βαπτισθούν το 1/3 το οποίον θα παραμείνει εις την χώραν, το άλλο 1/3 θα φύγει και θα υποδουλωθεί εις την Ανατολήν και το άλλο 1/3 θα φονευθεί εις τον πόλεμον. Η Ιταλία θα ευρεθεί εις τοιούτον δύσκολον θέσιν ώστε να έλθει ως ελευθερωτής. Η Ρώμη θα γίνει παρανάλωμα του πυρός ο δε Πάπας θα παυθεί. Η Γερμανία ήτις θα είναι προστάτης των καταληφθεισών υπ’ αυτής χωρών και θα αποδώσει δικαιοσύνην εις αυτάς, αυτή δε πρώτη θα υποστηρίξει την Ελλάδα, και τα ορθόδοξα Βαλκανικά κράτη, και θα συνηγορήσει υπέρ της Ελλάδος, πιστεύουσα πρώτη εις την Ορθόδοξον πίστιν, ώστε θα γίνει αληθής και εκ της Ελλάδος θα έχει την δόξαν.

ΠΗΓΗ : ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, ΑΓΙΟΙ ΚΑΙ ΣΟΦΟΙ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΕΛΛΟΝΤΩΝ ΝΑ ΣΥΜΒΩΣΙ, εκδ. «Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ», Αθήναι, σσ. 86-88.



Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2018

ΠΡΟΦΗΤΙΚΑ ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΤΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ – «ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΦΑΝΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ.… ΜΕΤΑΝΟΗΣΤΕ»


«Η Ελλάδα γέμισε ξένον κόσμο. Προσπαθούν να φάνε την Ελλάδα. Κακός κόσμος, λέρωσε την Ελλάδα. Θα’ρθει ώρα που ο Θεός θα τους κοσκινίσει, για να ξεχωρίσει το σιτάρι από το κριθάρι, από τα κρεμμύδια και τα σκόρδα και την βρωμιά. Αν έχομε πίστη και αγάπη, ο Θεός θα μας γλιτώσει».

Ολίγο πριν κοιμηθεί : «Εγώ θα φύγω, αλλά σε λίγον καιρό, μεγάλο κακό θα γίνει στην πατρίδα». Ακολούθησαν τα τραγικά γεγονότα της εισβολής και κατοχής του Αττίλα στην Κύπρο το 1974.

«Δεν θα απομείνει επάνω στην γη η αρετή της παρθενίας. Γι’ αυτό και παρακαλεί η Παναγία τον Υιό της. Αλλά τα αγόρια δεν μετανοούν».

«Με είπε η Παναγία, θε ρίξω βραστή βροχή (ραδιενέργεια ;), αλλά λυπάμαι τα μικρά που θηλάζουν».

«Εγώ θα φύγω, αλλά να ξέρετε. η λαιμαργία θα χάσει τον κόσμο, η λαιμαργία και η υπερηφάνεια».

«Μετανοήστε, γιατί τα σύννεφα της οργής του Θεού σίμωσαν στη γη. Μεγάλο κακό έρχεται, από την πολλήν αμαρτία».

ΠΗΓΗ : ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ, ΣΟΦΙΑ Η ΑΣΚΗΤΙΣΣΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΓΕΝΕΘΛΙΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ, ΚΑΣΤΟΡΙΑ 2002, σς. 167, 211 κ.ε.



Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2018

ΑΠΟ ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑ ΜΗΝΑ


Κάποιος λαϊκός πηγαίνοντας να προσευχηθεί στον ναό του Αγίου Μηνά, φονεύθηκε από τον ξενοδόχο, προκειμένου ο τελευταίος να του αφαιρέσει τα χρήματα που είχε. Κατόπιν, αφού απέκοψε τα μέλη του και τα έβαλε σε έναν ζεμπίλι, τα κρέμασε και περίμενε να ξημερώσει για να τα εξαφανίσει. Την επομένη, αναζητώντας τόπο για να κρύψει τον φονευθέντα χριστιανό, συνάντησε έναν στρατιώτη πάνω στο άλογό του, ο οποίος τον ερώτησε τι απέγινε ο ξένος που ξενοδόχησε. Ο φονεύς, βεβαίωνε ότι δεν γνωρίζει τίποτα. Τότε ο Άγιος κατέβηκε από το άλογο και αφού εισήλθε στο «ξενοδοχείο», ανακάλυψε το ζεμπίλι με τη σωρό του χριστιανού. Ο ξενοδόχος έκπληκτος, για να γλυτώσει, έπεσε στα πόδια του. Ο δε Άγιος, συναρμολόγησε τα μέλη του φονευθέντος, και αφού προσευχήθηκε ανέστησε τον νεκρό. Αυτός, σαν να ξύπνησε από ύπνο, και ενθυμούμενος τι του έκαμε ο ξενοδόχος, δόξασε τον Θεό και κατόπιν ευχαρίστησε και προσκύνησε τον Άγιο Μηνά που τον ανέστησε. Ο Άγιος, αποχαιρέτησε τον χριστιανό και ακολούθως, τιμώρησε τον φονέα, και αφού τον νουθέτησε και τον συγχώρησε, καβαλίκεψε το άλογό του και έγινε άφαντος.

Μια γυναίκα πηγαίνοντας στο ναό του Αγίου, δέχθηκε ανήθικη επίθεση από έναν άνδρα που είχε σκοπό να τη μαγαρίσει. Τότε επικαλέστηκε τη βοήθεια του Αγίου, ο οποίος τη φύλαξε καθαρή και άσπιλη, ενώ παράλληλα συνέτισε και τον δράστη. Ο ανήθικος άνδρας, στη προσπαθώντας να πράξει την αμαρτία, είχε δέσει ταυτόχρονα και το άλογο στο πόδι του με σχοινί. Το ζωντανό αγρίεψε εναντίον του, και όχι μόνο δεν του επέτρεψε να κάμει την αισχρουργία κατά της γυναίκας, αλλά τον έσυρε καταγής έως την Εκκλησία του Αγίου. Οι χλιμιντρισμοί του αλόγου, έβγαλαν έξω τους πιστούς χριστιανούς. Ο δε ανήθικος ανήρ, βλέποντας ότι το άλογο αγριεύει περισσότερο, τον κόσμο που συγκεντρώθηκε γύρω του αλλά και την έλλειψη βοήθειας, φοβήθηκε μήπως πάθει ακόμη μεγαλύτερο κακό. Έτσι εξομολογήθηκε χωρίς ντροπή μπροστά σε όλους την αμαρτία του και το άλογο αμέσως ημέρεψε. Κατόπιν, αφού έλυσε το ποδάρι του από το άλογο, εισήλθε στον ναό και προσκυνώντας την εικόνα του Αγίου, αιτήθηκε να μην επιτρέψει ο Άγιος να έχει πάλι τέτοιο ή άλλο πειρασμό.

ΠΗΓΗ : ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ, Τομ. 1, Εν Βενετία 1819, σ. 256 κ.ε.